Του Δημήτρη Χριστοδουλάκη
Στο πλαίσιο της προσπάθειας που κάνει η κυβέρνηση για την προσέλκυση επενδύσεων, εντάσσεται και η συνάντηση που είχε ο πρωθυπουργός με Αμερικανούς και ομογενείς επιχειρηματίες στο Σικάγο.
Φαντάζομαι πως πριν τις συναντήσεις του αυτές με τους υποψηφίους επενδυτές, κάθισε μαζί με τους στενούς του συνεργάτες και σχεδίασε τα βασικά σημεία, τις φράσεις κλειδιά, στα οποία θα έπρεπε να επικεντρωθεί, ώστε να γίνει ελκυστικός ο λόγος του. Ίσως η πιο δύσκολη και δημιουργικά απαιτητική δουλειά του πρωθυπουργού και της παρέας του, είναι η ανεύρεση των κατάλληλων σλόγκαν για το εκάστοτε αφήγημά τους. Θα πρέπει να είναι σύντομο, να υπόσχεται πολλά, να είναι ειλικρινές, να εξηγεί τη δέσμευση της κυβέρνησης και τέλος τα οφέλη που προμηνύονται για τον πελάτη λαό.
Έτσι θα πρέπει να έπεσαν στο τραπέζι και τα σλόγκαν «Η Ελλάδα δεν αφήνει πίσω της μόνο την κρίση, αλλά και το μοντέλο που οδήγησε σε αυτή», καθώς και το ευφάνταστο «Greek comeback».
Παρότι το σύνολο σχεδόν του τύπου εστίασε στις παραπάνω δύο φράσεις του πρωθυπουργού, εμένα δεν με ενόχλησαν καθόλου. Χαζομαρούλες είναι αλλά όμορφα ειπωμένες. Για να πούμε την αλήθεια, δεν ήταν χειρότερες από το «η Ελλάδα είναι το success story της Ευρώπης», που είχε ξεστομίσει ο Αντώνης Σαμαράς από το παγωμένο Ελσίνκι, το μακρινό 2013. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για σλόγκαν και όπως σοφά λένε οι διαφημιστές, πρώτη και βασική δουλειά ενός σλόγκαν είναι να διαφοροποιήσει το brand που πουλάς, από τους ανταγωνιστές σου. Έτσι κι αλλιώς, τα σλόγκαν της αριστεράς, υπερείχαν πάντοτε σε σχέση με εκείνα τα άχρωμα, άγευστα και άοσμα της δεξιάς.
Άλλη ήταν η φράση του πρωθυπουργού που εμένα με ενόχλησε. Για να πω την αλήθεια δεν με ενόχλησε απλά. Με εκνεύρισε, με εξαγρίωσε, με συνέτριψε.
Αναφερόμενος στη μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της παρούσας κυβέρνησης, τόνισε την προσήλωσή της για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και επεσήμανε πως «σήμερα οι επενδύσεις γίνονται μέσα σε πλαίσιο συναίνεσης με την κοινωνία».
Εκείνο που προσπάθησε να πουλήσει στους ξένους επενδυτές ο Τσίπρας, είναι το γεγονός πως η δική του κυβέρνηση έχει την δυνατότητα να περνά αναίμακτα από την κοινωνία εκείνες τις επενδύσεις που ο πρωθυπουργός επιθυμεί. Για να μην κατηγορηθώ πως απομόνωσα κάποια λόγια διαστρεβλώνοντας έτσι το όλο νόημα όσων ειπώθηκαν, θα σας παραθέσω την ολοκληρωμένη φράση που χρησιμοποίησε. Είπε λοιπόν πως «βασική συνισταμένη της λογικής που έχει η κυβέρνηση για να προχωρούν οι επενδύσεις, είναι ότι γίνονται μέσα σε πλαίσιο συναίνεσης με την κοινωνία, στοιχείο που δεν υπήρχε σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν, καθιστώντας επισφαλείς πάρα πολλές επενδύσεις».
Δηλαδή τους είπε πως για να προχωρήσει μία επένδυση στην Ελλάδα, πρέπει πρώτα να έχει εξασφαλιστεί η «συναίνεση της κοινωνίας». Και ο μόνος που μπορεί να το πετύχει αυτό, είναι ο Αλέξης Τσίπρας που ήλεγχε και εξακολουθεί να ελέγχει τους δρόμους. Έμμεσα τους είπε πως στις Σκουριές, το Ελληνικό και τα αεροδρόμια, πήγαν οι επενδυτές και κάνανε νταλαβέρι με τους προηγούμενους και την Κομισιόν, νομίζοντας πως έχοντας τη στήριξή τους, θα ξεπεράσουν κάθε εμπόδιο. Δεν είναι όμως έτσι, γιατί η Κομισιόν δεν ελέγχει τα συνδικάτα. Δεν ελέγχει τις ΜΚΟ. Δεν ελέγχει τον αυθορμητισμό των αγανακτισμένων…
Πιο Νονός πεθαίνεις…
Αναρωτιέμαι λοιπόν εγώ ο εντελώς αυθόρμητα και όχι επιτηδευμένα αγανακτισμένος από τα παραπάνω πολίτης. Γιατί ο κόσμος δεν αντέδρασε; Γιατί το περάσαμε στο ντούκου; Γιατί δεν είδαμε τίποτε το προκλητικό στο παραπάνω νταβατζηλίκι;
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο όμηροι εκφράζουν συμπάθεια και συμπόνια και έχουν θετικά συναισθήματα προς τους απαγωγείς τους, μερικές φορές σε σημείο που να υπερασπίζονται και να ταυτίζονται με τους απαγωγείς. Αυτά τα συναισθήματα γενικά θεωρούνται παράλογα υπό το πρίσμα του κινδύνου ή ρίσκου που υπέστησαν τα θύματα, οι οποίοι μπερδεύουν ουσιαστικά την έλλειψη κακοποίησης από τους απαγωγείς ως μια πράξη καλοσύνης. Η ονομασία «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» δόθηκε στο ψυχολογικό φαινόμενο που παρατηρήθηκε το 1973 στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, σε ομήρους μιας τραπεζικής ληστείας. Οι ληστές κράτησαν έξι ημέρες σε ομηρία τους εργαζόμενους της τράπεζας. Σε αυτή την περίπτωση τα θύματα της ομηρίας δημιούργησαν συναισθηματικό δέσιμο με τους θύτες τους, τους οποίους έφτασαν να υπερασπιστούν στο δικαστήριο μετά την απελευθέρωσή τους.
Οι ψυχολόγοι εντάσσουν το παραπάνω φαινόμενο, στην αποκαλούμενη Ψυχολογία του θύματος και αναφέρουν ότι άτομα που βρίσκονται σε μια σχέση εξουσίας και φόβου συχνά δημιουργούν συναισθηματικούς δεσμούς με το άτομο που τα κακοποιεί. Με απλά λόγια, τα τελευταία δυόμισι χρόνια, η κυβέρνηση μας δίνει εκατό χαστούκια την ημέρα. Κάθε μέρα! Έρχεται λοιπόν μία ωραία πρωία και μας ανακοινώνει πως από αύριο ο αριθμός των χαστουκιών θα μειωθεί στα ενενήντα. Και εμείς αντί να τους αρπάξουμε από τα αυτιά και να τους πούμε «με ποιο δικαίωμα μου δίνεις ενενήντα χαστούκια ημερησίως;», τους φιλάμε με ευγνωμοσύνη το χέρι και τους λέμε «ευχαριστώ για τα δέκα λιγότερα χαστούκια δώρο, μεγάλε μας αφέντη». Δηλαδή θεωρούμε την μικρή μείωση της κακοποίησης ως πράξη καλοσύνης.
Μήπως τελικά το πρόβλημα δεν είναι πως έγινε ο Τσίπρας Νονός αλλά ότι εμείς ήμασταν ανέκαθεν και λίγο ραγιάδες;
Παρεμπιπτόντως, τη δήλωση περί εξασφάλισης της συναίνεσης της κοινωνίας, επέλεξε να την κάνει ο πρωθυπουργός μας από το Σικάγο! Πάει. Τελείωσε. Σικάγο γίναμε…
* Ο κ. Δημήτρης Χριστοδουλάκης είναι Μαθηματικός, MSc Information Systems.
Φωτογραφία SOOC