Ειδικού Συνεργάτη*
Τα όσα προηγήθηκαν και ακολούθησαν την επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα αναδεικνύουν μια νέα μαύρη τρύπα στη χάραξη και υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Ο ίδιος ο Νίκος Κοτζιάς, αλλά και η ομάδα που τον περιβάλλει υποκύπτουν στον πειρασμό να εκλαμβάνουν την επιθυμία ως πραγματικότητα και αυτό συνήθως οδηγεί σε άστοχους χειρισμούς και υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις. Και η εξωτερική πολιτική και οι διεθνείς σχέσεις της χώρας συχνά αντιμετωπίζονται ως πείραμα στο εργαστήριο κάποιας Σχολής Διεθνών Σχέσεων στο μάθημα «Επίλυσης των διαφορών».
Η Αθήνα, μετά την επιστροφή του κ. Τσίπρα από την Ουάσιγκτον ξεδιπλώνει μια πολιτική που κόντρα στα γεγονότα και στην πραγματικότητα επιχειρεί να λύσει εσπευσμένα όλα τα ανοικτά ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και ο προβληματικός τρόπος με τον οποίο οργανώθηκε και προετοιμάστηκε η επίσημη επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Ελλάδα.
ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Οι άσπονδοι φίλοι της κυβέρνησης παρατηρούν ότι το ταυτόχρονο άνοιγμα όλων των θεμάτων (ελληνοτουρκικά, ελληνοαλβανικά, σκοπιανό) υπαγορεύεται από την προσπάθεια συνταύτισης με τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή, έναντι των δεσμεύσεων του κ. Τραμπ και της κυβέρνησής του για την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας και της στήριξης της κυβέρνησης στο θέμα του χρέους.
Η άνεση με την οποία η ελληνική κυβέρνηση ανοίγει τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής στηρίζεται σε μια ακόμη υποκειμενική αντίληψη της πραγματικότητας: Η Τουρκία καταρρέει και είναι σε θέση αδυναμίας, ο Ερντογάν είναι απομονωμένος και ανίσχυρος, με την Αλβανία και τα Σκόπια δεν έχουμε πρόβλημα να συζητήσουμε τα πάντα, καθώς η Ελλάδα είναι η ισχυρή, ενώ ακόμη και στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ δεν είναι λίγες οι φορές που ο ακαδημαϊκός οίστρος επισκιάζει τη διπλωματία.
Η ελληνική κυβέρνηση επέμεινε να πραγματοποιηθεί η επίσκεψη Ερντογάν και καθώς ο Κοτζιάς προσκάλεσε προφορικά τον Τούρκο πρόεδρο, λίγο αργότερα διέρρευσε και η ημερομηνία της επίσκεψης, ενώ ακόμη δεν είχε αποσταλεί από τον Προκόπη Παυλόπουλο η πρόσκληση.
ΕΚΤΕΘΗΚΑΝ
Ακολούθησε ένα πραγματικό μπαράζ διαρροών για τη «μάχη» που έδινε ο Π. Παυλόπουλος και ο γραμματέας της Προεδρίας πρέσβης Γ. Γεννηματάς (που είχε διατελέσει και πρέσβης στην Αγκυρα) για να διασφαλίσουν ότι η επίσκεψη δεν θα εξελιχθεί σε αυτό που τελικά έγινε: ότι δεν θα υπάρξουν προκλητικές κινήσεις και δηλώσεις… Και φυσικά αυτή η παρασκηνιακή «μάχη» εξέθεσε όλους, καθώς φυσικά και η επίσκεψη έγινε όπως την είχε προαναγγείλει ο Νίκος Κοτζιάς και το πρόγραμμα και το πλαίσιο στο οποίο υποτίθεται είχε συμφωνήσει ο Ερντογάν ποτέ δεν τηρήθηκαν…
Ακόμη πιο θλιβερή ήταν η προσπάθεια να παρουσιαστεί η επίσκεψη Ερντογάν ως αναζήτηση «σανίδας σωτηρίας» από τον Τούρκο ηγέτη, ως... μεσολαβητική προσπάθεια της Αθήνας μεταξύ Αγκυρας και Δύσης, ως μέσο για «διεθνή αναβάθμιση» του Ερντογάν…
Αλλά κι αν ακόμη ίσχυαν αυτές οι θεωρίες, μάλλον αποδείχθηκε πολύ βαρύ το τίμημα για την Ελλάδα, μια και ο Ερντογάν άνοιξε θέμα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης και επισημοποίησε μειονοτικό ζήτημα...
Ο ίδιος ο Ερντογάν, βεβαίως, πράγματι ήθελε την επίσκεψη στην Ελλάδα: είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που θα δεχόταν να κλείσει όλη την πρωτεύουσά της, να απαγορεύσει συγκεντρώσεις, να προστατεύσει από δυσάρεστες παρεμβάσεις τον Τούρκο ηγέτη. Και με το γνωστό ύφος επίδειξης δύναμης να στείλει από μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα μήνυμα τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ. Και βεβαίως να συμπληρώσει τις επισκέψεις του στους… «κρίκους» της νεοθωμανικής πολιτικής του στα Βαλκάνια με την επίσκεψή του στη Θράκη.
Τελικά ίσως η εξωτερική πολιτική είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να εγκαταλείπεται σε ακαδημαϊκούς και να εξαντλείται σε ερασιτεχνικούς ακροβατισμούς και αυτοσχεδιασμούς.
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ
Η ίδια αντίληψη είναι αυτή που οδηγεί σε πειραματισμούς στη βαλκανική πολιτική της χώρας. Με ακαδημαϊκά εργαλεία δημιουργούνται «πακέτα θεμάτων» για συζήτηση με τους Αλβανούς, επιτρέποντας έτσι στην αλβανική κυβέρνηση να επιχειρήσει να θέσει και θέματα όπως αυτό των Τσάμηδων, ενώ στα Σκόπια επέμεινε στο άλλο «θεωρητικό» εργαλείο, τα ανούσια Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και άλλες κινήσεις, που τελικά απλώς εξωραΐζουν την εικόνα των σχέσεων με τις δύο αυτές χώρες και δυσχεραίνουν τη διαπραγμάτευση την οποία επιδιώκει να έχει μαζί τους η Αθήνα, προκειμένου να επιλυθούν οι εκκρεμότητες και να δώσει το πράσινο φως για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. και την ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Φιλελεύθερος».