Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ας ξεκινήσουμε από έναν εύκολο παραγωγικό συλλογισμό: Η κυβέρνηση αγαπάει τους ανθρώπους. Η κυβέρνηση δεν αγαπάει την μεσαία τάξη. Άρα οι πολίτες της μεσαίας τάξης δεν είναι άνθρωποι…
Και έναν επαγωγικό: H κυβέρνηση θέλει να προστατεύσει τους φτωχούς. Με αποτέλεσμα να φορολογεί εξοντωτικά τη μεσαία τάξη. Επομένως, η ευημερία των φτωχών εξαρτάται άμεσα από την φορολόγηση και, κατ΄επέκταση, την τιμωρία της μεσαίας τάξης…
Θα μπορούσα να παραθέσω ένα σωρό «σοφίσματα» για να μεταφράσω τη σκέψη του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου ο οποίος παραδέχτηκε ότι ήταν στρατηγική επιλογή να υπερφορολογήσουν τη μεσαία τάξη, προκειμένου να μειωθεί η ανθρωπιστική κρίση! «Πιέσαμε τις μεσαίες τάξεις; Ναι αλλά δεν έπρεπε να έχουμε απόλυτη προτεραιότητα για την ανθρωπιστική κρίση;», ήταν η χαρακτηριστική φράση του, με την οποία ξεδίπλωσε τον πραγματικό στόχο της αριστερής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε όλους τους συλλογισμούς όμως, θα πρέπει να μην διανοηθώ να προσθέσω τη λέξη «παραγωγικότητα», μην τυχόν και διαταράξω τη σκέψη του χιουμορίστα υπουργού Γιούκλιντ- έλεγε ανέκδοτα χθες στη Βουλή με σαρανταποδαρούσες και άλλα ζωύφια…
Σε κάθε περίπτωση, τα πράγματα είναι μάλλον καθαρά. Σ΄αυτή τη χώρα, μεγαλώνουν γενιές ανθρώπων με κάποια διαχρονικά κοινά χαρακτηριστικά: την άγνοια κινδύνου, την διάθεση για πελατειακή προστασία, την απέχθεια για το κέρδος, το μίσος για την επιτυχία των άλλων και την αντιπάθεια προς τη Δημοκρατία. Αυτό το τελευταίο οφείλουμε να το προσέξουμε λίγο παραπάνω, δεδομένου πως, μέσα στην τραγικότητά μας, πιστεύουμε ακριβώς το αντίθετο. Η Ιστορία, βέβαια, και η πολιτική πραγματικότητα μας διαψεύδει, μιας και οι δικτατορίες του 20ου αιώνα υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλείς, ενώ σήμερα οι Έλληνες συνεχίζουν να ψηφίζουν κόμματα που τάσσονται κατά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (Χρυσή Αυγή, ΚΚΕ, κλπ).
Επομένως, είναι μάλλον αυτονόητη η στάση του ΣΥΡΙΖΑ και του Ευκλείδη Τσακαλώτου εναντίον της μεσαίας τάξης. Η οποία ανέκαθεν και από καταβολής πολιτεύματος, υπήρξε ο απαραίτητος στυλοβάτης της Δημοκρατίας. Είτε της συμμετοχικής είτε της κοινοβουλευτικής. Για τον πάρα πολύ απλό λόγο που θέλει την δημιουργία και την παραγωγικότητα ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την απαρχή της λειτουργίας μιας κοινωνίας ισότητας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πέρα από εκεί όμως, το βασικό ερώτημα είναι γιατί ο υπουργός Οικονομικών πιστεύει ότι η μεσαία τάξη είναι ακόμα τόσο εύπορη που μπορεί να θρέψει όλους τους άλλους πολίτες της χώρας. Γιατί νομίζει ότι υπάρχει τόση ευχέρεια διανομής πλούτου, προκειμένου να καλυφθούν συντάξεις, επιδόματα, νέοι διορισμοί και επιστροφή- ανύπαρκτου στην πραγματικότητα- πλεονάσματος στους πολίτες που βρίσκονται εκτός αγοράς και δεν συμμετέχουν στην παραγωγή πλούτου της χώρας;
Γιατί δεν τον ενδιαφέρει κανένα στοιχείο της οικονομίας που θα τον διέψευδε. Ούτε και έχει την παραμικρή ανησυχία για την αδυναμία ανάπτυξης με την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης που μπορεί να χάσει σταδιακά την όποια δυναμική εξισορρόπησης έχει στην αστική δημοκρατία. Στην πραγματικότητα, δεν του καίγεται καρφί για την τύχη της αστικής δημοκρατίας στη χώρα. Είναι μόνο Αριστερός και κατά φαντασίαν «εξτρεμιστής» που ονειρεύεται κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που καλείται σήμερα, να υπηρετήσει.
Ό τι κι αν κάνει όμως, είναι αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας στην οποία αναφέρεται. Που κατά βάση, αποτελείται από καταδικασμένους «επαίτες» εγκλωβισμένους σε μικρά ή μεγάλα πελατειακά δίκτυα. Δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και ανέργους. Και όσο αυτοί διευρύνονται ποσοτικά, εις βάρος της μεσαίας τάξης, τόσο πιο πολύ θα απειλεί με το δηλητήριό της, η «φυματική σαρανταποδαρούσα» του ΣΥΡΙΖΑ ή οποιουδήποτε άλλου «φιλολαϊκού» φορέα αργότερα.
Δεν ξέρω αν η κατάσταση σε ένα ή δύο χρόνια, θα είναι μη αναστρέψιμη. Οι «Ρομπέν των χαζών» όμως είναι εδώ, χωρίς ντροπή και αίσθηση του εγκλήματος που διαπράττουν εις βάρος όλων μας…