Της Κατερίνας Οικονομάκου
Πάνε μήνες από την τελευταία φορά που η Ραφάχ Μοχάμεντ Αλ Κιουνούν μίλησε και φωτογραφήθηκε δημόσια. Ήταν στον Καναδά, λίγο καιρό αφού της παραχωρήθηκε άσυλο για να συνεχίσει εκεί τη ζωή της. Καθώς ο καιρός περνάει, το όνομά της μπορεί και να ξεχαστεί. Αρκεί να δει κανείς, όμως, μια φωτογραφία της για να έρθει στον νου του η ιστορία της, που τον περασμένο Ιανουάριο έκανε τον γύρο του κόσμου. Τότε, επί δύο εικοσιτετράωρα η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθούσε ένα θρίλερ σε εξέλιξη: Η 18χρονη Ραφάχ, κλεισμένη σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο αεροδρόμιο της Μπανγκόκ, έκανε έκκληση για βοήθεια μέσω του Twitter. Λίγες ώρες νωρίτερα το είχε σκάσει από την οικογένειά της, με την πρόθεση να μπει σε ένα αεροπλάνο με προορισμό την Αυστραλία, όπου θα ζητούσε άσυλο.
Όταν το σχέδιο που είχε καταστρώσει πήρε μια δυσάρεστη, απρόσμενη τροπή, η κοπέλα αποφάσισε να δείξει το πρόσωπό της και να πει ανοιχτά το όνομά της στα σόσιαλ μίντια. Την ώρα που η πρεσβεία της χώρας της ασκούσε πιέσεις στην κυβέρνηση της Ταϊλάνδης να τη συλλάβει, η δημοσιότητα ήταν η μόνη της προστασία. Η περιπέτεια της 18χρονης ξεσήκωσε διεθνές κύμα αλληλεγγύης. Μέσα σε ελάχιστες ώρες, εκατομμύρια άνθρωποι από όλον τον κόσμο είχαν ακολουθήσει τον λογαριασμό της στο Twitter και έστελναν μηνύματα συμπαράστασης, με αποκορύφωμα την παρέμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Όταν η κυβέρνηση του Καναδά ανακοίνωσε ότι προσφέρει άσυλο στη Ραφάχ, στο Twitter έγινε πάρτι.
Το hastag που έγινε viral στο αραβικό Twitter
Όταν μετά το χάπι εντ είχαμε πια όλοι αφήσει πίσω μας την υπόθεση, υπήρχε ακόμη μια ομάδα από ανθρώπους που ήταν αποφασισμένοι να την κρατήσουν στον αφρό της εσωτερικής τους επικαιρότητας: Οι γυναίκες της Σαουδικής Αραβίας. Με τη Ραφάχ ασφαλή στην άλλη άκρη του κόσμου, οι συμπατριώτισσές της ξεχύθηκαν στα σόσιαλ μίντια της χώρας για να κάνουν viral ένα hastag που μεταφράζεται ως «καταργήστε το σύστημα της κηδεμονίας, αλλιώς θα φύγουμε όλες».
Στις αρχές του μήνα, το υπουργικό συμβούλιο της Σαουδικής Αραβίας ενέκρινε το βασιλικό διάταγμα που ορίζει ότι από εδώ και στο εξής οι γυναίκες που έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους, έχουν το δικαίωμα να βγάλουν διαβατήριο και να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, χωρίς να απαιτείται η έγκριση κάποιου άντρα από το στενό οικογενειακό περιβάλλον τους. Θα έχουν επίσης το δικαίωμα να πηγαίνουν μόνες τους στις δημόσιες υπηρεσίες και να καταχωρούν γάμους, γεννήσεις ή διαζύγια. Για να παντρευτούν, πάντως, χρειάζονται ακόμη την άδεια από κάποιον στενό συγγενή, τον πατέρα ή τον αδελφό τους.
Θεωρείται βέβαιο ότι ο θόρυβος που προκλήθηκε διεθνώς από την περιπέτεια της Ραφάχ λειτούργησε ως καταλύτης. Η 18χρονη δεν ήταν η πρώτη που επιχειρούσε να το σκάσει από τη χώρα. Στην πραγματικότητα, τα τελευταία τρία χρόνια βρισκόταν σε εξέλιξη μια αθόρυβη, αλλά μαζική έξοδος γυναικών από τη Σαουδική Αραβία. Οι περισσότερες διέφευγαν με προορισμό την Αυστραλία, καθώς ήταν πιο εύκολο να πάρουν βίζα, αλλά πολλές βρίσκονται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, μάλιστα, το γεγονός ότι δόθηκε τώρα οδηγία στις πρεσβείες της χώρας να πάψουν να επιδιώκουν την επιστροφή των γυναικών. Επιδίωξη που, σύμφωνα με μαρτυρίες, θα μπορούσε κανείς να περιγράψει ως συστηματικό εκφοβισμό. Εάν η υπόθεση Κασόγκι και ο πόλεμος στην Υεμένη στιγματίζουν ανεξίτηλα το προφίλ του βασιλείου, η ανακοίνωση για τη χαλάρωση του συστήματος κηδεμονίας των γυναικών έρχεται να λειτουργήσει σαν ένεση προοδευτικότητας.
Ο ψυχίατρος που έφυγε από το «βασίλειο του τρόμου»
Για την ώρα, μόνο με τεράστια επιφύλαξη μπορεί κανείς να δει τις εξελίξεις. Γιατί μένει να δούμε πώς θα αξιοποιήσουν τις νέες δυνατότητες οι ίδιες οι γυναίκες της Σαουδικής Αραβίας. Πριν από λίγο καιρό, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Rundschau», ο Σαουδάραβας πολιτικός πρόσφυγας Ταλέμπ Αλ Αμπντουλμοχσέν έλεγε ότι αν μπορούσαν οι συμπατριώτισσές του να βγάλουν διαβατήριο και να πάνε στο αεροδρόμιο, θα εγκατέλειπαν τη χώρα κατά χιλιάδες. Ο Αμπντουλμοχσέν στηρίζει την εικασία του στην εμπειρία που έχει αποκτήσει τα τελευταία δύο χρόνια, μέσα από το wearesaudis.net, το οποίο διευθύνει.
Ο 46χρονος ψυχίατρος, ο οποίος ζει στη Γερμανία, έφτιαξε το site του πριν από δύο χρόνια, προκειμένου να προσφέρει βοήθεια σε συμπατριώτες του που ήθελαν να δραπετεύσουν από αυτό που ο ίδιος περιγράφει ως το «βασίλειο του τρόμου». Ο Αμπντουλμοχσέν έκανε την ειδικότητά του σε ένα νοσοκομείο μιας πόλης στην Ανατολική Γερμανία, όταν άρχισε να δραστηριοποιείται σε διάφορα online φόρουμ όπου συναντιόνταν Σαουδάραβες για να συζητήσουν για τη θρησκεία και την πολιτική.
Νεαρός άντρας ακόμη τότε, αυτοπροσδιοριζόταν ήδη ως άθεος. Και στις συζητήσεις δεν το έκρυβε. «Τότε άρχισαν οι απειλές, παρότι στο φόρουμ δεν είχα αποκαλύψει την ταυτότητά μου», λέει στην εφημερίδα. «Η ζωή στη Σαουδική Αραβία είναι ένα βασανιστήριο και αν δεν συμπεριφέρεσαι σαν πιστός μουσουλμάνος, κινδυνεύεις. Εγώ δεν ήμουν διατεθειμένος να ζω με τον φόβο, γι'' αυτό έφυγα» συνεχίζει. Αλλά δεν είχε σκεφτεί να ζητήσει άσυλο. Δεν θεωρούσε ότι υπάρχει λόγος. Μέχρι που άρχισαν οι απειλές κατά της ζωής του.
Και τι απέγινε η Ντίνα Αλί Λασλούμ;
Για τις γυναίκες της χώρας του η κατάσταση είναι αφάνταστα πιο σκληρή λέει. Ο Αμπντουλμοχσέν διηγείται ότι έχει βοηθήσει τουλάχιστον 1.000 γυναίκες έως σήμερα, δίνοντάς τους πληροφορίες γύρω από το πώς και πού μπορούν να ζητήσουν άσυλο, ποιες χώρες είναι πιθανότερο να τις βοηθήσουν, τι πρέπει να κάνουν για να πάρουν βίζα ώστε να ταξιδέψουν, πώς μπορούν να το κάνουν κρυφά. «Οι γυναίκες αυτές αποκαλούν την πατρίδα μας τάφο» λέει. Όσες ζητούν τη βοήθειά του, είναι στην πλειονότητά τους από 18 έως 30 ετών.
Οι ακτιβίστριες της χώρας δεν έχουν ψευδαισθήσεις. Η μερική άρση του συστήματος της κηδεμονίας δεν σημαίνει ότι οι άντρες θα αλλάξουν συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες και τις κόρες τους από τη μια ημέρα στην άλλη. Και οπωσδήποτε δεν συντελέστηκε μια επανάσταση, τουλάχιστον όχι ακόμη. Οι γυναίκες εξακολουθούν να έχουν λόγους να θέλουν να αφήσουν τη χώρα. Το ότι ο νόμος τούς δίνει τώρα το δικαίωμα να βγάλουν διαβατήριο και να εμφανιστούν στο αεροδρόμιο χωρίς να ενημερωθεί επιτόπου μέσω SMS και email ο κηδεμόνας τους, δεν σημαίνει ότι θα τους είναι και πανεύκολο να το κάνουν.
Τον Απρίλιο του 2017, Ντίνα Αλί Λασλούμ, μια νεαρή καθηγήτρια αγγλικών από το Ριάντ, επιχείρησε να το σκάσει από τη χώρα. Τη συνέλαβαν στο αεροδρόμιο της Μανίλα, στις Φιλιππίνες. Βίντεο που έχουν στο μεταξύ κάνει τον γύρο του κόσμου, δείχνουν την γυναίκα να εκλιπαρεί, κλαίγοντας, τους αστυνομικούς του αεροδρομίου να της επιτρέψουν να μείνει εκεί. Μάταια. Σύμφωνα με μαρτυρίες, την έβαλαν με τη βία σε ένα αεροπλάνο με κατεύθυνση την πατρίδα της. Τα πόδια και τα χέρια της ήταν δεμένα, ενώ το στόμα της κλεισμένο με κολλητική ταινία.
Έκτοτε, κανείς δεν έχει νέα της. Αυτές τις μέρες, οι ακτιβίστριες για τα γυναικεία δικαιώματα στη Σαουδική Αραβία, μέσα στη χαρούμενη ατμόσφαιρα για την επιτυχία τους, δεν ξεχνούν τη νεαρή γυναίκα και απαιτούν να μάθουν ποια ήταν η μοίρα της. Ελπίζοντας ότι δεν ήταν η σκληρότερη.
* Φωτογραφία AP: Η Ραφάχ Μοχάμεντ Αλ Κιουνούν (δεξιά)
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο στις 2 Σεπτεμβρίου 2019.