Ρέκβιεμ

Ρέκβιεμ

Του Κώστα Μποτόπουλου*

Μια βδομάδα σαν κι αυτήν, θα έπρεπε να μιλάμε, κυρίως στη φτωχή σε τέτοια μεγέθη Ελλάδα, για την απώλεια και την κληρονομιά του μεγάλου φυσικού που νίκησε την ύλη με τη δύναμη της διάνοιάς του. Αντ'' αυτού αναγκαζόμαστε να παρακολουθούμε το θέαμα όλων αυτών που διαλύονται γύρω μας αφήνοντας πίσω τους μόνο συντρίμμια.

Το ελληνικό ποδόσφαιρο αυτοκαταργήθηκε, γιατί η ελληνική πολιτεία παρουσιάστηκε να υπολείπεται διττώς. Πρώτον, γιατί κάθε άλλο παρά έμεινε αμέτοχη στα διοικητικά του ποδοσφαίρου και κάθε άλλο παρά αποθάρρυνε την προνομιακή σχέση ανθρώπων (και) του ποδοσφαίρου με κυκλώματα και συμφέροντα της εξουσίας. Και δεύτερον, γιατί, μετά τα ντροπιαστικά γεγονότα της Τούμπας, αντί να πάρει τα επιβεβλημένα μέτρα κατά των υπευθύνων, κατέβασε τα ρολά ολόκληρου του πρωταθλήματος, προστατεύοντας, στην ουσία, τους φταίχτες και τιμωρώντας τις άλλες ομάδες και το ίδιο το άθλημα. Η συνέχεια είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένη: ανυποληψία και αποπομπή της Ελλάδας και στο ποδόσφαιρο.

Ενας ιστορικός τηλεοπτικός σταθμός έκλεισε, γιατί τον εγκατέλειψαν οι ιδιοκτήτες του, αλλά και γιατί τον πολέμησε, διαστρέφοντας κι εδώ το ρόλο της, η πολιτεία. Από όλο το νομικο-πολιτικο-επικοινωνιακό σίριαλ των τηλεοπτικών αδειών, που έχει πάρει, εδώ και ένα χρόνο, τη θέση των πραγματικών τηλεοπτικών σίριαλ, η κυβέρνηση έχει μόνο αυτή την «επιτυχία» να δείξει: το κλείσιμο του εμβληματικού «καναλιού της διαπλοκής». Μιας διαπλοκής που, για τη συγκεκριμένη κυβέρνηση, ταυτίζεται με την άσκηση κριτικής σε βάρος της και οδηγεί σε άλλο ένα κενό - γιατί μάλλον δεν γίνεται έτσι «εξυγίανση» του τηλεοπτικού τοπίου.

Η κατάσταση προχωρημένης αποσύνθεσης, πιθανώς σύντομα και η ταφή, του ΕΦΚΑ πιστοποιήθηκε με τη διά συνοπτικών διαδικασιών παραίτηση/αποπομπή του διοικητή του νεοϊδρυθέντος οργανισμού. Μόνο που αυτή τη φορά οι κυβερνητικοί παράγοντες δεν «παραίτησαν» έναν μη φίλιο ή έναν «ανεξάρτητο» επικεφαλής, αλλά τον άνθρωπο που, μόλις πριν από έναν χρόνο, οι ίδιοι διάλεξαν για να σηματοδοτήσουν τη μεγάλη ασφαλιστική τους «μεταρρύθμιση». Μια μεταρρύθμιση που όχι μόνο έχει ήδη πέσει έξω αριθμητικά, αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να σταθεί στα πόδια της πρακτικά. Κι από κοντά και η αξιολόγηση στο Δημόσιο, που αναβλήθηκε επ' αόριστον για να γλιτώσουμε την «άχρηστη γραφειοκρατία». Απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που μένουν στα χαρτιά και βαφτίζονται «επιτυχίες» ή «γραφειοκρατικά εμπόδια» ώστε να συμπληρωθεί το κενό.

Το κοινό χαρακτηριστικό των κατά τα άλλα ετερογενών λαϊκιστικών κινημάτων του 21ου αιώνα, στα οποία δυστυχώς αλλά αναμφίβολα ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η κατάλυση χωρίς προσπάθεια να χτιστεί κάτι. Οπως διέλυσε το Οbamacare και τη μεγάλη περιβαλλοντική προσπάθεια του προκατόχου του ο Τραμπ, χωρίς να βάλει τίποτα στη θέση τους, όπως κατέλυσαν το κράτος δικαίου στις χώρες τους ο Κατσίνσκι, ο Ορμπαν, ο Ερντογάν, ο Μαδούρο και ο Πούτιν, βάζοντας στη θέση του τον εαυτό τους, όπως διέλυσε την προνομιακή της σχέση με την Ευρώπη η Βρετανία αντικαθιστώντας την με την πλήρη σύγχυση, έτσι και οι δικοί μας κυβερνώντες ξεθεμελιώνουν τους θεσμούς με μόνο σκοπό να δυσκολέψουν τους αντιπάλους τους. Ετσι όμως ξεθεμελιώνουν τη χώρα.

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στη στήλη «ΝΟΜΟΛΟΓΙΕΣ», του «Φιλελεύθερου» της Παρασκευής 16 Μαρτίου, αρ. φύλλου 80.