Του Λέανδρου Ρακιντζή*
Διάβασα μια είδηση που με προβλημάτισε ιδιαιτέρως. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να εγκαταστήσει 1000-1500 πρόσφυγες σε δημόσια αγροτεμάχια κατά παραχώρηση. Πρόκειται για μία κίνηση που συνιστά μερική λύση του μεταναστευτικού προβλήματος αλλά ταυτόχρονα και επωφελή κίνηση για την αγροτική οικονομία.
Η υλοποίηση όμως της ιδέας αυτής απαιτεί, εκτός από τον ακριβή χωροταξικό σχεδιασμό, λεπτομερή και ειλικρινή διαχείριση του ζητήματος. Εννοείται χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις του τύπου «τα σκουπίδια στην αυλή του γείτονα» με πρόβλεψη αντιμετώπισης των δυσχερειών που θα ανακύψουν από την αντίδραση και τη μη συνεργασία των τοπικών κοινωνιών. Επιπλέον, ο κρατικός μηχανισμός οφείλει να επιδείξει ευαισθησία όσον αφορά το θέμα της μη ισότιμης με τους Έλληνες μεταχείρισης από τις δημόσιες υπηρεσίες και κυρίως τη μη εκμετάλλευση των προσφύγων από τους διαφόρους μεσάζοντες και επιτήδειους.
Στην αντίθετη περίπτωση, οι πρόσφυγες δεν πρόκειται να ενσωματωθούν ομαλά, στην κοινωνία, με μεγάλο κόστος για την ελληνική οικονομία.
Και όπως πάντα, κάθε παρόμοιο ευαίσθητο ζήτημα προϋποθέτει μία ολοκληρωμένη νομική βάση. Η επιτυχία του σχεδίου εξαρτάται από την ακριβή νομοθετική πρόβλεψη με ταχεία έκδοση των αναγκαίων υπουργικών αποφάσεων, πλήρη χωροθέτηση των παραχωρούμενων εκτάσεων ελευθέρων βαρών και αναμφισβήτητου κυριότητος του δημοσίου και όχι βιαστική και πρόχειρη εγκατάσταση των προσφύγων με την ελληνική επιπολαιότητα και το σύνηθες «βλέποντας και κάνοντας».
Αλλά και η ίδια η πραγματικότητα επιβάλλει σοβαρούς χειρισμούς. Είναι γεγονός ότι η ορεινή ύπαιθρος έχει ερημώσει, στα ορεινά και ημιορεινά χωριά έχουν απομείνει κυρίως το χειμώνα ελάχιστοι γέροντες, που ζουν με τις συντάξεις του ΟΓΑ, ενισχύοντας από αυτές και τα παιδιά τους, η αγροτική παραγωγή και η κτηνοτροφία των περιοχών αυτών έχει περιορισθεί σ'αυτά που καταναλώνουν οι ίδιοι και κάποιοι μετανάστες κυρίως Αλβανοί, που κάποτε είχαν εγκατασταθεί εκεί. Αμφιβάλλω όμως, εάν οι πρόσφυγες θελήσουν να εγκατασταθούν σ' ένα έρημο και μη εύφορο περιβάλλον, που δεν προσφέρει προοπτικές για επιτυχείς καλλιέργειες και καλές συνθήκες ζωής.
Επομένως, πρέπει να επιλεγούν περιοχές, που προσφέρουν προοπτικές επιτυχούς εγκαταστάσεως. Τέτοιες περιοχές μπορεί να βρεθούν στην «Παλιά Ελλάδα», γιατί στις «νέες χώρες» έχουν εγκατασταθεί πρόσφυγες από τη Μικρασιατική Καταστροφή και υπό προϋποθέσεις σε κάποια νησιά του Αιγαίου. Είναι γεγονός, όμως, ότι το δημόσιο δεν γνωρίζει την ακίνητη περιουσία του, γιατί ποτέ δεν έχει συντάξει κτηματολόγιο και κάποιες εκτάσεις, που φέρονται στα βιβλία του ως δημόσιες έχουν κατά το πλείστον καταπατηθεί από ιδιώτες, που αναμένουν να τις εξαγοράσουν με νομοθετική ρύθμιση, που έχει πολλές φορές εξαγγελθεί. Θα ήταν ας πούμε, μοιραίο λάθος να παραχωρηθούν στους πρόσφυγες καταπατημένες δημόσιες εκτάσεις και να εμπλακούν σε ατελείωτες δικαστικές διενέξεις με το υπάρχον δικαστικό σύστημα, όπου όλο το χωριό θα καταθέτει, ενόρκως, ότι το δημόσιο δεν ήταν ποτέ κύριον.
Οι παραχωρήσεις των εκτάσεων πρέπει να ρυθμισθούν νομοθετικά με διατάξεις σύμφωνες με τον παλαιό Αγροτικό Κώδικα δηλαδή να μη μπορούν να εκποιηθούν έστω και ατύπως, να υποθηκευθούν, να μισθωθούν σε τρίτους και όταν οι πρόσφυγες δεν τις εκμεταλλεύονται πλέον να ανακαλείται το παραχωρητήριο. Επίσης, οι κλήροι πρέπει να είναι βιώσιμοι με αρκετή χρηματοδότηση για τα πρώτα δύσκολα χρόνια, να τους παρασχεθεί τεχνική βοήθεια από δημοσίους γεωπόνους, με υποδείξεις καλλιεργειών και μέριμνα για τη διάθεση των προϊόντων, για να μη πέσουν θύματα των μεσαζόντων, που μετά την αποτυχία των συνεταιρισμών λυμαίνονται την αγροτική παραγωγή. Επίσης πρέπει να προσεχθεί, ώστε στις ακριτικές περιοχές να μην εγκαθίστανται μη χριστιανοί πρόσφυγες για να μη δημιουργηθεί μακροχρονίως εθνικό θέμα.
Σε ό τι αφορά την χρηματοδότηση, τα κονδύλια για την εγκατάσταση των προσφύγων πρέπει να προέρχονται από εθνικούς πόρους υποβαλλόμενα σε έλεγχο, ενώ εάν είναι αλλοδαπά μπορεί να επιβληθεί διεθνής εποπτεία με δυσμενείς για τη χώρα όρους. Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι οι πρόσφυγες ,εάν εμφανίσουν σημεία προόδου και τύχουν ευνοικών παροχών, θα αντιμετωπίσουν τη ζηλοφθονία και εχθρότητα των λοιπών αγροτών, που έχουν συνηθίσει να θεωρούν τους μετανάστες ως ανθρώπους δευτέρας κατηγορίας και να τους συμπεριφέρονται ανάλογα. Αν τύχει μάλιστα, να είναι μη χριστιανοί μπορεί να υπάρξει κίνδυνος επεισοδίων.
Έχω δυστυχώς, την εντύπωση, ότι το όλο σχέδιο διέρρευσε μόνο για επικοινωνιακούς λόγους, χωρίς καμία προετοιμασία η μελέτη και εάν η υλοποίησή του ξεκινήσει πρόχειρα θα ανακύψουν τόσα προβλήματα, που τελικώς θα εγκαταλειφθεί. Επειδή όμως πρόκειται περί λειτουργικής ιδέας με σοβαρά οφέλη για τη χώρα, ελπίζω να ευοδωθεί η προσπάθεια. Με την απαραίτητη προϋπόθεση νομικής και αληθινής προετοιμασίας. Και κυρίως, με την έμπρακτη και συνεχή στήριξη στους πρόσφυγες μέχρι να ενσωματωθούν στις τοπικές κοινωνίες.
*Ο κ. Λέανδρος Τ. Ρακιντζής, είναι Αρεοπαγίτης ε.τ.