Της Ελίζας Βόζεμπεργκ*
Τέσσερα χρόνια συνεχιζόμενης μεταναστευτικής πίεσης και στον απόηχο μίας ακόμη Συνόδου Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών για το ζήτημα, φοβάμαι ότι ούτε ο εθελοντισμός ούτε η αλληλεγγύη επαληθεύτηκαν στην πράξη.
Το πρόβλημα είναι λίγο πολύ γνωστό και έχει να κάνει με τη διαίρεση της Ευρώπης σε δύο στρατόπεδα: Στις χώρες πρώτης υποδοχής που επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος και σε εκείνες τις χώρες που φαίνεται να μην τους αγγίζει το θέμα ή συνειδητά το αγνοούν.
Λόγω της συμμετοχής μου στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρακολουθώ εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις στο κορυφαίο αυτό ζήτημα, που απασχολεί τους Ευρωπαίους πολίτες και έχει αναδείξει κενά στην ευρωπαϊκή συνοχή.
Στο πλαίσιο αυτό, έχω ασκήσει πιέσεις προς πάσα κατεύθυνση, ώστε η Ελλάδα να λάβει το αυτονόητο. Με πληθώρα παρεμβάσεων και κοινοβουλευτικών ερωτήσεων, με τροπολογίες σε νομοθετικά κείμενα και ψηφίσματα, με επαφές εντός και εκτός Κοινοβουλίου ζήτησα την έμπρακτη εκδήλωση αλληλεγγύης προς τη χώρα μου για τη διαχείριση μίας παγκόσμιας κρίσης.
Γνωρίζουμε ότι το πολιτικό διακύβευμα είναι κρίσιμο για ορισμένα κράτη μέλη, όπως επιβεβαιώθηκε άλλωστε και κατά τις συζητήσεις στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής. Η αύξηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων για τη διαχείριση της κρίσης και την ενίσχυση της φύλαξης στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. αποτελεί τη μία όψη του νομίσματος. Είναι εξόχως σημαντική, στο βαθμό που καλύπτει τρέχουσες επιτακτικές ανάγκες, οπωσδήποτε πάντως δεν λύνει το πρόβλημα.
Την ανάγκη συνεργασίας με τρίτες χώρες της Αφρικής, προκειμένου να πραγματοποιείται εκεί η διάκριση των παράνομων μεταναστών, δεν την ακούμε για πρώτη φορά. Ωστόσο, δεν υπάρχει η αναμενόμενη ανταπόκριση από τις χώρες αυτές εδώ και αρκετά χρόνια.
Με αυτά τα δεδομένα, οι διακινητές συνεχίζουν να στέλνουν στρατιές μεταναστών στην Ευρώπη από όλες τις διαδρομές της Μεσογείου και η Τουρκία συνεχίζει να απειλεί με κάθε ευκαιρία ότι θα αναστείλει την εφαρμογή της Συμφωνίας με την Ε.Ε. για το προσφυγικό.
Να θυμίσω, το Μάιο 2016 καλωσορίσαμε την πρόταση της Κομισιόν για τη δημιουργία ενός δίκαιου, αποδοτικού και ουσιαστικά βιώσιμου Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου με την υποχρεωτική κατανομή των αιτήσεων ασύλου μεταξύ των κρατών μελών.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τη σειρά του επιβεβαίωσε την ενισχυμένη θέση του μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας και μετέτρεψε την πρόταση σε ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια των Ευρωπαίων ηγετών κατά τη χθεσινή τους συνάντηση.
Τα συμπεράσματα της Συνόδου δεν μας δικαιώνουν. Ο μόνιμος και δεσμευτικός μηχανισμός μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο σε όλη την Ε.Ε. έδωσε τη θέση του και πάλι στην έννοια της «εθελοντικής αλληλεγγύης», η οποία αποδεδειγμένα δεν λειτούργησε ούτε κατά τις περιόδους της ανεξέλεγκτης προσφυγικής κρίσης.
Η νέα δέσμευση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για αναθεώρηση του Συστήματος του Δουβλίνου μέχρι το τέλος του έτους μοιάζει περισσότερο σαν πίστωση χρόνου πριν το τελικό ναυάγιο των διαπραγματεύσεων ελλείψει πολιτικής βούλησης.
Όσο η κατάσταση παραμένει ως έχει, θα συνεχίζει η Ελλάδα, αν και μικρή χώρα με τεράστια οικονομικά προβλήματα, να σηκώνει άδικα στους ώμους της ένα δυσανάλογο βάρος με τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές προεκτάσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ηθικό και πολιτικό χρέος πια να αντισταθεί στην απειλή μετατροπής της Ελλάδας σε χώρα εγκλωβισμού προσφύγων. Το μερίδιο ευθύνης που τη βαραίνει για την κατάσταση που βιώνουμε σήμερα είναι μεγάλο, εξαιτίας άστοχων επιλογών ανοίγματος των συνόρων το 2015 και κυρίως λόγω απουσίας σοβαρής εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής.
* Η κα Ελίζα Βόζεμπεργκ είναι Ευρωβουλευτής, Νέα Δημοκρατία.
Φωτογραφία: AP Photo/Giannis Papanikos