Της Ελένης Σιάση*
Αν ανατρέξουμε σε όλη την τριετή θητεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ, κυρίως στον ευαίσθητο και κρίσιμο χώρο της Εκπαίδευσης, υπάρχουν δύο σημαίνοντα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν, η προχειρότητα και οι συνεχείς παλινωδίες που διαφαίνονται από τις έως τώρα ενέργειές της. Ενέργειες που άλλοτε έχουν ως βάση τη λειψή προετοιμασία του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων στα θέματα της Παιδείας μας και άλλοτε την επιδερμική προσέγγιση των ζητημάτων αυτών ή ακόμη και τις ιδεολογικές σκοπιμότητες των ατόμων που υπηρετούν το συγκεκριμένο Υπουργείο.
Αρχικά η ανευθυνότητα και η ανικανότητα της κυβέρνησης να βάλει μία τάξη στον εκπαιδευτικό τομέα γίνονται εμφανείς από τη στιγμή που μέχρι τώρα έχουν αλλάξει δύο Υπουργοί Παιδείας. Άρχισε τη θητεία του ο κ. Φίλης με το που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015, στη συνέχεια τον αντικατέστησε ο κ.Μπαλτάς και έπειτα ορίστηκε Υπουργός ο κ. Γαβρόγλου, ο οποίος παραμένει έως σήμερα. Η αλήθεια όμως είναι πως ο χώρος της Παιδείας μας απαιτεί μια σταθερότητα και μία συνέχεια με στόχο την πρόοδο, χωρίς βέβαια να διαγράφονται οι λαμπρές κατακτήσεις του παρελθόντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανευθυνότητας από την πλευρά της κυβέρνησης αποτελεί η κατάργηση της Τράπεζας των Θεμάτων για το Λύκειο. Προχώρησε, λοιπόν, στην κατάργηση του συστήματος αυτού τον Μάρτιο του 2015, αμέσως αφού εξελέγη ο ΣΥΡΙΖΑ διότι ήταν μία από τις προεκλογικές του εξαγγελίες. Διάφορα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είχαν υποσχεθεί στους εκπαιδευτικούς, στους μαθητές και στους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων που αντιδρούσαν ότι θα την εξαλείψουν. Έτσι και έκαναν, μόνο και μόνο για λόγους ψηφοθηρικούς, κι ας ήταν η Τράπεζα Θεμάτων ένα σύστημα που προέτρεπε τους καθηγητές και τους μαθητές σε μια πιο εξονυχιστική μελέτη.
Εξάλλου, η κυβέρνηση αυτή τάσσεται αναμφίβολα κατά της Αριστείας και το απέδειξε με πολλούς τρόπους. Πρώτα διέλυσε τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία, αμέσως μετά προχώρησε στην περιθωριοποίηση των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο και τέλος αποφάσισε ότι είναι καλύτερα στα Δημοτικά να γίνεται κλήρωση για τη Σημαία. Το Υπουργείο Παιδείας αντί να θέσει τον πήχη ψηλά και να δείξει στους μαθητές μας ότι μόνο με τη συνεχή προσπάθεια και τον κόπο μπορούν να προσβλέπουν σε ένα φωτεινότερο μέλλον, ισοπεδώνει την Παιδεία. Μάλιστα, την υποβάθμιση τη βαφτίζει ως μεταρρύθμιση. Για αυτό η Νέα Δημοκρατία έχει δεσμευθεί πως θα επαναφέρει άμεσα τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία ως νησίδες αριστείας, αξιολόγησης και προόδου, όπως και θα επαναπροσδώσει στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών το κύρος που τους αρμόζει.
Οι δε παλινωδίες του Υπουργείου στο θέμα των Πανελλαδικών Εξετάσεων είναι μοναδικές. Συσκέπτονται οι αρμόδιοι και οι ιθύνοντες εδώ και τρία χρόνια και ακόμη δεν έχουν αποφασίσει ποιο είναι το σύστημα που θέλουν να εφαρμόσουν. Τα παιδιά όμως βρίσκονται σε διαρκή αγωνία για το μέλλον τους, καθώς αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες που περνάει η χώρα μας.
Το σκοτάδι απλώνεται και στο χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς η κυβέρνηση έθεσε σε ισχύ το νόμο περί κατάργησης του ασύλου. Τα Πανεπιστήμιά μας έχουν μετατραπεί σε χώρο ανομίας, ενώ θα έπρεπε να αποτελούν εστία πνευματικής ακτινοβολίας. Οι εικόνες των Ιδρυμάτων μας μόνο ντροπή και θλίψη μπορούν να μας προκαλέσουν και σίγουρα δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Και φτάνουμε στη συγχώνευση - κατάργηση των Σχολών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝ.ΕΛ ακολουθούν πιστά τις μνημονιακές πρακτικές, ενώ στο παρελθόν τις καταριόνταν. Προσωπικά, βλέπω πως χειρίζονται περισσότερο το θέμα αυτό με όρους επικοινωνίας παρά με όρους ουσίας. Ονομάζουν τις συγχωνεύσεις ως μία ακόμη σπουδαία επιτυχία τους. Όμως εγώ περιμένω να δω την ουσιαστική αναβάθμιση των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων μας, όπως και την αναμόρφωση των ΑΕΙ που πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο για μια χώρα που θέλει να έχει μέλλον στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Οπότε, προτείνω να γίνει επιτέλους η σύνδεση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και τις τοπικές οικονομίες, για να τεθούν οι βάσεις για τη μείωση της ανεργίας στην Ελλάδα. Όπως, επίσης, να πάψουμε να διδασκόμαστε και να διδάσκουμε γνώσεις αναχρονιστικές με μεθόδους ξεπερασμένες. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η Παιδεία μας θα απωλέσει τον Ανθρωπιστικό της χαρακτήρα.
Αναντίρρητα, το εκπαιδευτικό μας σύστημα αποτελεί τον φορέα της Παιδείας μας, μιας Παιδείας φωτισμένης που δυστυχώς πλήττεται, καθώς δεν έχει χαραχθεί μέχρι σήμερα ενιαία εθνική γραμμή. Επιβάλλεται, λοιπόν, διάλογος γόνιμος και ουσιαστικός όλων των πολιτικών παρατάξεων με τους εκπαιδευτικούς φορείς και με τη συναίνεση της κοινωνίας, έτσι ώστε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για μια Εκπαίδευση Ανθρωπιστική και συνάμα Τεχνοκρατική που θα μας βγάλει από την κρίση.
* Η Ελένη Σιάση είναι Φιλόλογος, Τομεάρχης Παιδείας ΝΔ Ν. Ιωαννίνων, Πολιτικό στέλεχος στον τομέα Παιδείας από το Μητρώο Στελεχών
Φωτογραφία: Intimenews