Η κεντρική ιδέα της κυριακάτικης αρθρογραφίας είναι πως η κυβέρνηση έχασε μεν τέσσερις δημοσκοπικές μονάδες από τον Νοέμβριο, όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να εκμεταλλευθεί αυτό το γεγονός. Αυτή η κατάσταση καθόλου δεν θα πρέπει να οδηγήσει την κυβέρνηση σε μιαν επανάπαυση, καθώς υπάρχει ένα σημείο πάντα, πέρα από το οποίο η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση μετατρέπεται αυτομάτως σε κέρδη για την αξιωματική αντιπολίτευση, ανεξαρτήτως της κατάστασης στην οποία αυτή βρίσκεται ( βλ. περίοδο 1992-1993).
Είναι αλήθεια πως μέσα στον τελευταίο μήνα η κυβέρνηση πέρασε από πολλές δοκιμασίες. Χιονιάς, Ικαρία, Λιγνάδης, Κουφοντίνας. Ήταν επόμενο να υποστεί φθορά, κυρίως από την Ικαρία και από τον χειρισμό στην υπόθεση Λιγνάδης. Παρ΄ όλα αυτά, λόγω των γνωστών αβελτηριών της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, μια σημαντική διαφορά ασφαλείας, γύρω στις 13-14 μονάδες, εξακολουθεί και διατηρείται. Όμως τα προβλήματα στο προσεχές διάστημα, ακόμα και αν η όλη πορεία των εμβολιασμών εξελιχθεί ικανοποιητικά, αναμένεται να οξυνθούν με κυρίαρχο το θέμα των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.
Εννοείται πως η κυβέρνηση οφείλει εντός του Μαρτίου, αρχές Απριλίου το αργότερο, ούτως ή άλλως, να άρει όλους τους περιορισμούς που επέβαλε λόγω της πανδημίας και μάλιστα κατά τρόπο πειστικά ανέκκλητο. Αν δεν το πράξει, θα βρεθεί μπροστά στην αγανάκτηση μεγάλης μερίδας πολιτών που έχουν φτάσει στα ψυχολογικά και οικονομικά όρια τους. Είναι πολύ εύκολο αυτή η δυσφορία και η αγανάκτηση να έχει τον αντίκτυπο της στην διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού τοπίου.
Είναι προφανές πως η κανονικότητα αποτελεί πλέον ένα κοινωνικό αίτημα. Από την πολυετή έκτακτη κατάσταση λόγω των μνημονίων, περάσαμε σχεδόν ακαριαία στην έκτακτη κατάσταση λόγω της πανδημίας. Θα ξαναβιώσουμε μιαν άλλη έκτακτη κατάσταση λόγω των οικονομικών μέτρων για την τιθάσευση του ελλείμματος; Τα νούμερα δεν βγαίνουν. Τι θα κάνει η κυβέρνηση;
Έχει απέναντι της κουρασμένους πολίτες και αυτό είναι το πρώτο που θα πρέπει να λάβει υπ΄ όψη στους σχεδιασμούς της. Αν σκοπεύει να κάνει ασκήσεις επί χάρτου, εν κενώ πολιτικής, θα οδηγηθεί στην αυτοκτονία.
Είναι αυτονόητο ότι οι συνθήκες και κυρίως οι προοπτικές που επικρατούσαν όταν εκλέχθηκε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, ουδεμία σχέση έχουν με την σημερινή κατάσταση και με το πώς θα αυτή θα αντιμετωπιστεί στο εγγύτατο μέλλον. Πιθανόν, αν δεν προσέξει η κυβέρνηση, να βρεθούμε στο παράδοξο φαινόμενο η αξιωματική αντιπολίτευση να εισπράττει χωρίς αυτή να κάνει τίποτα.
Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του θα πρέπει να εκτιμήσουν αν η οικονομική κατάσταση θα αναταχθεί εντός του 2022 ώστε το 2023, έτος εκλογών, να έχουμε επιστρέψει στην κανονικότητα με τρόπο στέρεο και ελπιδοφόρο. Αν δεν υπάρχει η βεβαιότητα για μια παρόμοια πορεία, η διεξαγωγή διπλών εκλογών εντός του 2021, ευθύς ως οι συνθήκες το επιτρέψουν, θα είναι υποχρεωτική κίνηση για την κυβέρνηση. Θα έχει και το ηθικό και το πολιτικό έρεισμα για αυτήν την επιλογή της.