Αφορμή γι αυτό το σημείωμα είναι το άρθρο του Ανδρέα Πετρουλάκη (δεν χρειάζονται συστάσεις), στις 16 Φεβρουαρίου, στο Protagon, στο οποίο περιγράφει μια κατάσταση οικεία σε όλους μας.
Γράφει, λοιπόν, ο κ. Πετρουλάκης:
«Κατάλαβε κανείς τι πραγματικά συνέβη στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο; Τι κατέθεσε ο «Σαράφης»; Τι συμβαίνει στα νησιά του Αιγαίου; Ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε τέτοιο όγκο πληροφοριών με τέτοια δυσχέρεια πληροφόρησης, καθώς η αλήθεια μάς έρχεται πάντα μαζί με το ιδεολογικό της απόβαρο
Έχουν γίνει πολλά τα γεγονότα για τα οποία δεν μαθαίνουμε την αλήθεια. Μόνο αν είσαι αυτόπτης μάρτυρας ή έχεις την τύχη να είναι παρών κάποιος δημοσιογράφος που εμπιστεύεσαι, μπορείς να αποκτήσεις στέρεη γνώση και γνώμη για την πραγματική ποσόστωση του δίκιου της μιας ή της άλλης πλευράς. Συνήθως η αλήθεια μάς έρχεται μαζί με το ιδεολογικό της απόβαρο, δηλαδή δυσδιάκριτη και συσκοτισμένη, και πρέπει ο πολίτης να μάθει να ακροβατεί στον χείμαρρο των πληροφοριών που τον κατακλύζει για να την αποκρυπτογραφήσει. Γιατί ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε τέτοιο όγκο πληροφοριών με τέτοια δυσχέρεια πληροφόρησης».
Βρίσκουμε την περιγραφή αυτή ακριβέστατη και επειδή τα τελευταία… δέκα χρόνια καταγράφουμε σε καθημερινή βάση - στην αρχή ιδιωτικώς, ημερολογιακά και τα τελευταία τέσσερα δημόσια- τα σημαντικότερα γεγονότα της ημέρας, έχουμε καταλάβει που οφείλεται το φαινόμενο.
Καταρχάς, οφείλεται στα διαδικτυακά ΜΜΕ τα οποία για να εξασφαλίσουν διαφημιστική δαπάνη βασίζονται στα «κλικ» των χρηστών. Έτσι, ό,τι συμβαίνει, τις περισσότερες φορές χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς είναι αυτό, βγαίνει ως «έκτακτη είδηση» για να προλάβει να μαζέψει τα περισσότερα κλικ από τους χρήστες οι οποίοι ανήσυχοι, ή απλώς περίεργοι, σπεύδουν να διαβάσουν το γεγονός άσχετα αν δεν μαθαίνουν τίποτα απολύτως γι αυτό.
Το αποτέλεσμα είναι ότι σε μια περίοδο πολυετούς πόλωσης και έντασης ο τρόπος που στεκόμαστε απέναντι στα γεγονότα ορίζεται αποκλειστικά από τις προκαταλήψεις και τις προκατασκευασμένες ιδέες που έχουμε για τα ζητήματα με τα οποία συνδέονται τα γεγονότα αυτά. Σχεδόν αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να καταναλώσουμε ειδήσεις με τον τρόπο που υπαγορεύει η πολιτική μας τοποθέτηση. Οι ειδήσεις δεν μας πληροφορούν για νέα γεγονότα μόνο τις αντιμετωπίζουμε ως «αποδείξεις» ότι έχουμε δίκιο πολλώ μάλλον δε αφού λειτουργούν καθησυχαστικά για τις απόψεις μας, γίνονται εθιστικές σαν τη ζάχαρη.
Το φαινόμενο είναι γνωστό και έχουν διατυπωθεί διάφορες ιδέες για να το αντιμετωπίσουμε. Κάποιοι ζητούν να αλλάξει ο τρόπος κατανομής της διαφημιστικής δαπάνης. Ζητούν δηλαδή από τα media shop να μην συνδέουν τη διαφημιστική δαπάνη των πελατών τους με την επισκεψιμότητα, με τα «κλικ» των χρηστών.
Δεν είναι αυτή η λύση. Είναι πολλοί αυτοί που αρνούνται να καταλάβουν ότι ο σκοπός της διαφήμισης δεν είναι να αλλάξει τον κόσμο αλλά να πουλήσει περισσότερα προϊόντα και ότι το media shop που διαχειρίζεται τα διαφημιστικά κονδύλια οφείλει να διασφαλίσει τα συμφέροντα του πελάτη του που είναι τα χρήματα για τη διαφήμιση να οδηγήσουν σε περισσότερες πωλήσεις. Τα media shop υπάρχουν για να βρίσκουν πώς τα χρήματα για τη διαφήμιση θα γίνουν πωλήσεις (ή ψήφοι).
Βασικοί υπεύθυνοι για να βελτιωθεί η ποιότητα της ενημέρωσης είναι οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι αλλά δεν είναι μόνο αυτοί. Εμείς πιστεύουμε ότι τη βασική ευθύνη τη φέρουμε όλοι εμείς που καταναλώνουμε ειδήσεις.
Οι ειδήσεις είναι ένα πάρα πολύ ακριβό προϊόν, ειδικά όταν παράγεται σε υψηλή ποιότητα. Τα ΜΜΕ δεν μπορούν να χορηγούν δωρεάν όλο το υλικό που παράγουν. Μπορεί το ίντερνετ να έχει δημιουργήσει μια κουλτούρα «του τζάμπα» αλλά μόνο «τζάμπα» δεν είναι όσα διαβάζουμε στο διαδίκτυο.
Άλλωστε, όπως όλοι γνωρίζουμε, στη ζωή ό,τι πληρώνεις παίρνεις και οι ειδήσεις δεν είναι ούτε δεύτερης ποιότητας ρούχο, ούτε φτηνό φαγητό: είναι ό,τι βάζουμε μέσα στο κεφάλι μου, ό,τι «ταΐζουμε» την κρίση μας ώστε κανείς να μην μας πιάνει κορόιδα. Μπορούμε λοιπόν να μην αξιολογούμε όσα βάζουμε στο κεφάλι μας;
Ναι, σίγουρα και οι δημοσιογράφοι πρέπει να σοβαρευτούν και να μην κυνηγάνε τα «κλικ» σερβίροντας ως «είδηση» ό,τι συμβαίνει, σε ενεστώτα χρόνο. Δεν χρειάζεται να μαθαίνουμε τα πάντα μόλις συμβούν και σίγουρα όχι πριν να έχει γίνει ρεπορτάζ, συχνά επιτόπιο ή ακόμα και έρευνα. Τα Μέσα δεν χρειάζονται αυτό το κυνήγι του «κλικ» αφού γνωρίζουν ήδη ότι ένα καλό θέμα, μια καλή ανάλυση, μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη προσελκύουν την προσοχή των χρηστών και σκοράρουν ψηλά στην αναγνωσιμότητα.
Το θέμα είναι σοβαρό. Εφάπτεται της δημοκρατίας αλλά και της καθημερινότητας. Τελικά, γιατί να ανεχόμαστε να μας ταΐζουν σκουπίδια μόνο και μόνο για να μας πιάνουν κορόιδα και να μας κλέβουν την ψήφο;