Του Σάκη Μουμτζή
Αυτήν την φράση την είπε ο Α. Σαμαράς τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου 2012, αναφερόμενος στο μεταναστευτικό πρόβλημα. Σήμερα είναι επίκαιρη όσο ποτέ, για άλλον λόγο. Η πρωτεύουσα βρίσκεται στο έλεος των ερυθροτραμπούκων κουκουλοφόρων.
Η ασφάλεια των πολιτών και η προστασία των περιουσιών τους επαφίεται όχι στα όργανα της τάξεως, αλλά στην καλή θέληση των «αντιεξουσιαστών».
Σε όλες τις πολιτισμένες κοινωνίες υπάρχουν οι κρατικοί μηχανισμοί που είτε αποτρέπουν είτε καταστέλλουν τις έκνομες συμπεριφορές μεμονωμένων ατόμων ή ομάδων. Η καταστολή δηλαδή, θεωρείται μια φυσιολογική και αναγκαία λειτουργία ενός δημοκρατικού κράτους, στο πλαίσιο της διαφύλαξης της δημόσιας τάξης.
Ομως, η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς που παρατηρείται στην πατρίδα μας από τις αρχές της δεκαετίας του 80, ιδεολογικοποίησε αυτήν την λέξη και την φόρτισε αρνητικά τοποθετώντας την στον χώρο της απαξίας.
Σήμερα, όποιος μιλά για καταστολή είναι ακροδεξιός, με τον πιο επιεική χαρακτηρισμό. Δεν είναι μόνον η ιδεολογική συγγένεια όλων των εκφράσεων της Αριστεράς, προς τις ακραίες εκδοχές της. Δεν είναι μόνον η καταστατική θέση της Αριστεράς πως «η βία είναι η μαμή της Ιστορίας.» Δεν είναι μόνον τον παρελθόν της Αριστεράς, ημεδαπής και αλλοδαπής, που διακρίνεται για την άσκηση ανεξέλεγκτης βίας σε βάρος των κάθε λογής αντιπάλων της. Ακόμα και των εσωκομματικών. Είναι κυρίως το μίσος που αισθάνεται η Αριστερά για αυτούς που αποκαλούμε «νοικοκυραίους», οι περιουσίες των οποίων είναι ο στόχος των ερυθροτραμπούκων.
Ο καταστηματάρχης της Ερμού ή της Πατησίων που βλέπει την βιτρίνα της επιχείρησης του να καταστρέφεται, ο φουκαράς ιδιοκτήτης αυτοκινήτου, δέκα ή και είκοσι ετών, που το βλέπει να πυρπολείται από τις μολότωφ των κουκουλοφόρων, ο καθηγητής πανεπιστημίου που έχει στοχοποιηθεί για τις απόψεις του, και ο οποίος ξεκινώντας το πρωί από το σπίτι του, δεν γνωρίζει πώς θα επιστρέψει, όλοι αυτοί λοιπόν, είναι εχθροί της Αριστεράς.
Η Αριστερή διακυβέρνηση είναι με το μέρος των θυτών και όχι των θυμάτων. Είναι με το μέρος των κουκουλοφόρων και όχι με το μέρος των απλών πολιτών, που αγωνίζονται καθημερινά για την επιβίωση τους. Αλλωστε δεν κρύβονται. Υπουργοί της σημερινής κυβέρνησης δηλώνουν δημοσίως πως αυτοί, οι ερυθροτραμπούκοι, είναι «δικά μας παιδιά». Οι πράξεις βίας τους είναι μια μορφή «διαλόγου.»
Να γνωρίζει λοιπόν ο πολίτης πως, σύμφωνα με τον Τσακαλώτο, τον Φίλη, τον Δραγασάκη, όταν οι κουκουλοφόροι καταστρέφουν την περιουσία του, ουσιαστικά αναπτύσσουν έναν διάλογο μαζί του. Να γνωρίζει ο καθηγητής των ΑΕΙ πως όταν τον προπηλακίζουν ή τον κλειδώνουν στο γραφείο του οι ομάδες των αναρχοαυτόνομων, τα «παιδιά» επιζητούν μια συζήτηση.
Δυστυχώς, όλα αυτά γίνονται όχι, απλώς, με την ανοχή της πολιτικής εξουσίας, αλλά με την συνενοχή της. Με την συνέργια της.
Η κατάσταση αυτή, που έχει φτάσει στο απροχώρητο, αντιμετωπίζεται με δύο απλές κινήσεις. Να δώσει ο καθ΄ύλην αρμόδιος υπουργός την πολιτική κάλυψη στην Αστυνομία να επιχειρήσει, αφού, προηγουμένως, ο υπουργός Δικαιοσύνης έχει αλλάξει το σχετικό νομικό πλαίσιο.
Σήμερα, με τα σύγχρονα μέσα που διαθέτουν οι διωκτικές αρχές και με δεδομένο πως τα στοιχεία των περισσότερων κουκουλοφόρων είναι γνωστά, ένα πράγμα χρειάζεται. Πολιτική βούληση. Ας ελπίσουμε η επόμενη κυβέρνηση, να την επιδείξει.
Υ.Γ. Αυτή η κοινοτοπία πως «η βία αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο», αναμασάται από όλους αυτούς που δεν τολμούν να την αντιμετωπίσουν.
Φωτογραφία: intimenews