Είδα χθες μια ανάρτηση του δημάρχου Αλίμου, οποίος αναγκάστηκε να πάει ο ίδιος σ’ ένα σχολείο για να ανάψει τη θέρμανση, καθώς ο διευθυντής θεωρούσε υποτιμητικό για εκπαιδευτικό να ανοιγοκλείνει τον διακόπτη. Άφηνε τα παιδιά και τους συναδέλφους του να κρυώνουν. Ήταν τόσο τρελό όλο αυτό που όχι μόνο έγινε viral στα social media, αλλά ήταν και πρώτο σε αναγνωσιμότητα σε όλες τις ενημερωτικές ιστοσελίδες.
Το περιστατικό αυτό είναι προφανώς μεμονωμένο και η εξαίρεση στον κανόνα. Εγώ ξέρω εκπαιδευτικούς που βγάζουν λεφτά απ’ την μισοάδεια (με τους μισθούς που έχουν) τσέπη τους και παίρνουν αναλώσιμα για να δουλεύει το σχολείο τους. Ξέρω διευθυντές που προσέχουν το σχολείο και τους μαθητές τους, περισσότερο απ’ όσο φροντίζουν το σπίτι τους και την οικογένεια τους. Ο μέσος Έλληνας καθηγητής και δάσκαλος σήμερα, όσα κι αν κατά καιρούς του καταλογίζουμε, αν διαπιστώσει ότι κάποιος μαθητής του κρυώνει, θα βγάλει το σακάκι του και θα του το φορέσει, δεν έχω καμιά αμφιβολία επ’ αυτού.
Όχι να έχει θέρμανση στο υπόγειο και να μην πηγαίνει να την ανοίξει διότι το θεωρεί υποτιμητικό, αυτό είναι από τ’ άγραφα. Ο τύπος προφανώς είναι τρελάρας, απλώς αναρωτιέται κανείς πως βρέθηκε διευθυντής και γιατί διατηρείται ακόμα στη θέση του. Να μην αρχίσω πάλι τα της αξιολόγησης και κακιώσουμε, το θέμα πια είναι ευρύτερο. Πάντα υπήρχαν τρελοί και προβληματικοί μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες όμως τώρα το πράγμα έχει παραγίνει, για να το πω απλά και κατανοητά.
Σε παλιότερες εποχές, οι κάθε λογής αλλόκοτοι κάθονταν σε μια γωνιά της κοινωνίας και απολάμβαναν τον ρόλο του αποσυνάγωγου. Τώρα, με τις πλατιές δημοκρατίες, με τα social media και τον κατά βούληση δικαιωματισμό, ο καθένας ράβει το Σύνταγμα στα δικά του μέτρα, ερμηνεύει τους νόμους κατά το δικό του συμφέρον και ορίζει τις αρμοδιότητες του κατά την ατομική του τρέλα. Κι αν κάποιος τολμήσει να πει «τι είναι αυτά που κάνεις βρε;», τότε είναι όργανο του αυταρχισμού και υπηρέτης σκοτεινών κύκλων που επιβουλεύονται τις προσωπικές ελευθερίες.
Το πράγμα έχει ξεφύγει παλικάρια. Οι Σερβετάληδες γίνονται ατμομηχανές της κοινωνίας μας, αυτοί που φοβούνται ότι οι απογραφείς θα τους πάρουν τα παιδιά απ’ το σπίτι μετατρέπονται σε κοινωνικοί ταγοί και διευθυντές που δεν ανοίγουν τη θέρμανση διότι το θεωρούν υποτιμητικό βάζουν τη σφραγίδα τους στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το «που πάμε ωρέ, που πάμε;» μοιάζει παλιομοδίτικο, μα καταλήγει το πιο ρεαλιστικό ερώτημα των καιρών μας. Κάποιοι γέροι λένε πως κοινωνίες με τόσα φαινόμενα παρακμής καταλήγουν σε καθάρσεις μέσω πολέμου, αλλά δεν θέλω να είμαι τόσο απαισιόδοξος.