Του Σάκη Μουμτζή
Τον πήχη της διαφοράς μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ δεν τον βάζουν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων ούτε οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Τον πήχη τον έθεσε ο ίδιος ο Α.Τσίπρας το 2014 όταν με μια διαφορά 3,84 μονάδων από την Νέα Δημοκρατία μετέβη στο Προεδρικό Μέγαρο και ζήτησε εθνικές εκλογές.
Αυτό είναι ένα γεγονός που ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει και που θα δώσει το δικαίωμα στον Κ.Μητσοτάκη, αν πετύχει ίδια ή μεγαλύτερη διαφορά, να θέσει ζήτημα παραίτησης της κυβερνήσεως. Απλά πράγματα.
Αυτό που έκανε ο Α.Τσίπρας το 2014 δημιουργεί ένα πολιτικό δεδικασμένο, που θα τον ακολουθεί. Εννοείται πως το ζήτημα δεν είναι τυπικό, αλλά ουσιαστικό. Δηλαδή οι ευρωεκλογές δεν αναδεικνύουν κυβέρνηση, δεν επηρεάζουν την δεδηλωμένη, αλλά το αποτέλεσμα τους, αν είναι δυσμενές για την κυβέρνηση, θέτει ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησης.
Το πρόβλημα γίνεται πιο έντονο αν οι εθνικές εκλογές πρόκειται να γίνουν σύντομα, όπως και θα γίνουν, και ως εκ τούτου δεν υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια ανατροπής του αποτελέσματος. Επιπροσθέτως, μια κυβέρνηση που μόλις αποδοκιμάσθηκε στην κάλπη—έστω των ευρωεκλογών— έχει την πολιτική νομιμοποίηση να δεσμεύσει την επόμενη κυβέρνηση με τις πράξεις της στον λίγο χρόνο του βίου που της απομένει;
Ας το αντιληφθεί ο Α.Τσίπρας πως ό,τι έκανε αυτός τότε, στην εποχή της ανόδου του, θα το υποστεί τώρα στην εποχή της πτώσης του. Και επειδή όλες οι ενδείξεις προμηνύουν ήττα για τον ίδιο και το κόμμα του, πολύ πιο πάνω από την δική του νίκη με 3,84, ας ετοιμαστεί για την καθημερινή αμφισβήτηση της δυνατότητός του να κυβερνά. Είναι ολοφάνερο πως η Νέα Δημοκρατία θα προσπαθήσει είτε να εξωθήσει τον Α.Τσίπρα σε εκλογές μέσα στον Ιούνιο είτε στις εκλογές που γίνουν τον Οκτώβριο ο ΣΥΡΙΖΑ να συντριβεί.
Εχοντας επίγνωση ο πρωθυπουργός της διακύβευσης των ευρωεκλογών «πήρε το παιχνίδι στους ώμους του». Αυτό βέβαια είναι δίκοπο μαχαίρι, στο βαθμό που και ο ίδιος έχει φθαρεί σημαντικά. Δεν είναι ο Τσίπρας του 2014. Για κάποιους μάλιστα αυτός είναι το βαρίδι του ΣΥΡΙΖΑ και, σε περίπτωση βαριάς ήττας, είναι λογικό να του αναζητηθούν ευθύνες.
Πριν από λίγους μήνες ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έθεσε τον πήχη στο αυτονόητο ύψος του 3,84. Κατηγορήθηκε τότε πως τον έθεσε πολύ χαμηλά για λόγους κομματικής προστασίας. Οι επικριτές του λησμόνησαν πως το συγκεκριμένο ύψος δεν το έθεσε ο Α.Γεωργιάδης, αλλά ο Α.Τσίπρας πριν από πέντε χρόνια. Ο αντιπρόεδρος απλώς έβαλε τα πράγματα στην θέση τους και είχε δίκιο.
Συγχρόνως, αυτή η αντιμετώπιση του θέματος της διαφοράς μεταξύ των δύο μονομάχων, στερεί από τον ΣΥΡΙΖΑ την δυνατότητα να πανηγυρίσει για ένα πιθανό το κλείσιμο της ψαλίδας. Το δημοσκοπικό π.χ. 7% αν γίνει στην κάλπη 4%-- κάτι μάλλον απίθανο-- και πάλι δημιουργεί πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που υπάρχει ένα ιστορικό προηγούμενο. Σε όλες τις εθνικές εκλογές που ακολούθησαν τις ευρωεκλογές—πλην του 1999, 2000-- η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων, υπερδιπλασιάσθηκε.
Πάντως όλα δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αποφύγει μια καθαρή ήττα που δεν θα αφήνει κανένα περιθώριο συζήτησης για το ποιος θα νικήσει στις εθνικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν.
3+1 έμειναν.