Πόσο να αντέξει κάτω από την μπάρα, ο ιδιωτικός τομέας;

Πόσο να αντέξει κάτω από την μπάρα, ο ιδιωτικός τομέας;

Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου*

Η κλασσική παρότρυνση του ομοσπονδιακού προπονητή της εθνικής ομάδας άρσης βαρών “κάτσε κάτω από τη μπάρα”, προς τον Ολυμπιονίκη Πύρρο Δήμα, έχει μείνει στην ιστορία. Στην ιστορία θα μείνει και η προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα να αντέξει κάτω από την μπάρα, σηκώνοντας τα κρατικά βάρη.

Όλος ο ιδιωτικός τομέας, από τους επιχειρηματίες μέχρι τους ιδιωτικούς υπαλλήλους και από τους ελεύθερους επαγγελματίες μέχρι τους απασχολούμενους στις παρυφές της επιχειρηματικότητας, βιώνει μια μάχη άνιση. Επωμίζεται το δυσανάλογο βάρος της υποστήριξης του δημόσιου τομέα και των συνταξιοδοτικών δαπανών και ας έχει χαμηλότερες απολαβές. Οι ιδιωτικοί υπάλληλοι με μέσο μηνιαίο μισθό ανερχόμενο στα 777 ευρώ, χρηματοδοτούν τον μέσο μηνιαίο μισθό των δημοσίων υπαλλήλων που ανέρχεται στα 1.075 ευρώ και τη μέση μηνιαία σύνταξη που ανέρχεται στα 894 ευρώ (722 από την μέση κύρια και 172 από τη μέση επικουρική σύνταξη).

Και δεν είναι μόνο τα απόλυτα μεγέθη των μισθών και των συντάξεων, που επιβαρύνουν την μπάρα που σηκώνει ο ιδιωτικός τομέας. Είναι κυρίως τα απόλυτα μεγέθη των ως άνω ομάδων. Ο αριθμός των συνταξιούχων ανέρχεται στα 2.586.480 και ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων αγγίζει υπερβαίνει τις 806.000. Όταν την ίδια στιγμή ο αριθμός των ιδιωτικών υπαλλήλων είναι περίπου 1.586.000 και ο αριθμός όσων δραστηριοποιούνται στην ιδιωτική οικονομία ως ελεύθεροι επαγγελματίες και μέσω ατομικών επιχειρήσεων είναι 1.246.600 περίπου.

Και παρ' όλο που η αναφορά σε αριθμούς , δυσκολεύει στην ανάγνωση ενός άρθρου, είναι εξαιρετικά σημαντικό να γνωρίζουμε αυτά τα μεγέθη έστω και με κάποιες οριακές αποκλείσεις. Συνολικά λοιπόν, 2.800.000 εργαζόμενοι και δραστηριοποιούμενοι στον ιδιωτικό τομέα, χρηματοδοτούν 3.400.000 δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους και μάλιστα με σημαντικά υψηλότερες αποδοχές από τις δικές τους. Είναι μια μπάρα με σημαντικά ασύμμετρα βάρη, η οποία δεν θα μπορεί να σταθεί για καιρό ψηλά, πριν προσγειωθεί με τρόπο ηχηρό στο “ταπί” του αγωνίσματος της άρσης βαρών.

Αν στις ανωτέρω διαπιστώσεις προσθέσουμε δε και τη διάρθρωση των φορολογικών βαρών και των καταμερισμό τους, καταλήγουμε χωρίς ρίσκο στο συμπέρασμα, πως η συνεισφορά στις κρατικές δαπάνες αφορά λίγους και κυρίως όσους συμμετέχουν στην ηρωική προσπάθεια της παραγωγής πλούτου, μέσα σε ένα αφιλόξενο τοπίο, στο τελευταίο καταφύγιο των ιδεών του κολεκτιβισμού και του κρατισμού.

Το κομμάτι της παραγωγικής κοινωνίας που επωμίζεται το βάρος της συνεισφοράς στη λειτουργία του κράτους, είναι πληθυσμιακά μικρό και καθώς επιβαρύνεται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, συρρικνώνεται τόσο σε μέγεθος, όσο και σε παραγωγή δυναμικής και πλούτου. Στοχοποιείται δε εντέχνως, από την κυβέρνηση, απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία. Δυστυχώς το “εμείς ή αυτοί” που εκφέρεται από τα κυβερνητικά χείλη, δεν έχει μόνο ιδεολογικό χαρακτήρα. Έχει μια διχαστική στρατηγική ανάμεσα σε αυτούς που παράγουν για τον εαυτό τους και τους άλλους και σε αυτούς που αποτελούν στη στρατιά του κράτους που απολαμβάνει αμοιβές και προνόμια που προκύπτουν από τα φορολογικά βάρη όσων παράγουν πλούτο και αξία.

Χονδρικά, μόλις το 35% συνεισφέρει στα φορολογικά έσοδα του κράτους. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί το υπόλοιπο 65% είτε έχει αναιμικά εισοδήματα, είτε κινείται κάτω από τα φορολογικά ραντάρ, είτε έχει περιθωριοποιηθεί από την αδυναμία του να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του απέναντι στο κράτος και στο τραπεζικό σύστημα.

Κλείνοντας θα αναφέρω κάποια επιπλέον μεγέθη, που καθιστούν την στήριξη της μπάρας για μεγάλο διάστημα ακόμα, σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Το 90% του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων το πληρώνει το 19% των φορολογουμένων, το 66% του φόρου περιουσίας το πληρώνει το 33% των φορολογουμένων και το 83% του φόρου εισοδήματος επιχειρήσεων το πληρώνει μόλις το 4,5% των επιχειρήσεων.


*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.

Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.