Πως θα σωθούμε από την εθνική κατάθλιψη

Πως θα σωθούμε από την εθνική κατάθλιψη

Συνέντευξη στην Αναστασία Τσιβγούλη*

Μεγαλώσαμε οι περισσότεροι σε οικογένειες που καλλιέργησαν τον θυμό, την ενοχή και την καχυποψία, με τους γονείς να επιλέγουν οι ίδιοι πώς θα ζήσουν τα παιδιά τους, καλύπτοντας κυρίως τις υλικές μας ανάγκες. Οταν έφθασε η ώρα της κρίσης, η σκληρή στιγμή που έπρεπε να ενηλικιωθούμε και να αντιμετωπίσουμε, όπως συμβαίνει στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας, την πραγματικότητα, περιορίζοντας τα «τυφλά» μας σημεία για να κάνουμε το παρελθόν γνώση και όχι μοίρα, επιλέξαμε για πρωθυπουργό έναν τυπικό Ελληνα της εποχής του, που εκφράζει το καταστροφικό παρορμητικό κομμάτι μας.

Η ψυχολόγος, διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και διδάσκουσα του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, Ειρήνη Αγαπηδάκη, μας ξεναγεί στα άδυτα των επιλογών μας, σε μια ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία για τη χώρα και τους ανθρώπους της.

Τι μας συμβαίνει;

Δεν συμβαίνει σε όλους το ίδιο, υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Πράγματι υπάρχουν σήμερα πολλοί άνθρωποι που υποφέρουν σωματικά, ψυχολογικά ή οικονομικά και άλλοι που νοσούν βαθιά σε θέματα προσωπικότητας, αλλά νιώθουν ή νομίζουν ότι είναι μια χαρά.

Ο πυρήνας είναι η ελληνική οικογένεια. Δεν άφηναν ούτε παλιά ούτε τώρα αρκετοί Ελληνες γονείς τα παιδιά να διεκδικήσουν τη ζωή τους, να κάνουν τις επιλογές τους κι εξελίχθηκαν σε ενήλικες με ανεπτυγμένα τα αισθήματα του θυμού -επειδή κάποιος τους ευνούχισε- και της ενοχής, επειδή παρότι τα εγκλώβισαν έχουν κάνει πράγματα για εκείνα και δεν μπορούν να τους εγκαταλείψουν.

Πώς συνδέονται όλα αυτά με όσα βιώνουμε σήμερα;

Οι πολιτικές επιλογές μας δεν γίνονται με σύνεση και ωριμότητα αλλά με θυμό και ενοχή, θυμίζουν το σενάριο από τον «Κυνόδοντα», την ταινία του Λάνθιμου.

Είμαστε λαός που φοβάται, έχει υποφέρει από πολλές καταστάσεις διαχρονικά και δυσκολεύεται να ανοιχτεί προς τα έξω. Αν επιβιώνουμε είναι χάρη στην εξωστρέφεια κάποιων κοινωνικών ομάδων, όπως για παράδειγμα αυτών που δρουν στον τομέα της ναυτιλίας και της έρευνας.

Σήμερα που ψηφίζονται τα σκληρότερα μέτρα από άποψη περικοπών και λιτότητας, δεν υπάρχουν αντιδράσεις, όπως εκείνες των «αγανακτισμένων» πριν από έξι χρόνια.

Οι αγανακτισμένοι ήταν ένα τεχνητό κίνημα που παρέσυρε τους πολλούς, κάνοντας να πιστεύουν ότι εδώ πράγματι διαμαρτύρονται άνθρωποι μαζικά, ενώ αυτό δεν συνέβη ποτέ. Αυτό που υπήρχε κι εξακολουθεί να υπάρχει είναι κάποιες εστίες αντιδραστικότητας και καταστροφικότητας που αναπτύσσονται κυρίως μέσα στα πανεπιστήμια. Αρκεί να θυμηθούμε και τα ακραία περιστατικά που είχαν προηγηθεί μέσα σε αυτά.

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι η έκφραση της καταστροφικής μας πλευράς

Γνωρίζει δηλαδή ο πρωθυπουργός την ψυχολογία της μάζας;

Ο Αλέξης Τσίπρας ασυνείδητα εκφράζει πολύ καλά το καταστροφικό παρορμητικό κομμάτι του Ελληνα. Το χειρότερο που έχει συμβεί είναι ότι οδήγησε πολλούς ανθρώπους στην αυτοθυματοποίησή τους. Ψηφίζεις έναν άνθρωπο που σου λέει ότι πρέπει να είσαι έξαλλος με αυτά που σου κάνουν και σε φέρνει σε σημείο να σου στερεί αξιοπρέπεια, χρήματα, προοπτική. Σου λέει αυτός είσαι, αυτό αξίζει να πάρεις. Φαίνεται επίσης ότι είναι αδύνατον να αποδεχθεί την ήττα και φέρεται όπως τα παιδιά που δεν ξέρουν να παίζουν και προτιμούν να δέρνουν τα υπόλοιπα.

Αίσθημα εγκατάλειψης βιώνουν οι Ελληνες

Είμαστε αυτό που ακούμε από πολλούς συναδέλφους σας, σε διαδικασία αποδοχής πένθους, από την οποία περνάς από διάφορα στάδια, όπως θυμό λύπη κ.λπ.;

Διαφωνώ με αυτή τη θεωρία. Ανάλογα με τη φάση στην οποία βρίσκεται κάποιος βιώνει την απώλεια. Την ίδια ώρα ζούμε τις συνέπειες μιας εγκατάλειψης. Η κυβέρνηση αυτή μας έχει εγκαταλείψει, είναι σαν να βρίσκεται ένα παιδί στο σπίτι με τους γονείς του μαζί με άλλα παιδιά και να του αρπάζουν το ψωμί από το στόμα γιατί δεν υπάρχει φαγητό για όλους και έτσι οι «άλλοι» γίνονται εχθροί. Αρκετοί άνθρωποι έφθασαν στο σημείο να μην τους νοιάζει τίποτα παρά μόνο να επιβιώσουν, κι έτσι βλέπουμε όλο και πιο συχνά φαινόμενα απόσυρσης και κυνισμού, που μετατρέπουν σε ζούγκλα την καθημερινότητά μας.

Πώς αποφεύγεις την κατάθλιψη ή έστω τη θλίψη;

Ολα αυτά συμβαίνουν εκεί έξω και είναι πράγματι πολύ σκληρά, αλλά η λύση είναι να μη χάσουμε την πυξίδα μας που είναι ο εαυτός μας. Δεν λέμε «να ζεις για την πάρτη σου» αλλά να φροντίζεις τον εαυτό σου υπεύθυνα ως ενήλικας και να μην επαφίεσαι, όπως τα μωρά, στις διαθέσεις των άλλων. Να κοιμάσαι και να τρέφεσαι σωστά και να βάζεις όρια όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό.

Ωριμότεροι πολιτικά πώς μπορούμε να γίνουμε;

Να περιορίσουμε την αυτοεξαπάτησή μας και να φτιάξουμε σχέσεις εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού έξω από την οικογένεια, στη γειτονιά, στο σχολείο, στη δουλειά μας, στην πολιτική, παντού. Από αληθινές ειλικρινείς σχέσεις έχουν ανάγκη οι Ελληνες κι όχι από ψυχανάλυση. Και το πιο βασικό είναι να διαμορφωθεί ένα σχολείο ως κοινότητα κι όχι ως πάρκινγκ, όπως λειτουργεί σήμερα.

* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Φιλελεύθερος», Αρ. φύλλου 40, Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018.