Πώς θα είναι η αγορά της ελληνικής τέχνης μετά τον COVID-19;

Πώς θα είναι η αγορά της ελληνικής τέχνης μετά τον COVID-19;

Ο Ιορδάνης Κοτζαϊβάζογλου συνδυάζει την ιδιότητα του πανεπιστημιακού δασκάλου με αυτήν του κατόχου μιας ενδιαφέρουσας συλλογής και οι παρεμβάσεις του στον Τύπο σχετικά με το διαμορφούμενο τοπίο στην εγχώρια τέχνη τον έχουν κάνει ευρύτερα γνωστό στο φιλότεχνο κοινό. Καθώς διδάσκει επικοινωνία στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος και σε πολλούς άλλους φορείς, είναι αυτό που λέμε άνθρωπος «της αγοράς».

Ο ίδιος δεν αποδέχεται για τον εαυτό του το χαρακτηρισμό συλλέκτης, ούτε προβάλλει τα έργα που έχει σε βάσεις δεδομένων για τις ιδιωτικές συλλογές. Αρνείται ακόμη και να ξεχωρίσει κάποιον από τους καλλιτέχνες της συλλογής του. Παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, εδώ και πολλά χρόνια, τον χώρο των εικαστικών τεχνών, και, πέρα από τις προσωπικές σχέσεις που έχει καλλιεργήσει με σημαντικούς δημιουργούς και θεωρητικούς, έχει μια συγκροτημένη άποψη για το πού βρίσκεται σήμερα και ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζει η ελληνική τέχνη.

Γιώργος Ρόρρης, Πράσινη νύχτα, πορτραίτο της Ελένης Σ., λάδι σε καμβά, 210x220εκ.

Ο Κοτζαϊβάζογλου (Δάνης, όπως είναι γνωστός στους φίλους του ζωγράφους), παρά το θολό τοπίο της πανδημίας, στρέφεται προς την επαύριο της εικαστικής ζωής στον ψηφιακό κόσμο. Επισημαίνει την ανάγκη, όχι μόνο οι γκαλερί να επενδύσουν στην ψηφιακή αγορά, αλλά και οι καλλιτέχνες να προσαρμοστούν σε αυτήν. Και υποστηρίζει πώς η Πολιτεία μπορεί – και πρέπει – να διαχειριστεί την σύγχρονη ελληνική τέχνη όχι με φιλανθρωπία, όπως ζητούν όσοι αντιμετωπίζουν τον καλλιτέχνη με όρους ρομαντισμού, αλλά ως «επένδυση με πολλαπλά οφέλη για τον τόπο».

Συνέντευξη στον Γιώργο Μυλωνά

- Πέρα από αφορισμούς, πώς πιστεύετε ότι λειτουργεί η κρίση της πανδημίας στην αγορά της τέχνης;

Οπωσδήποτε ανασταλτικά. Οι γκαλερί και τα μουσεία ακολούθησαν το lockdown, οι εκθέσεις περιορίστηκαν, όπως και η οικονομική δραστηριότητα, ο κόσμος γενικώς μαζεύτηκε. Όμως πιστεύω ότι η κρίση λειτουργεί ταυτόχρονα και ως καταλύτης προς μια νέα εποχή, έντονα ψηφιακή. Εννοώ ότι αλλαγές που επρόκειτο να γίνουν τις επόμενες δεκαετίες με αργούς ρυθμούς, επιταχύνθηκαν και μάλλον θα επέλθουν πολύ νωρίτερα.

- Στην ψηφιακή αγορά ξεχωρίζετε κάποια γκαλερί εδώ στην Ελλάδα;

Όπως είναι λογικό, οι περισσότερες ελληνικές γκαλερί έχουν ήδη μπει στην εγχώρια ψηφιακή αγορά. Χαίρομαι ιδιαίτερα που το τελευταίο κυρίως διάστημα ορισμένες από αυτές εισήλθαν και στην διεθνή, π.χ. μέσω της παρουσίας τους στο Artsy ή σε άλλους ιστοτόπους τέχνης. Αυτό πιστεύω ότι βοηθάει στη διεθνοποίηση της ελληνικής τέχνης, γεγονός που θεωρώ πολύ σημαντικό για το μέλλον της.

Ειρήνη Κανά, Αυτοπροσωπογραφία, λάδι σε καμβά, 70x50εκ.

Έχω την αίσθηση ωστόσο ότι η παρουσία των γκαλερί στην ψηφιακή αγορά στις πλείστες των περιπτώσεων περιορίζεται στα στοιχειώδη. Συνήθως στην αποστολή ενημερωτικών μηνυμάτων, σε μία φωτογραφία του έργου κι αυτή όχι πάντα καλή, σε αναφορά στις διαστάσεις του και τα υλικά κατασκευής, και στην καλύτερη περίπτωση και σε κανένα βιντεάκι με κάμερα κινητού. Αυτά, τίποτα περισσότερο.

Όμως το διαδίκτυο έχει πολύ περισσότερες δυνατότητες. Φανταστείτε, για παράδειγμα, ηλεκτρονικές εκθέσεις, τριασδιάστατη απεικόνιση των έργων, εικόνες που ζουμάρονται σε πολύ υψηλή ανάλυση, ανάδειξη των λεπτομερειών που κάνουν το έργο ξεχωριστό, ιστοτόπους τουλάχιστον σε δύο γλώσσες, ελληνικά και αγγλικά, ηλεκτρονικούς καταλόγους, περιγραφές των έργων από τους καλλιτέχνες και τους ειδικούς, ανάρτηση σχολίων από επισκέπτες, ειδικές παραγωγές που συνοδεύουν την έκθεση, δυνατότητα ηλεκτρονικού κρεμάσματος του έργου στο χώρο του πελάτη και πάρα πολλά άλλα.

Με πολύ μεγάλη χαρά υπέπεσε στην αντίληψή μου μία γκαλερί και μάλιστα από την Θεσσαλονίκη που αυτήν την περίοδο του lockdown τρέχει δύο τέτοιες εκθέσεις. Έκανε πολύ καλή δουλειά. Πιθανόν να υπάρχουν κι άλλες, που δεν έχω αντιληφθεί. Δεν θέλω να αναφερθώ σε ονόματα, δεν νομίζω ότι είναι ο ρόλος μου αυτός. Πιστεύω πως οι ελληνικές γκαλερί αξίζει να επενδύσουν στην ψηφιακή αγορά. Θα πρέπει να δουν το μέλλον. Πριν από μερικά χρόνια φάνταζε μάλλον αδιανόητο να αγοράσει κάποιος ένα έργο από το διαδίκτυο. Σήμερα δεν προκαλεί τέτοια έκπληξη, τα επόμενα χρόνια φαίνεται ότι θα θεωρείται κάτι φυσιολογικό. Οι νεότερες γενιές είναι εξοικειωμένες πλέον με την ψηφιακή εποχή, αγοράζουν τόσο πράγματα διαδικτυακά, σίγουρα θα αγοράζουν και τέχνη.

Στέφανος Δασκαλάκης, Καθιστή γυναίκα, λάδι σε καμβά, 140x120εκ.

- Οι Έλληνες καλλιτέχνες έχουν προσαρμοστεί στην ψηφιακή εποχή;

Θα έλεγα ότι πολλοί από αυτούς, ειδικά οι νεότεροι και οι πιο διεθνοποιημένοι, κάνουν μια αξιέπαινη προσπάθεια. Έχουν ενδιαφέροντες και ενημερωμένους ιστοτόπους, καθώς και καλή παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όμως νομίζω ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης. Καλώς ή κακώς, τα δεδομένα άλλαξαν σε σχέση με το παρελθόν, σήμερα ο καλλιτέχνης θα πρέπει να μεριμνά πλέον και γι’ αυτά τα ζητήματα.

- Μετά την πανδημία πώς βλέπετε την εγχώρια αγορά της τέχνης; Μπορεί να γίνει χώρος ευκαιριών για επενδυτές – συλλέκτες ή ακόμα είμαστε μακριά από αυτό;

Πιστεύω ότι η αγορά της τέχνης στην Ελλάδα πριν την εμφάνιση της πανδημίας είχε αρχίσει να ανακάμπτει. Δυστυχώς με την πανδημία έκανε πισωγύρισμα. Αν μετά την πανδημία δεν υπάρξει έντονη οικονομική ύφεση, νομίζω ότι η συγκεκριμένη αγορά θα έχει ανοδική πορεία στο μέλλον, αρκεί οι εμπλεκόμενοι και ειδικά η Πολιτεία να συμβάλλουν ουσιαστικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Η επαναλειτουργία της Εθνικής Πινακοθήκης κρίνω ότι θα βοηθήσει σημαντικά.

Λαμβάνοντας υπόψη μας την τρέχουσα οικονομική συγκυρία, υπάρχει στο μυαλό μου ένα σενάριο, στο οποίο η τέχνη θα μπορούσε να αποτελέσει μια εξαιρετική επενδυτική επιλογή. Και εξηγούμαι. Ως γνωστόν, αυτήν την περίοδο, λόγω της κρίσης της πανδημίας, γίνονται οι λεγόμενες «ενέσεις ρευστότητας» με νέο χρήμα στην οικονομία, γεγονός που ενδέχεται να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις σε βάθος χρόνου. Ταυτόχρονα, τα επιτόκια των καταθέσεων είναι πολύ χαμηλά. Αν υπάρξει συνδυασμός αυτών των δύο, θα επέλθει μείωση της αγοραστικής αξίας των καταθέσεων, δηλαδή, με άλλα λόγια, κάποιος που έχει ρευστό χρήμα, θα μπορεί να αγοράζει μελλοντικά λιγότερα αγαθά από αυτά που αγοράζει σήμερα. Θα πρέπει λοιπόν να επενδύσει κάπου τα χρήματά του για να μην χάσουν την αξία τους.

Μανώλης Χάρος, Τα σύννεφα στη δύση, μικτή τεχνική σε καμβά, 35x45εκ.

Και το ερώτημα είναι, πού μπορεί να τα επενδύσει; Στα ακίνητα υπάρχει ο ΕΝΦΙΑ και το υψηλό κόστος συντήρησης, ο χρυσός είναι ήδη πολύ ψηλά, όπως και τα περισσότερα διεθνή χρηματιστήρια. Η τέχνη λοιπόν αποτελεί μια πολύ καλή ευκαιρία για επένδυση. Μάλιστα, ένα έργο τέχνης έχει το εξής μοναδικό προνόμιο. Μπορείς να το έχεις στο χώρο σου και να το χαίρεσαι, χωρίς κανένα κόστος συντήρησης, και στο τέλος να βγάλεις και χρήματα αν το πουλήσεις, γιατί πήρε μεγαλύτερη αξία. Ξέρετε κανένα άλλο τέτοιο αγαθό; Εγώ προσωπικά, πραγματικά ελάχιστα.

Υπό την έννοια αυτή και απαντώντας στο ερώτημά σας, ναι, η τέχνη μπορεί να γίνει χώρος επενδυτικών ευκαιριών. Θέλει όμως προσοχή και πιθανόν τη συμβουλή κάποιου ειδικού, π.χ. ενός έμπειρου και αξιόπιστου γκαλερίστα. Επίσης νομίζω ότι συλλέκτες πάντα θα υπάρχουν και θα εμφανίζονται κατά καιρούς νέοι. Έχω όμως την πεποίθηση ότι κάποιος, όχι κατ’ ανάγκην συλλέκτης, θα πρέπει να αγοράζει έργα όχι με επενδυτικά κριτήρια, αλλά με βάση το προσωπικό του γούστο, τι τον ικανοποιεί, τον αγαλλιάζει και τον ευχαριστεί να βλέπει στον χώρο του. Η τέχνη δεν παράγεται για να βγάλει χρήματα ο αγοραστής, αλλά για να ζει με ή μέσα σ’ αυτήν, να την χαίρεται και να του προσφέρει πνευματική ανάταση και ποιοτικότερη ζωή.

- Έχετε γράψει για την ανάγκη της Πολιτείας να συμπαρασταθεί στους καλλιτέχνες. Πρακτικά, πώς μπορεί να γίνει αυτό;

Με πάρα πολλούς τρόπους. Για παράδειγμα, να προβλεφθούν κονδύλια προκειμένου τα μουσεία και άλλοι δημόσιοι φορείς να διοργανώνουν εκθέσεις και να αγοράζουν έργα τέχνης Ελλήνων καλλιτεχνών. Πώς θα σας φαινόταν η ιδέα ενός πάρκου γλυπτικής στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη ή σε κάποια άλλη πόλη; Ή δημοτικές πινακοθήκες στις περισσότερες πόλεις της Ελλάδας με έργα και εκθέσεις σύγχρονων καλλιτεχνών; Ορισμένες καλές πινακοθήκες που υπάρχουν, είναι γνωστό ότι αποτελούν πόλο έλξης επισκεπτών και το καμάρι πολλών δημοτών. Πώς σας ακούγεται για παράδειγμα οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νοσοκομεία και τα σχολεία να διαθέτουν γνήσιες μεταξοτυπίες Ελλήνων καλλιτεχνών; Φαντάζεστε τα παιδιά μας να μεγαλώνουν σε τέτοιο περιβάλλον; Πώς θα σας φαινόταν τα πανεπιστήμια της χώρας να προβλέπουν χώρους και να διοργανώνουν εκθέσεις τέχνης; Μπορείτε να φανταστείτε πόσοι Έλληνες θα στρέφονταν προς την τέχνη; Μπορείτε να φανταστείτε πόσα σπουδαία έργα θα παράγονταν από τους τόσους ταλαντούχους καλλιτέχνες που έχουμε;

Μ

Mιχάλης Μακρουλάκης, Άτιτλο, γαλάκτωμα αυγού σε ξύλο, 35x25εκ.

Επίσης, πιστεύω ότι η Πολιτεία μπορεί να προσφέρει πολλά στη διεθνοποίηση της ελληνικής τέχνης με τη διοργάνωση εκθέσεων στο εξωτερικό σε πόλεις και χώρους τέχνης παγκοσμίως αναγνωρισμένους, τη στήριξη καλλιτεχνών για συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις και την προβολή της ελληνικής τέχνης στο πλαίσιο των ετήσιων τουριστικών καμπανιών που κάνει.

Αυτά τα λίγα ως μερικές, πρώτες σκέψεις. Θα μπορούσαν βεβαίως να γίνουν πολύ περισσότερα, για παράδειγμα αφιερώματα στη δημόσια τηλεόραση. Δεν νομίζω ότι το πρόβλημα είναι τα χρήματα. Οπωσδήποτε χρειάζονται κι αυτά, αλλά δεν είναι τόσα πολλά. Μπορεί εξάλλου να υπάρξουν και χορηγίες. Το πρόβλημα φαίνεται ότι είναι κυρίως η έλλειψη βούλησης. Είναι τυχαίο ότι στα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων ή των τοπικών αρχών εδώ και δεκαετίες υπάρχουν αναφορές σχεδόν στο καθετί, εκτός από την τέχνη; Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα εκτός από ήλιο και θάλασσα, πουλάει και πολιτισμό. Γιατί θα πρέπει αυτός να αφορά μόνο την αρχαία ή την βυζαντινή τέχνη και να μην συμπεριλάβει και την σύγχρονη; Έχω την άποψη ότι η Πολιτεία αξίζει να ενσκήψει περισσότερο στην σύγχρονη ελληνική τέχνη και να την αντιμετωπίσει ως επένδυση με πολλαπλά οφέλη για τον τόπο.

- Θυμάστε την πρώτη σας αγορά;

Σαν να ήταν χθες, παρόλο που περάσανε πολλά χρόνια από τότε! Εκείνη την περίοδο σκεπτόμουν να αγοράσω κάποια έργα για το σπίτι, στο οποίο είχαμε αυτό που λέμε «έργα κορνιζάδικου». Μεταξύ άλλων, είδα κι ένα έργο του Δημήτρη Μυταρά σε μια γκαλερί στην Θεσσαλονίκη. Ενθουσιάστηκα!

Παύλος Σάμιος, Το πρώτο φιλί, ακρυλικό σε καμβά, 110x114εκ.

Δεν πολυκατάλαβα γιατί, δεν ήξερα και πολλά, μου έλεγε κάποια πράγματα ο γκαλερίστας, αλλά το θέμα είναι ότι το ίδιο το έργο μου «μίλησε». Μου κακοφάνηκε ωστόσο η τιμή. Έφυγα απογοητευμένος. Όμως το μυαλό και η καρδιά μου κόλλησαν, ακόμα και το βράδυ στον ύπνο μου. Ξυπνάω το πρωί, ντύνομαι και πάω από εκεί. Ο γκαλερίστας μάλλον δεν με περίμενε. Μόλις τον βλέπω, σηκώνω τα χέρια και του λέω «παραδίνομαι»! Τον πλήρωσα, μου το τύλιξε κι έφυγα! Αυτό ήταν…

- Και μετά;

Μετά έπρεπε να αλλαχθούν κι όλα τ’ άλλα έργα του σπιτιού. Έτσι απλά... Ξέρετε, έχω την αίσθηση ότι με τα καλά έργα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο απ’ ότι με τους ανθρώπους. Εάν ένας άνθρωπος δεν ταιριάζει με μια παρέα, φεύγει αυτός από την παρέα. Αν ένα καλό έργο βρεθεί σε μια «παρέα» με κακά ή μέτρια έργα, θα πρέπει να φύγουν τα υπόλοιπα.

- Εσείς έχετε πάρει έργα από το Instagram ή το Facebook;

Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι! Τα παρακολουθώ όμως με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τις περισσότερες φορές θέλω να δω τα έργα και από κοντά. Έχω βεβαίως πάρει κάποια εξ αποστάσεως από ιστοτόπους.

Αχιλλέας Δρούγκας, Ροζ κρίνοι, λάδι σε καμβά, 90x100εκ.

- Έχετε μετανιώσει για κάποιο έργο που δεν έχετε δει από κοντά;

Όχι, γιατί έχω πάρει μόνο από άτομα και επιχειρήσεις που εμπιστεύομαι απόλυτα. Αντίθετα μάλιστα ενθουσιάστηκα μόλις τα είδα, γιατί τα έργα αυτά από κοντά είναι ακόμα καλύτερα.

- Έχετε κάποιο «απωθημένο», ένα έργο που τυραννικά θα θέλατε;

Ένα και δύο μόνο; Τουλάχιστον μερικές δεκάδες… Αναφέρομαι βεβαίως αποκλειστικά σε έργα Ελλήνων ζωγράφων, γιατί αν πάμε και στους ξένους, εκεί ο αριθμός είναι πολλαπλάσιος. Αλλά, ξέρετε, αν κάποιο έργο δεν το αποκτήσω για κάποιο λόγο, συμβιβάζομαι, σχεδόν το ξεχνάω, πάω παρακάτω. Και πάντοτε λέω δόξα τω Θεώ για όσα έχω και τα οποία χαίρομαι ιδιαίτερα. Αυτός ο τρόπος σκέψης μ’ έχει σώσει από πολλές κακοτοπιές. Εξάλλου η πλεονεξία είναι ένα από τα θανάσιμα αμαρτήματα…

- Κι από ένα μουσείο; Ένα έργο που ιδανικά θα βλέπατε στο σπίτι;

Υπολογίζω περίπου το 30% της Εθνικής Πινακοθήκης και λίγο μικρότερο ποσοστό έργων από τα υπόλοιπα μουσεία. Αλλά καλύτερα εκεί που είναι, είναι εθνική περιουσία, να τα χαίρεται ο κόσμος, μεταξύ αυτών κι εγώ.