«Το τέλος του βιβλίου τις περισσότερες φορές δεν το ξέρω και δεν θέλω να το ξέρω, ώστε να εκπλαγώ κι εγώ για το πού με πάει η ιστορία. Αν ξέρεις την ιστορία που θα γράψεις από την αρχή μέχρι το τέλος, είναι σαν να πηγαίνεις στο σινεμά και να ξέρεις την υπόθεση της ταινίας. Βαριέσαι.»
Υποστηρίζει στο Liberal.gr ο Πολυχρόνης Κουτσάκης. Και μας ανοίγει το εργαστήρι γραφής του: ήρωες, τελετουργία γραφής, εμμονές, όλα μπροστά στα μάτια μας.
Εμείς σας υπενθυμίζουμε ότι ο Πολυχρόνης Κουτσάκης γράφει μυθιστορήματα και θεατρικά έργα. Η σειρά των αστυνομικών του μυθιστορημάτων με ήρωα τον Στράτο Γαζή εκδίδεται σε Ελλάδα, ΗΠΑ, Αγγλία και Αυστραλία και τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά των ΗΠΑ παραλλήλισαν την δουλειά του με τα βιβλία του Ρέιμοντ Τσάντλερ. Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Εφηβικού Βιβλίου και δύο φορές με Κρατικό Βραβείο Θεατρικού Έργου. Και ότι γράφοντας αναζητά σχεδόν εμμονικά «Ήρωες που τους λείπει κάτι και θέλουν όσο τίποτε άλλο να το αποκτήσουν, παρόλο που ξέρουν πόσο θα τους κοστίσει αυτό.»
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Κουτσάκη, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Ιδέες έρχονται παντού και γι΄ αυτό όπου κι αν βρίσκομαι έχω ένα σημειωματάριο πάνω μου. Αλλά κανονικό γράψιμο, μόνο στο γραφείο μου με απόλυτη ησυχία.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Για να ξεκινήσω αρκεί μια ιδέα, που μπορεί να προκύψει από μια εικόνα ή φράση. Όμως πολύ συχνά, μετά από λίγες σελίδες, θα δω ότι οδηγούμαι σε αδιέξοδο γιατί μια ιδέα δεν αρκεί, ακόμα κι αν είναι καλή (συχνά δεν είναι). Αν σε εκείνες τις πρώτες σελίδες προκύψουν επιπλέον ιδέες, τότε αρχίζω να πιστεύω πως έχω κάτι ενδιαφέρον στα χέρια μου. Το τέλος του βιβλίου τις περισσότερες φορές δεν το ξέρω και δεν θέλω να το ξέρω, ώστε να εκπλαγώ κι εγώ για το πού με πάει η ιστορία. Αν ξέρεις την ιστορία που θα γράψεις από την αρχή μέχρι το τέλος, είναι σαν να πηγαίνεις στο σινεμά και να ξέρεις την υπόθεση της ταινίας. Βαριέσαι.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Δύο βιβλία διεκδικούν τον τίτλο. Το πρώτο ήταν «Το ομορφότερο τέλος στον κόσμο», το αστυνομικό μου μυθιστόρημα που εκδόθηκε πέρυσι από τις εκδόσεις Πατάκη. Μου πήρε 14 χρόνια για να το γράψω, το ξεκινούσα και έσκιζα ότι είχα γράψει ξανά και ξανά γιατί δεν έβρισκα λύσεις στα προβλήματα που μου έθετα. Τελικά, οι λύσεις ήρθαν μαζεμένες, έστω και τόσα χρόνια μετά και χάρηκα ιδιαίτερα που η ιστορία αυτή αγαπήθηκε από τον κόσμο. Για το δεύτερο βιβλίο θα σας μιλήσω λίγο παρακάτω.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Νομίζω δύο: η προσπάθεια να ανακαλύψω τι είναι δίκαιο μέσα σε ιδιαίτερα πολύπλοκες καταστάσεις και οι έρωτες που υπερβαίνουν τον χρόνο.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Ήρωες που τους λείπει κάτι και θέλουν όσο τίποτε άλλο να το αποκτήσουν, παρόλο που ξέρουν πόσο θα τους κοστίσει αυτό.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Να μην μπορεί η καρδιά του (της) να τα βρει με το μυαλό του (της). Και στην κρίσιμη στιγμή, το ένα από τα δύο (καρδιά ή μυαλό) να πρέπει να κερδίσει τη μάχη.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, στο μυθιστόρημά μου «Όταν ήταν ευτυχισμένος». Δεν είχα ποτέ σκοπό να γράψω μυθιστόρημα για την ζωή του. Βρέθηκα σε μια παρέα που μιλούσαν γι? αυτόν και αισθάνθηκα, ως Χανιώτης, πως έπρεπε να γνωρίζω περισσότερα πράγματα για εκείνον, οπότε άρχισα να διαβάζω για να καλύψω το δικό μου κενό γνώσεων. Και έπεσα πάνω σε κάτι ανεξήγητο, από όλα τα ιστορικά βιβλία, που είχε συμβεί στη ζωή του. Τότε σκέφτηκα πως θα μπορούσα να δώσω την δική μου εξήγηση, που με βάση όσα είχε διαβάσει μου φαινόταν λογική. Εκείνη η εξήγηση αποτέλεσε την βάση όλου του μυθιστορήματος.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Στα παιδικά μου χρόνια, «Η παράξενη διαθήκη» του Ιουλίου Βερν. Φαίνεται πως από τότε με κέντριζε πολύ ο συνδυασμός περιπέτειας, αγωνίας και τζόγου.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Νομίζω ότι όλα τα βιβλία που έχω διαβάσει, αθροιστικά, μου άλλαξαν και μου αλλάζουν την ζωή – με κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Τα βιβλία στα οποία επιστρέφω συχνά, γνωρίζοντας τον κίνδυνο κάθε φορά που τα ανοίγω, είναι τα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη. Ο κίνδυνος είναι η συντριπτική συγκίνηση που μου δημιουργούν.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Αγαπημένος μου Έλληνας συγγραφέας είναι ο Αντώνης Σουρούνης και αγαπημένοι Έλληνες ποιητές ο Λειβαδίτης, ο Ελύτης, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Σαχτούρης. Αγαπημένοι ξένοι συγγραφείς οι Ρόμπερτ Μπ. Πάρκερ, Ρέιμοντ Τσάντλερ, Ντένις Λιχέιν, Αλεσσάντρο Μπαρρίκο, Έρικ-Εμάνουελ Σμιτ, Τζέι Μακίνερνι, στο θέατρο ο Νιλ Σάιμον, στα σενάρια ο Ουίλιαμ Γκόλντμαν. Αγαπημένοι ξένοι ποιητές ο Τσαρλς Μπουκόφσκι και ο Λέοναρντ Κοέν.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Επιλέγω τις ώρες που δεν γράφω να ακούω μουσική που με βοηθάει να παραμένω στην ατμόσφαιρα του βιβλίου. Αλλά τις ώρες που γράφω έχω ανάγκη από ησυχία. Το γράψιμο απαιτεί να βρεις μέσα σου τον ρυθμό του βιβλίου και η μουσική, όσο ταιριαστή κι αν είναι, κουβαλάει έναν ξένο ρυθμό, τον ρυθμό του δικού της δημιουργού.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Σας είπα σε προηγούμενη ερώτηση πως θα σας μιλήσω παρακάτω για το δεύτερο βιβλίο μου που γράφτηκε με παράξενο τρόπο. Πριν από είκοσι χρόνια λοιπόν, γνώρισα έναν άνθρωπο που για μένα (και για πολλούς άλλους) ήταν μυθικό πρόσωπο, αφού οι ταινίες, τα θεατρικά του έργα και τα τραγούδια του έχουν κερδίσει την μάχη με τον χρόνο. Είχε υπογράψει μεταξύ άλλων στο σινεμά τον «Ασυμβίβαστο», το «Ένα γελαστό απόγευμα», το «Αλδεβαράν», στη τηλεόραση το «Στο κάμπινγκ», το «Μη φοβάσαι τη φωτιά», τον «Ερασιτέχνη άνθρωπο», τα πολυβραβευμένα έργα του είχαν ανέβει στο Εθνικό Θέατρο και μεταξύ πολλών υπέροχων τραγουδιών είχε γράψει και το «Να μ? αγαπάς» που τραγούδησε ο Παύλος Σιδηρόπουλος. Κι όχι μόνο γνωριστήκαμε με τον Ανδρέα Θωμόπουλο αλλά γίναμε και φίλοι. Κι όχι μόνο γίναμε φίλοι, αλλά μου πρότεινε να γράψουμε μαζί, ως κινηματογραφικό σενάριο, μια ιστορία της οποίας την βασική ιδέα είχε ήδη σκεφτεί – θα ήταν ένα θρίλερ γύρω από την σόου μπίζνες. Αρκετές φορές δοκιμάσαμε να το γράψουμε αλλά δεν μας έβγαινε ακριβώς όπως θέλαμε, ώσπου κάποια στιγμή είπα στον Ανδρέα ότι είχα κάμποσες ιδέες για να μεγαλώσει πολύ η ιστορία και να γίνει μυθιστόρημα. Το μυθιστόρημα που γράψαμε μας προέκυψε όπως ακριβώς το θέλαμε κι έτσι το «Show Business» θα εκδοθεί τον επόμενο μήνα από τις εκδόσεις Πατάκη. Μπορείτε να πάρετε μια ιδέα από το μυθιστόρημα διαβάζοντας την παρακάτω περίληψη.
Υπάρχει ένας χώρος όπου οι μεγαλύτεροι ονειροπόλοι συνυπάρχουν με τους μεγαλύτερους απατεώνες.
Οι πιο αθώοι γκριζάρουν δίπλα στους πιο επικίνδυνους εγκληματίες.
Καλωσήρθατε στην Show Business.
Αθήνα, 2011 – Η Μελίνα, μια νεαρή υποψήφια περνάει από γραπτή συνέντευξη για θέση σε μεγάλη διαφημιστική εταιρία. Για να εντυπωσιάσει τον διάσημο επικεφαλής της εταιρίας, Άλεξ Ράνθο, καταστρώνει στο χαρτί ένα εξωφρενικό διαφημιστικό σχέδιο.
Λος Άντζελες, 2019 – Ο Τζακ Κουίν, πρώην μεγάλος Χολιγουντιανός σταρ, προσπαθεί να βρει κάποιο ρόλο ώστε να ξαναφτιάξει την καριέρα του. Η πίεση που ασκεί στον ατζέντη του, οδηγεί τον ατζέντη να κάνει ένα τηλέφωνο στον παλιόφιλό του Άλεξ Ράνθο, σπουδαίο διαφημιστή που πλέον ζει στην Ελλάδα.
Ο Άλεξ, ερωτευμένος εξίσου με την Μελίνα και με την αδρεναλίνη που του δημιουργεί η δουλειά του, θυμάται το σχέδιο της Μελίνας, οκτώ χρόνια νωρίτερα, και αποφασίζει να το εφαρμόσει.
Το θρίλερ έχει μόλις αρχίσει.