Της Οντίν Λιναρδάτου
Η Πολωνία οδεύει προς τις εκλογές της Κυριακής βαθιά διχασμένη. Οι πολίτες είναι χωρισμένοι σε δύο κατηγορίες, στους φανατικούς υποστηρικτές και στους πολέμιους του ακροδεξιού κυβερνώντος Κόμματος του Νόμου και της Δικαιοσύνης.
Το κόμμα του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι έχει βρει ξανά έναν εχθρό που απειλεί το καθαρό πολωνικό αίμα και τον έχει αναγάγει σε πρωταγωνιστή της προεκλογικής του εκστρατείας. Το 2015 αυτό τον ρόλο έπαιξαν οι μετανάστες από χώρες της Μέσης Ανατολής, τους οποίους και στοχοποίησε, αποκαλώντας τους παράσιτα και πρωτόζωα. Τώρα υποστηρίζει πως την κοινωνία της Πολωνίας απειλούν τα μέλη της κοινότητας των ΛΟΑΤΚΙ. Διότι, σύμφωνα με τον Κατσίνσκι, σήμερα ο εχθρός είναι η Ευρώπη, που επιτρέπει να υπάρχουν οικογένειες που έχουν δύο μαμάδες ή δύο μπαμπάδες...
Σε αυτό το κλίμα διχασμού διεξάγεται η προεκλογική εκστρατεία στην Πολωνία και οι διαχωριστικές γραμμές βρίσκονται παντού πια. Αστικά κέντρα εναντίον επαρχίας, οι φτωχές ανατολικές περιοχές εναντίον των πιο εύπορων δυτικών, άνδρες εναντίον γυναικών.
Τον Απρίλιο, λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές για την Ευρωβουλή, ο αρθρογράφος της εφημερίδας «Gazeta Wyborcza», Κριστόφ Πασέβιτς, παρήγγειλε μία δημοσκόπηση, τα αποτελέσματα της οποίας προκάλεσαν μεγάλη έκπληξη αλλά και ανησυχία. Οι άνδρες ηλικίας 18-30 ετών υποστηρίζουν σε ποσοστό 62% εθνικιστικά, λαϊκιστικά ή ακροδεξιά κόμματα και μόνο το 33% φιλελεύθερα ή αριστερά. Αντίθετα, οι γυναίκες σε ποσοστό 55% ψηφίζουν φιλελεύθερα και αριστερά κόμματα και μόνο το 43% τάσσεται υπέρ των εθνικιστών.
Σε μία άλλη δημοσκόπηση, που διενεργήθηκε πριν από ένα μήνα, τέθηκε το ερώτημα σε Πολωνούς κάτω των 40 ετών ποια πιστεύουν πως είναι η μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζει η χώρα τους. Η πλειοψηφία των γυναικών απάντησε πως είναι η κλιματική αλλαγή, ενώ η πλειονότητα των ανδρών είπε πως απειλείται από την ιδεολογία των φύλων και το κίνημα των ΛΟΑΤΚΙ.
Σε αυτό το φόντο, το ακροδεξιό PiS -όπως και το Fidesz του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία- κερδίζει σε δημοτικότητα εν μέρει, επειδή δίνει οικονομικά κίνητρα, αλλά και επιδόματα σε οικογένειες με παιδιά. Και οι δύο κυβερνήσεις όμως χρησιμοποιούν ολοένα και πιο ακραία λαϊκιστική και εθνικιστική ρητορική και εφευρίσκουν πάντα νέους εχθρούς. Ο Όρμπαν επιμένει στους επικίνδυνους μετανάστες και τώρα ο Κατσίνσκι στους ομοφυλόφιλους που υποτίθεται πως μολύνουν τον παραδοσιακό και αγνό πολωνικό τρόπο ζωής.
Σημειώνεται πως στην Πολωνία το σύνταγμα του 1993 επιτρέπει τον γάμο και το σύμφωνο κοινωνικής συμβίωσης μόνο ανάμεσα σε έναν άνδρα και μία γυναίκα. Όλα τα άλλα απαγορεύονται και αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει αν κερδίσει ξανά η Ακροδεξιά στις εκλογές της Κυριακής. Όπως εξηγεί ο ειδικός στα θέματα της Ακροδεξιάς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, Κας Μούντε, σε όλες τις χώρες παρατηρείται το φαινόμενο τα εθνικιστικά κινήματα να προσελκύουν διπλάσιο αριθμό ανδρών αντί γυναικών. Και αυτό δεν συμβαίνει γιατί οι γυναίκες είναι γενικά πιο προοδευτικές, αλλά κυρίως επειδή σιχαίνονται τη βία.
Μεγάλο προβάδισμα του PiS
Τα σχέδια του PiS να απαγορεύσει τις αμβλώσεις και να διατάξει έρευνα για «περίεργες», όπως τις χαρακτήρισε, αποβολές οδήγησαν σε μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και ανάγκασαν την κυβέρνηση να κάνει πίσω. Παρ'' όλα αυτά το ακροδεξιό κόμμα του Κατσίνσκι αναμένεται να κερδίσει πάλι στις εκλογές της Κυριακής και οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν ποσοστό πάνω από 40%, ενδεχομένως και κοντά στο 50%. Το ερώτημα που τίθεται όμως είναι αν και αυτή τη φορά θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση, είτε πλειοψηφίας είτε συνεργασίας ή η αντιπολίτευση θα έχει τις απαραίτητες ψήφους για να το βάλει στο περιθώριο.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, αναμένεται ρεκόρ συμμετοχής στις εκλογές, μιας και τόσο το ακροδεξιό κυβερνών κόμμα όσο και η αντιπολίτευση, κυρίως ο φιλελεύθερος Πολιτικός Συνασπισμός, κάνουν τα πάντα για να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους, ιδιαίτερα τους νέους, οι οποίοι συνήθως απέχουν. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν πάρει φωτιά και το 57% των ψηφοφόρων εξακολουθεί να πιστεύει πως το ακροδεξιό Κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης κάνει καλύτερη προεκλογική εκστρατεία από τον Πολιτικό Συνασπισμό.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 11 Οκτωβρίου