Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Στον εγχώριο πολιτικό και οικονομικό διάλογο που εξελίσσεται εν μέσω εκλογικών διαδικασιών, οι περισσότεροι κατηγορούν τις αγορές, πως δεν επιτρέπουν στους πολιτικούς να κάνουν αυτά που θέλουν και πως τους καθοδηγούν απολύτως, στην λήψη των πολιτικών τους αποφάσεων. Έτσι ακούμε, πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να εφαρμόσει το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, αλλά οι αγορές δεν την άφησαν. Ακούμε επίσης πως η μεταβλητότητα των επιτοκίων και των spreads των κρατικών ομολόγων, υπαγορεύει τον τρόπο που κινούνται οι κυβερνήσεις. Είναι όμως, έτσι; Η οικονομία κυριαρχεί πάνω στην πολιτική;
Και ναι και όχι. Για παράδειγμα, τα αποτελέσματα των ελληνικών ευρωεκλογών, συνέβαλαν στην άνοδο του χρηματιστηρίου της Αθήνας κατά σχεδόν 15% και στην ραγδαία υποχώρηση των αποδόσεων των ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, λόγω των πολιτικών που αναμένεται να εφαρμοστούν. Σε ένα άλλο αντίθετο παράδειγμα, η εκτόξευση των επιτοκίων στην Ιταλία, οδήγησε την κυβέρνηση Σαλβίνι, στην απόρριψη των περισσοτέρων μαξιμαλιστικών οικονομικών και πολιτικών εξαγγελιών της, αμέσως μετά την εκλογή της. Γενικότερα, οι πολιτικοί επιθυμούν τη ρύθμιση και τον έλεγχο των πάντων, διότι από εκεί αντλούν τη δύναμη τους. Αντίθετα, οι αγορές έχουν τους δικούς τους κανόνες και θεωρούν πως οι πολιτικοί, μπαίνουν στα πόδια τους για να απομυζούν ως εκπρόσωποι των μηχανισμών του κράτους, τους πόρους και τον παραγόμενο πλούτο.
Κατά την διάρκεια των τελευταίων μηνών, στις παγκόσμιες αγορές, η ζυγαριά έχει γύρει προς την πλευρά της πολιτικής. Ήταν στην αρχή ο βομβαρδισμός από τα tweets του προέδρου Τραμπ, ακολούθησαν οι καθημερινές δηλώσεις του για τους δασμούς και τις προστατευτικές πολιτικές απέναντι στην Κίνα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Καναδά και το Μεξικό και οι εξελίξεις σχετικά με την εμπλοκή του με τη δικαιοσύνη. Στον αντίποδα οι παρεμβάσεις της Κίνας, οι απαντήσεις του προέδρου Πούτιν, οι αντιδράσεις των πετρελαιοπαραγωγών χωρών του Περσικού Κόλπου απέναντι στην επιβολή σκληρότερου εμπάργκο στο Ιράν και τα μαξιμαλιστικά σχέδια του προέδρου Ερντογάν. Ακολούθησαν και οι εξελίξεις στην Γηραιά Ήπειρο, όπως για παράδειγμα οι συχνές εναλλαγές του πολιτικού σκηνικού γύρω από το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο, η αλλαγή των κομματικών συσχετισμών στην Γαλλία και την Γερμανία, η εμμονή της ιταλικής κυβέρνησης να προβεί σε σημαντικές μειώσεις φόρων ανατρέποντας τα status quo των σφικτών δημοσιονομικών κανόνων και η εμφάνιση φυγόκεντρων δυνάμεων στις τελευταίες ευρωκοινοβουλευτικές εκλογές.
Τέλος, οι κυβερνητικές και πολιτικές κινήσεις στις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απέναντι σε συγκεκριμένες εταιρίες όπως είναι η Huawei, για λόγους τεχνολογικής κατασκοπίας, ή όπως η Google που έχει μπει στο στόχαστρο για παραβιάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, όπως και το 2013 όπου τότε η Google είχε έρθει σε συμφωνία με την αρμόδια Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου του υπουργείου, δείχνουν πως οι πολιτικοί έχουν το πάνω χέρι και πως οι αγορές ανταποκρίνονται στις επιλογές τους. To πολιτικό και φορολογικό κυνήγι μεγάλων αμερικανικών ομίλων που χρησιμοποιούν την Ιρλανδία ως εφαλτήριο για την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι πραγματικότητα εδώ και 2-3 χρόνια. Σύμφωνα με πληροφορίες από τις ΗΠΑ, αναμένεται πως η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου και Ανταγωνισμού των ΗΠΑ θα ασκήσει έρευνα και θα εξετάσει την ύπαρξη μονοπωλιακών πολιτικών και από την Facebook. Είναι σίγουρο δε, πως ο Λευκός Οίκος θα ζητήσει να ξεκινήσουν τις έρευνες κατά της Amazon, καθώς είναι γνωστό τοις πάσι πως ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι αποφασισμένος να πλήξει τον ιδρυτή και μεγαλομέτοχο της Amazon, που τυγχάνει να είναι και ιδιοκτήτης της εχθρικής προς την παρούσα προεδρία του Λευκού Οίκου, εφημερίδας “Washington Post”.
Είναι γεγονός πως οι αγορές των μετοχών, των ομολόγων, των εμπορευμάτων και του συναλλάγματος, δεν κινούνται πλέον με βάση τα στενά οικονομικά δεδομένα τους. Δηλαδή με όρους αγοράς, δεν είναι “fundamentally driven”, αλλά “news driven”. Με απλά λόγια, είναι οι πολιτικές εξελίξεις που προσδιορίζουν την πορεία των τιμών και όχι τα ίδια τα δεδομένα των συγκεκριμένων επενδυτικών κατηγοριών και προϊόντων. Αυτό έχει οδηγήσει τους επενδυτές στο να αντιδρούν και να ανταποκρίνονται με νευρικότητα και υπερβολή, απέναντι στις επιπτώσεις που εικάζουν πως θα έχουν οι καθημερινές πολιτικές εξελίξεις.
Τα ερωτήματα των επενδυτικών επιτροπών των μεγάλων επενδυτικών οίκων και τραπεζών, έχουν να κάνουν με την ανάλυση και πρόβλεψη των γεγονότων, που παρακολουθούμε στην κεντρική παγκόσμια πολιτική σκηνή. Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας και ΗΠΑ – Μεξικού, οι σχέσεις της ΕΕ με το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit, το εμπορικό εμπάργκο απέναντι στο Ιράν, οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί στην ΕΕ, η βούληση των κυβερνήσεων να στραφούν κατά των τεχνολογικών και ψηφιακών κολοσσών και η πολιτική απόφαση των ηγετών της ΕΕ για την επίλυση του χρονίζοντος προβλήματος του ημιθανούς ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, αποτελούν τα βασικά σημεία που συνθέτουν το παζλ της πολιτικής αβεβαιότητας και ανησυχίας.
*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.