Κάποια στιγμή η καραντίνα θα τελειώσει. Είτε επειδή θα έχουν βρεθεί φάρμακα είτε επειδή οι άνθρωποι θα έχουν εξαντληθεί από τις απαγορεύσεις και τον εγκλεισμό. Το πιο πιθανό, πάντως, είναι το πρώτο σενάριο. Αν η καραντίνα είναι ενοχλητική για όλους, είναι περισσότερο ενοχλητική για εκείνους τους ανθρώπους που μόλις έμαθαν ότι είναι άνεργοι! Στον εγκλεισμό προστίθεται έτσι η ανασφάλεια και τα κοινωνικά αδιέξοδα.
Τι κάνεις με αυτούς τους ανθρώπους; Τι κάνεις με πεντακόσιες χιλιάδες ανθρώπους που έμειναν σε μία νύκτα χωρίς δουλειά; Αν είναι πεντακόσιες και όχι περισσότεροι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν αδιαφορείς. Μία κοινωνία που αφήνει πίσω της τους πιο αδύναμους να πεθάνουν, δεν της αξίζει η επιβίωση. Το ερώτημα είναι με ποιον τρόπο θα βοηθηθούν αυτοί οι άνθρωποι και στο τέλος να έχει υπάρξει ένα θετικό αποτύπωμα και για την οικονομία.
Ο εύκολος δρόμος είναι αυτός των επιδομάτων. Είναι ο δρόμος που έχουν επιλέξει στο παρελθόν όλες οι αριστερές κυβερνήσεις. Το κράτος εκπληρώνει τον σκοπό του δίνοντας ένα μικρό βοήθημα στον άνεργο, τέτοιο που να τον βοηθάει να επιβιώσει μέχρι την επόμενη δόση του ταμείου ανεργίας. Μπορεί αυτό να είναι ωφέλιμο για την κυβέρνηση που μαθαίνει τους πολίτες να είναι εξαρτώμενοι από μία επιδοματική πολιτική, αλλά στο τέλος όλο αυτό είναι καταστροφικό για όλους. Ο άνεργος μετατρέπεται σταδιακά σε μακροχρόνια άνεργο και περιθωριοποιείται, με ολέθριες συνέπειες για την ίδια την κοινωνία.
Ο δύσκολος δρόμος είναι αυτός της προσπάθειας δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας! Δίδεται, δηλαδή, το βάρος στην επιδότηση της εργασίας και όχι της ανεργίας. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Το επίδομα σε κάποιον που μόλις έχασε την εργασία του είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητο. Το θέμα είναι να προσπαθήσεις παράλληλα να του βρεις δουλειά.
Και πώς γίνεται αυτό; Πώς μπορούμε να βρούμε δουλειά σε πεντακόσιες χιλιάδες ανθρώπους; Η εύκολη απάντηση σε αυτό είναι να δοθούν κίνητρα σε υπάρχουσες εταιρείες για να προσλάβουν ανέργους. Οι εύκολες λύσεις, όμως, αποδεικνύεται συχνά ότι δεν «δουλεύουν». Η πρόσληψη εργαζομένων από τη δεξαμενή των ανέργων δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα διατηρηθούν οι προηγούμενες θέσεις εργασίας στην επιχείρηση. Ο επιχειρηματίας, σίγουρα θα προτιμήσει τις επιδοτούμενες θέσεις εργασίας, αλλά δεν έχει λόγο να αυξήσει τον συνολικό αριθμό των εργαζομένων του. Αυτά τα μοντέλα έχουν δοκιμαστεί και στο παρελθόν, χωρίς να αποδώσουν τα αναμενόμενα...
Οι νέες θέσεις εργασίας θα πρέπει να συνδέονται με νέες επενδύσεις. Μόνο τότε είναι πραγματικές νέες θέσεις εργασίας. Αν υπάρχουν, λοιπόν, διαθέσιμοι πόροι θα πρέπει να ξοδευτούν για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Κι αυτό δεν γίνεται επειδή εμείς θα βγάλουμε ένα διάγγελμα για να καλέσουμε τους επενδυτές να φέρουν τα λεφτά τους στη χώρα. Χρειάζεται σχέδιο και απαιτείται σοβαρή προεργασία πριν από το κάθε βήμα.
Στο παρελθόν δόθηκαν μεγάλες επιδοτήσεις για τη δημιουργία νέων βιομηχανικών μονάδων. Ήμουν πιτσιρικάς ακόμη, όταν σε ένα ταξίδι επιστροφής από τον Έβρο περνούσα από περιοχές γεμάτες με κουφάρια από εργοστάσια που έμειναν στα μπετά. Το δημόσιο χρήμα είναι χρήμα των φορολογουμένων, δεν είναι χρήματα κάποιου τρίτου που έχουμε μια ευκαιρία να τα «απαλλοτριώσουμε».
Ούτε η επιδότηση των θέσεων εργασίας έχει «δουλέψει» ούτε οι επιδοτήσεις των νέων επενδύσεων. Αυτό που δεν έχουμε δοκιμάσει είναι μία δίκαιη αντιμετώπιση ενός επενδυτή από το κράτος. Να του εξασφαλίσουμε, δηλαδή, ταχύτητα στις διαδικασίες, φορολογικά κίνητρα για τα επόμενα χρόνια και ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις. Ένα πακέτο που φέρεται να έχει κόστος, αλλά αυτό είναι θεωρητικό. Οι εχθροί αυτών των λύσεων υποστηρίζουν ότι το κράτος θα χάσει από τους φόρους, επειδή μετράνε τα... διαφυγόντα έσοδα σε περίπτωση που η νέα επένδυση είχε φόρους ανάλογους με εκείνους των άλλων επιχειρήσεων. Δεν μετράνε ότι οι νέοι φόροι που εισπράττει το κράτος δεν θα είχαν φτάσει διαφορετικά στο ταμείο και ότι με αυτό τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για τη μείωση της φορολογίας σε όλες τις επιχειρήσεις. Λένε, επίσης, ότι η ευελιξία στις σχέσεις εργασίας είναι εις βάρος των εργαζομένων. Εχουν άδικο. Κάθε περιοριστικός νόμος αποτρέπει τις προσλήψεις και απαγορεύει στην πράξη νέες επενδύσεις. Μόνο ένας τρελός θα «παντρευτεί» ένα εργατικό δυναμικό που οι ανάγκες της επιχείρησής του μπορεί αύριο να μην του επιτρέπουν να το διατηρήσει. Θα προτιμήσει να μην κάνει την επένδυση από το να καταστεί όμηρος του κράτους.
Η Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη έχει δύο επιλογές. Να ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο του ΣΥΡΙΖΑ ή να δοκιμάσει έναν νέο φιλελεύθερο δρόμο. Είναι αλήθεια ότι ο δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ φέρνει ψήφους. Αλλά δεν ωφελεί στο τέλος την οικονομία και την κοινωνία. Είναι επίσης αλήθεια ότι η προσέλκυση επενδύσεων περνάει μέσα από πολλές αλλαγές στη νομοθεσία. Γι' αυτό ακριβώς πιστεύουμε ότι η ευκαιρία για να συμβεί κάτι τέτοιο υπάρχει στην παρούσα χρονική συγκυρία. Με πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου; Με πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου! Με όποιον τρόπο. Ή θα αλλάξουμε ή θα χαθούμε, όπως έλεγε και ένας άλλος πρωθυπουργός. Αλήθεια έλεγε. Το αξιοπερίεργο είναι ότι η χώρα είναι ακόμη στη θέση της. Για πόσο ακόμη;
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
* Αναδημοσίευση από την στήλη «Εκ Θέσεως» του Φιλελεύθερου