Της Λίνας Παπαδάκη*
Εντάξει, όλοι συμφωνούμε ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι η πιο διχαστική κυβέρνηση που γνώρισε η χώρα μετά τη δικτατορία. Ανώριμη, επιθετική και με μανία καταδίωξης, δημιουργεί ένα πολιτικό περιβάλλον μόνιμης πόλωσης και οξυμένων παθών, που τορπιλίζουν τον πολιτικό διάλογο και υποβαθμίζουν το επίπεδο πολιτικού πολιτισμού που είχε κατακτηθεί στον τόπο τα προηγούμενα χρόνια. Όμως πιστεύω ότι υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα για τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Από ποιο σημείο και μετά η εναρμόνιση με το κλίμα που επιβάλλει η εχθροπαθής κυβέρνηση παύει να είναι αυτονόητη πολιτική αντίδραση και γίνεται ετεροπροσδιορισμός και αυτοακύρωση.
Υπάρχουν κάποιες δυνάμεις της αντιπολίτευσης που δίνουν την εντύπωση ότι αυτοτοποθετήθηκαν στην πολιτική κατάψυξη. Έχουν θεωρήσει δεδομένη την έλλειψη οποιασδήποτε συνεννόησης με την κυβέρνηση και έχουν απομονώσει τους εαυτούς τους από την τρέχουσα πολιτική, περιοριζόμενες στην αντιπολιτευτική περιγραφή. Η συνεννόηση είναι οπωσδήποτε δυσχερής, αλλά η δημόσια ζωή συνεχίζει και τρέχει εκτός ψυγείου. Τα γεγονότα κανείς δεν μπορεί να τα παραγγείλει ώστε να έρθουν στην ώρα τους, την ώρα δηλαδή που εκείνες κρίνουν προσφορότερη, που είναι μετά τις εκλογές. Όταν θεωρείς τον χρόνο που ζούμε πολιτικό κενό, υπάρχει κίνδυνος το κενό να το γεμίζουν άλλοι κι εσύ να είσαι απλώς απών.
Υπάρχουν ανοιχτά θέματα της κοινωνίας που δεν μπορούν να κλείσουν ραντεβού με τη δική σου πολιτική διαθεσιμότητα, όπως τα δικαιωματικά, υπάρχουν θέματα εθνικά που σίγουρα δεν προσαρμόζονται στο πολιτικό σου ρολόι και η αναβολή τους μπορεί να βλάψει τη χώρα, υπάρχουν θέματα θεσμικά για τα οποία και εσύ ο ίδιος έχεις διαπιστώσει ότι απαιτούν ταχεία θεραπεία. Ο χρόνος δεν σταματά, η πολιτική δεν αναπαύεται, η ζωή δεν διακόπτεται επειδή εσύ έχεις αποφασίσει ότι η μόνη σου επαφή με την Κυβέρνηση είναι οι εχθροπραξίες.
Τον θεσμικό αναλφαβητισμό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τα ευρωπαϊκά κόμματα της χώρας οφείλουν να τον αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη θεσμική προσήλωση και όχι με τις αντισυστημικές συμπεριφορές που δίδαξαν τα κόμματα που κυβερνούν. Διότι η επαναληπτικότητα των φαινομένων αυτών, όσο δικαιολογημένα και αν είναι τώρα, επιφέρουν ανεπούλωτα τραύματα στην κοινωνία και την πολιτική, που θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από αυτήν τη διακυβέρνηση. Και δυστυχώς, αν ο διχασμός και η μισαλλοδοξία στο δημόσιο χώρο καταντήσει να είναι στο διηνεκές κανονικότητα, μόνο οι ακραίοι θα είναι αυτοί που θα πριμοδοτούνται.
Μετά τις δεύτερες εκλογές του ΄89 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στην Κυβέρνηση Ζολώτα, στη συγκυβέρνηση δηλαδή με τους διώκτες του. Ήταν υπόδικος στο Ειδικό Δικαστήριο όπου τον είχαν στείλει τα άλλα δύο κόμματα που μετείχαν σε αυτό το σχήμα, αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να λειτουργήσει με θεσμική ευθύνη και να συνεργαστεί για την επιτυχία του κυβερνητικού έργου, συμμετέχοντας μάλιστα προσωπικά με τακτικές συνομιλίες με τα ίδια τα πρόσωπα που το κάθισαν στο σκαμνί. Ποιος θα τον κατηγορούσε αν δεν το έκανε; Κανείς άλλος από τη συνείδησή του και το αίσθημα ευθύνης του απέναντι στο λαό.
*Η κ. Λίνα Παπαδάκη είναι διευθύντρια του Γραφείου Τύπου στο Ποτάμι