Του Κώστα Μποτόπουλου
Δεν είναι και λίγα αυτά που κατάφερε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας με τις πρόσφατες δηλώσεις του και την εν γένει στάση του.
Συνόψισε το ήθος της κυβέρνησης στην οποία ανήκει, αφού ο επικεφαλής της, ο πρωθυπουργός, έσπευσε όχι μόνο να τον καλύψει, αλλά και να τον καταστήσει επίκεντρο της εμπιστοσύνης του και της εμπιστοσύνης της Βουλής προς την κυβέρνηση.
Δημιούργησε και εξέφρασε το κεντρικό θέμα αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση, όλη την αντιπολίτευση, εν όψει των εκλογών που έρχονται, όλων των εκλογών: ή με αυτόν τον άνθρωπο, και με τέτοιο ήθος, ή εναντίον του - όχι του προσώπου, αλλά των χαρακτηριστικών που εκφράζει και των προσώπων που τον στηρίζουν.
Έσπρωξε πολλούς ανθρώπους να σκεφτούν, να υποστηρίξουν και ίσως τελικά να ψηφίσουν, όχι το κόμμα με το οποίο είναι υποψήφιος ο Κυμπουρόπουλος, αλλά τον ίδιο τον Κυμπουρόπουλο γι' αυτό που εκπροσωπεί.
Διέσπασε εσωτερικά το κυβερνών κόμμα, αναδεικνύοντας τη διαχωριστική τομή «με την εξουσία, όπως και να ''ναι - με τις αρχές της «Αριστεράς», ακόμα και την τελευταία στιγμή» και αποκαλύπτοντας τα πήλινα πόδια τού ως τώρα αδιαμφισβήτητου ηγέτη.
Έδειξε πώς θα πορευθούμε ώς τις εκλογές: με συνειδητή υποδαύλιση της πόλωσης, ως τη φραστική και ψυχολογική βία, και ίσως και ακόμα παραπέρα, από την κυβέρνηση, με ελαχιστοποίηση της συζήτησης περί ουσίας, με ανάδειξη της θεματικής της «σωτηρίας» -των θεσμών, του κράτους δικαίου, ενός ελάχιστου βαθμού συνεννόησης και ήθους- από την αντιπολίτευση.
Αποστράγγισε και την τελευταία δυνατότητα να σκεφτούμε και να ψηφίσουμε και, μετά, να λειτουργήσουμε με βάση τις ανάγκες στους κρίσιμους τομείς στους οποίους η χώρα μας έχει μείνει πίσω, δηλαδή σε όλους τους τομείς, καθιστώντας έτσι την πραγματική ανάκαμψη όχι μόνο δύσκολη αλλά σχεδόν φρούδα.
Φτήνυνε την πολιτική και όλους όσοι ασχολούμαστε μαζί της. Στο δίλημμα «κάνω πολιτική με τον τρόπο του αναπληρωτή υπουργού Υγείας για να τον νικήσω με τα όπλα του και να τα αντικαταστήσω με τα δικά μου» ή «δεν μπορώ να πέσω σε αυτό το επίπεδο και τον αφήνω να αυτο-εξευτελιστεί με κίνδυνο να δηλητηριάσει τα πάντα», πολλοί σκεπτόμενοι άνθρωποι, ιδίως οι μη επαγγελματίες της πολιτικής, δεν έχουμε εύκολη απάντηση. Κι έτσι κερδίζουν, έστω στον βραχύ χρόνο, εκείνοι που δεν βασανίζονται από τέτοια διλήμματα, δεν τους περνούν καν από το μυαλό.
Εξέθεσε τη χώρα μας, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, γι' αυτό που μάλλον τελικά είναι: μια χώρα στην οποία, σε όλα τα πεδία, η απαξία υπερισχύει της αξίας. Κι έτσι, η κυβέρνηση και η χώρα κινδυνεύουν να χάσουν κάτι περισσότερο από το θαυμασμό του Ζίζεκ.
Δεν είναι και λίγα όλα αυτά τα πολιτικά κατορθώματα, πράγματι. Αλλά κυρίως δεν είναι αναστάσιμα.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 26 Απριλίου.