Πέτρος Μάρκαρης: Αλλαγές χωρίς συγκρούσεις δεν γίνονται

Πέτρος Μάρκαρης: Αλλαγές χωρίς συγκρούσεις δεν γίνονται

Ανηφορίζοντας τη Φωκίωνος Νέγρη, φέρνω στο μυαλό μου δύο εικόνες: η μία είναι το προσωπικό βίωμα της δεκαετίας του ''90, με τους καφέδες και τα ραντεβού του κέντρου. Η άλλη, της παλιάς αστικής Αθήνας, με τους ανθρώπους της να πηγαινοέρχονται μεταξύ Δροσοπούλου και Αγίας Ζώνης. Κι αναρωτιέμαι, πώς αυτή η περιοχή γοήτευε πάντα τόσους πνευματικούς ανθρώπους (Ελύτης, Κουν, Ιάνης Ξενάκης, Κική Δημουλά, Κουμανταρέας) ώστε να περάσουν τη ζωή τους στους δρόμους της και στη φθίνουσα αρχοντιά της.

Το ραντεβού μας με τον Πέτρο Μάρκαρη είναι νωρίς το πρωί και η πόλη ακόμα ξυπνάει. Στα καφέ δεν υπάρχει κόσμος και στα δέντρα –η Κυψέλη έχει δέντρα σε πολλούς δρόμους– ακούς θορύβους πουλιών. Ανυπομονώ να μιλήσω μαζί του. Είμαι περίεργος να μάθω κυρίως γι αυτόν τον μικροαστό αστυνομικό των βιβλίων του, τον Χαρίτο. Γιατί άραγε δεν είναι έξυπνος σαν τον Σέρλοκ; Πώς και δεν είναι ιδιοφυής σαν τον Πουαρό;

Ο Πέτρος Μάρκαρης είναι ένα πρόσωπο από τα ιδιαίτερα της λογοτεχνίας μας. Γεννήθηκε στην Kωνσταντινούπολη, μετέφρασε ξένα έργα, έγραψε θεατρικά σενάρια και σε μεγάλη ηλικία, ξεκίνησε τα σπουδαία αστυνομικά του μυθιστορήματα. Είναι κι αυτός ένας ακόμα της διασποράς. Λες και υπάρχει ένα γονίδιο δημιουργικότητας σε όλους αυτούς τους Έλληνες της Ανατολής (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια) που τους καθιστά ευγονικούς κληρονόμους της αρχαίας παράδοσης.

Συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα

Επιμένετε να μην αλλάζετε εύκολα τόπο. Μένετε στην Κυψέλη, μια συνοικία που φορτώθηκε με πολλά, τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

Η Κυψέλη παραμένει για μένα ένας φιλόξενος αστικός τόπος. Χαίρομαι την καθημερινότητά της, τους ανθρώπους και τους δρόμους της. Δεν σκέφτηκα ποτέ να ακολουθήσω αυτήν την παραφροσύνη της δεκαετίας του ΄70 που όλοι έφευγαν για τα προάστια. Οι εργολάβοι εισβάλλουν από παντού και οι Αθηναίοι σπεύδουν να τους ακολουθήσουν σε ό,τι κάνουν. Χτίζουν και τις δύο πλευρές της Πατησίων, επεκτείνοντας τη δράση τους και στο εσωτερικό της Κυψέλης. Θα μπορούσα να γράψω ένα βιβλίο για τους Αθηναίους που ακολουθούν συνεχώς τους εργολάβους! Η εσωτερική μετεμφυλιακή μετανάστευση οδήγησε στην πρόχειρη δόμηση της Αθήνας. Χωρίς σχέδιο και συλλογικές κινήσεις, η αστική τάξη της Κυψέλης παραδόθηκε ουσιαστικά στην προχειρότητα της νέας τάσης. Μένουν ακόμα παλιά μεγαλοαστικά σπίτια, αλλά τώρα πια τα περισσότερα είναι δύσκολο να τα συντηρήσει κανείς. Δεν υπάρχουν τα χρήματα.

Ο ελληνισμός των παροικιών και ιδιαίτερα της Μικράς Ασίας γέννησε πολλούς λογοτέχνες μέσα στον 20ο αιώνα. Γιατί άραγε τόση μεγάλη «παραγωγή» από εκεί και όχι από τον ελλαδικό χώρο;

Τρία κέντρα διασποράς ήταν πολύ σημαντικά για τον ελληνισμό: Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια. Αυτές οι περιοχές βγάλανε γενιές διανοουμένων χάρη στην υπεροχή της αστικής τάξης που ευημερούσε πρώτα απ΄ όλα οικονομικά. Ο Κοραής ήταν παιδί αστικής οικογένειας, όπως και ο Καβάφης. Όλοι τους ήταν αστοί. Οι κοινότητες αυτών των κέντρων διέθεταν μία πνευματικότητα που ξεκινούσε από τη συλλογικότητα της κοινής θρησκείας και απλωνόταν στην τέχνη, στη λογοτεχνία, στην αφήγηση του λαϊκού πολιτισμού.

Έπαιξε ρόλο σ΄ αυτό η πολυπολιτισμικότητα αυτών των περιοχών;

Δεν υπάρχει για μένα πολυπολιτισμικότητα. Υπάρχει πολυκοινοτικότητα! Μου το λένε οι φίλοι μου και εκνευρίζομαι. Τί θα πει πολυπολιτισμικότητα; Στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν πολλές κοινότητες μαζί, όχι πολλοί πολιτισμοί. Ακούστε, εγώ μεγάλωσα εκεί μέσα. Καθώς περπατούσα στη μεγάλη οδό του Πέραν, άκουγα ένα σωρό γλώσσες από τις πολλές κοινότητες της Πόλης. Αυτοί οι άνθρωποι, όμως, δεν επικοινωνούσαν και πολύ μεταξύ τους. Επέμεναν να ζουν σε έναν άλλο κόσμο. Όχι μόνο αυτοί όμως –και οι Αρμένιοι και οι Εβραίοι έτσι ζούσαν. Και οι Τούρκοι έτσι ζούσαν. Ήταν μία πόλη με πολλά έθνη και πολιτισμούς, αλλά ζούσαν χωριστά. Δεν υπήρχε η ζύμωση. Περνούσαν τη ζωή τους μέσα στις κοινότητές τους και δεν είχαν καμία διάθεση επικοινωνίας με τους άλλους. Και αυτό συμβαίνει σήμερα παντού, αλλά δεν το καταλαβαίνουν οι ξένοι. Εγώ, σε αντίθεση με πολλούς άλλους, πήγα σε γερμανικό σχολείο και έκανα παρέες με παιδιά από διάφορες κοινότητες. Πηγαίναμε σινεμά, κάναμε βόλτες, αλλά μέχρι εκεί. Ποτέ κανένας μη «κοινοτικός» δεν με κάλεσε στο σπίτι του. Ποτέ κι εγώ δεν κάλεσα κανέναν στο δικό μου. Πολυπολιτισμικότητα υπάρχει μόνο στην Αμερική, όπου εκεί έχουμε εξαρχής την εγκατάσταση διαφορετικών πολιτισμών οι οποίοι συμμετέχουν στην ίδρυση ενός νέου κράτους. Στην Ευρώπη όμως όχι.

Πιστεύετε στο έθνος κράτος έτσι όπως εξελίχθηκε; Θα μπορούσαμε να έχουμε μια διαφορετική ιστορική συνέχεια, πάνω στην πολιτική βάση των Αυτοκρατοριών;

Προσέξτε κάτι: εγώ έφτασα στην Αθήνα στη δεκαετία του ΄60, προερχόμενος από μία κλειστή κοινότητα της Πόλης, όπου κυριαρχούσε ένας ασύλληπτος τουρκικός εθνικισμός. Το κράτος - έθνος της Τουρκίας έγινε από την αρχή η βάση ενός εθνικιστικού οράματος. Όταν ήρθα λοιπόν, στην Ελλάδα, η ελληνική εθνική ιδεολογία ήταν αστεία μπροστά στην υπεροπτική εθνικιστική έξαρση των Τούρκων. Στην Ελλάδα, ο εθνικισμός ήταν περισσότερο πατριωτισμός, ενώ στην Τουρκία μία συνεχώς αναπτυσσόμενη τάση υπεροχής. Αυτή ήταν η διαφορά. Το κάθε έθνος ήθελε το δικό του κράτος. Οι αυτοκρατορίες μετεξελίχθηκαν σε εθνικά βασίλεια ή δημοκρατίες, διατρανώνοντας την αυτόνομη διάθεση των επιμέρους εθνών να υπάρξουν δια της ταυτότητάς τους. Δια της θρησκείας τους και της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Μετά τον Διαφωτισμό και τη διάδοση της εθνικής γλώσσας και Ιστορίας, ήταν αυτονόητο ότι θα συμβεί.

Αργήσατε πολύ να μπείτε στη συγγραφή των βιβλίων. Γιατί σας κέρδισε το αστυνομικό μυθιστόρημα;

Όταν έφυγα από την Πόλη και ήρθα εδώ, ήμουν τρίγλωσσος. Γράφω στα ελληνικά, γιατί η γλώσσα είναι ο κόρφος της μάνας. Ξαναγυρίζεις στη μάνα σου. Γι'' αυτό και την επέλεξα ως λογοτεχνική μου γλώσσα. Τι να κάνω; Να γράφω γερμανικά και να το μεταφράζω ελληνικά; Το πρώτο μου μυθιστόρημα είναι το ΄95. Διότι ασχολήθηκα με όλα τα άλλα εκτός από μυθιστόρημα. Στην αρχή δεν με γοήτευε. Ήταν πιο εύκολα τα σενάρια. Γράφεις τους διαλόγους, αλλά την αφήγηση του χώρου θα τη βρει ο σκηνοθέτης. Εγώ δεν χρειάζεται να κάνω κάτι. Ξεκίνησα βέβαια, με το θέατρο, μέσα στην Χούντα. Έπειτα γερμανικές μεταφράσεις και άλλα. Οι «Μέρες του 36» είναι το σενάριο που εγκαινίασε τη συνεργασία μου με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.Υπήρξα συνεργάτης του Θόδωρου Αγγελόπουλου στα σενάρια του. Δούλεψα 11 χρόνια στα τσιμέντα ΤΙΤΑΝ. Εκεί έμαθα και την οικονομία και αν ξέρω πέντε πράγματα, τα ξέρω από εκεί. Σταμάτησα το 1976. Τότε μπορούσα να ζήσω με τα χρήματα από τις μεταφράσεις μου. Είχε ήδη βγει και η Ιστορία του Αλή Ρέτζο. Με κράτησαν οι μεταφράσεις οικονομικά για πολλά χρόνια. Δεν μετέφρασα ποτέ πεζογραφία, μετέφραζα θέατρο. Τότε δεν ήξεραν πολλοί γερμανικά κι έκανα όνομα ως μεταφραστής. Το δεύτερο πράγμα που με σήκωσε οικονομικά ήταν η «Ανατομία ενός Εγκλήματος». Πλήρωναν τακτικά και καλά τότε. Όταν είχα την ιδέα να γράψω το πρώτο μυθιστόρημα, είχα τα χρήματα για να αντέξω 6 μήνες και να ασχοληθώ με το γράψιμο. Γιατί γράφω αστυνομικά; Θεώρησα ότι το αστυνομικό είναι ένα ωραίο μέσο για να μιλήσεις για κοινωνικά θέματα και μια κοινωνική πραγματικότητα. Αυτό το έμαθα από το αστικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα. Διότι αυτό το μυθιστόρημα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, έχει ως αφετηρία μια αστυνομική ιστορία ή μια ιστορία εγκλήματος.

Πώς και επιλέξατε τον Κώστα Χαρίτο για πρωταγωνιστή αστυνομικό των βιβλίων σας; Έναν μικροαστό συνηθισμένο δημόσιο υπάλληλο;

Δεν μου είχε περάσει ποτέ από τον νου να γράψω αστυνομικό και δεν ξεκίνησα με την κλασική ροή του αστυνομικού. Είναι αλήθεια ότι η αστυνομική λογοτεχνία γνωρίζει μεγάλη άνθηση σήμερα. Είναι σοβαρή, επειδή οι συγγραφείς δεν γράφουν αστυνομικό δελτίο. Αρκετούς πλέον δεν τους ενδιαφέρει τόσο η πλοκή, όσο οι χαρακτήρες. Ο Χαρίτος είναι ένας μικροαστός με πολύ έντονη παρουσία. Με βασάνιζε. Ενώ δεν ήθελα να τον μεταφέρω από την εικόνα στον πρωταγωνιστικό ρόλο, τελικά το έκανα για να ξεμπερδεύω μαζί του. Δεν έψαξα πολύ να τον φτιάξω. Ήταν έτοιμος μπροστά μου. Ήθελα εν τω μεταξύ να μην του δώσω τα χαρακτηριστικά του δήθεν «ιδιοφυούς» Ευρωπαίου ντετέκτιβ. Εκνευρίζομαι να ακούω τον Χολμς να απευθύνεται στον Γουότσον και να τον υποτιμά με την επηρμένη αλαζονική του διάθεση, τρελαίνομαι. Θεωρώ ότι οι απλοί αστυνομικοί, όπως ο Μπέκας του Μαρή, δεν είναι ιδιοφυείς. Είναι αρκετά γενναίοι και αποφασιστικοί όπως και κάποιοι Αμερικανοί. Απλοί άνθρωποι που κουβαλούν τις αδυναμίες ενός μοναχικού δημοσίου υπαλλήλου. Έτσι είναι και ο Χαρίτος. Άλλωστε, είναι και ένας χαρακτήρας κάπως αυτοβιογραφικός. Μου μοιάζει σε κάποια πράγματα: σαν τον ήρωά μου, αγαπώ πολύ το καλό φαγητό. Η κουζίνα περνάει μέσα από τη γυναίκα του Χαρίτου, την Ανδριανή. Είναι η μάνα μου. Όταν γράφω, λέω «η κυρα-Τασούλα τι θα έλεγε;». Έχω μια σχέση πιο προσωπική με τους ήρωές μου. Και η κόρη του Χαρίτου έχει πολλά χαρακτηριστικά της Ζοζεφίνας, της κόρης μου.

By Justus Nussbaum

Σας ικανοποιεί ο σύγχρονος πνευματικός μας πολιτισμός; Ποια είναι η εξέλιξη του πνευματικού κόσμου στη Μεταπολίτευση αλλά γενικότερα και στις δεκαετίες που ακολούθησαν μετά τον πόλεμο;

Η Ελλάδα του ''60 ήταν μια χώρα φτωχή, με εξαιρετικό όμως επίπεδο πολιτισμού. Αυτό το επίπεδο υπερέβαινε την πραγματικότητα της χώρας. Εντυπωσιακό! Ήταν καταπληκτική εποχή, ενώ οι άνθρωποι υπέφεραν. Όταν ήρθε η ώρα του εικονικού πλούτου –και αυτό δεν το έκανε το κράτος, το έκαναν οι πολίτες–, πετάξαμε μαζί με τη φτώχεια και τις αξίες της. Διαβάστε τους στίχους των ρεμπέτικων. Αυτό ήταν το επίπεδο, που δεν υπάρχει σήμερα.

Ας ξεκινήσουμε όμως από τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Αλλοίωσε αρκετά τη σημασία του λαϊκού πολιτισμού. Έβαλε τις βάσεις ενός ιδιότυπου λαϊκισμού.

Σας αρέσει περισσότερο η λέξη λαός ή η λέξη πολίτης;

Προτιμώ τον πολίτη. Ο λαός δεν απηχεί πλήρως την έννοια της βάσης της δημοκρατίας. Ο πολίτης όμως ως υπόσταση είναι το παν!

Ας συνεχίσουμε.

Σας έλεγα, λοιπόν, ότι πριν τη δικτατορία, στη δεκαετία του '60, η πνευματική σχέση Ελλάδας - Ευρώπης ήταν σχεδόν ισότιμη. Κάθε μέρα κάτι σημαντικό γινόταν. Πνευματικά, η χώρα δεν είχε κανένα κόμπλεξ απέναντι στην Ευρώπη. Το μεγάλο λάθος που κάναμε, όταν έφυγε η Χούντα, ήταν ότι δεν πιάσαμε το ΄60 για να συνεχίσουμε, αλλά αφεθήκαμε στις καταβολές της δικτατορίας. Εν τω μεταξύ, η ζημιά έγινε ήδη, στην επταετία, αφού οι πνευματικοί άνθρωποι είτε σίγησαν, είτε στρατεύτηκαν στην αντίσταση, ακολουθώντας περισσότερο την πολιτική δράση. Εκφυλίστηκε επίσης η λαϊκή βάση της πολιτισμικής έξαρσης που έχει πάντα ανάγκη η κοινωνία. Τώρα πια το παιχνίδι έχει χαθεί.

Τι έκανε η Αριστερά στη Μεταπολίτευση; Πώς διαχειρίστηκε την πολιτική της κληρονομιά;

Ας πάμε πίσω. Πριν από τη δικτατορία, υπήρχε η ΕΔΑ, ένα αριστερό και όχι κομμουνιστικό κόμμα. Οι περισσότεροι προέρχονταν από το ΕΑΜ. Υπήρξαν εκεί μέσα σπουδαίοι άνθρωποι (Λαμπράκης, Θεοδωράκης, Ηλιού, Κύρκος) που είχαν συνείδηση της πολιτικής τους αποστολής αλλά και της ευθύνης απέναντι στην κοινωνία. Στη Μεταπολίτευση δεν επανιδρύθηκε η ΕΔΑ και αυτό ήταν τεράστιο λάθος. Μείναμε σε δύο κομμουνιστικά κόμματα, ένα σταλινικό και μία παρέα καλοπροαίρετων διανοουμένων. Εκεί μάλλον χάθηκε όλο το παιχνίδι της Αριστεράς. Ο μόνος που επέμενε για την επανίδρυση της ΕΔΑ ήταν ο Μανώλης Γλέζος, τον οποίο κανείς δεν τον άκουσε. Έπειτα ήρθε το ΠΑΣΟΚ και έδωσε τη χαριστική βολή.

Επομένως, το ΠΑΣΟΚ υπήρξε ο μεγαλύτερος εκμαυλιστής της Αριστεράς;

Βέβαια. Αποκτήσαμε ξαφνικά ένα κόμμα το οποίο ήταν κόμμα του κρατισμού και όχι της Αριστεράς. Ήταν μία προσωπική σύλληψη του Παπανδρέου, ο οποίος διέκρινε τις εσωτερικές τάσεις της κοινωνίας και το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο. Ο μόνος που είχε πολιτικό μυαλό ήταν αυτός και μόνο αυτός μπορούσε να αρπάξει την ιστορική ευκαιρία και τους κορόιδεψε όλους. Δυστυχώς δεν υπήρξε κανένα κόμμα της Αριστεράς να ορθώσει ανάστημα και να αποκαλύψει τις προθέσεις του Παπανδρέου. Καμία εναλλακτική. Επίσης, η γενιά του Πολυτεχνείου είναι άξια επαίνου για την αντίσταση, αλλά ταυτόχρονα απαράδεκτη για την κατάληψη του δημοσίου χώρου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πράγματι η μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ στο όνομα του κρατισμού;

Ναι, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η παρακμιακή μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ. Κυρίως, τους ενώνει ο κρατισμός και η δίψα για εξουσία. Όπως και μία αντίληψη εξουσίας παρακμιακά, «παπανδρεϊκή»! Και λέω παρακμιακά, γιατί ο Παπανδρέου ήξερε τι έκανε και με ποιους όρους θα το επέβαλε. Ο ένας αρχηγός βέβαια είναι κυρίαρχος και σχεδόν αυτοφυής, ενώ ο Τσίπρας μία «κατασκευή» προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της παρέας. Όπως και το κόμμα είναι μία κατασκευή. Εξάλλου η Αριστερά παγκοσμίως, μετά την πτώση του τείχους, δεν βρήκε περιεχόμενο. Αφήστε που μέσα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορείς παρά να ακολουθείς τις δομές της συναίνεσης και του διαλόγου. Αυτή είναι η έννοια της ευρωπαϊκής κοινότητας των εθνών, όπου οι επιμέρους πολιτικές, καλώς ή κακώς, δεν μπορούν να ξεφύγουν από τον κανόνα.

Ποια είναι η «μυστική» σχέση μας με την Ευρώπη, στην οποία πολιτικά και οικονομικά ανήκουμε;

Η Ευρώπη ήταν μία ένωση κυρίως πνευματική και πολιτιστική. Από μόνη της, χωρίς παρεμβάσεις. Εδώ φαίνεται να την καταντούν «τράπεζα»! Μιλούν μόνο για χρήμα και δεν μπορούν να καταλάβουν την αναγκαιότητα να μιλήσουν οι Ευρωπαίοι για τον κοινό τους πολιτισμό. Αυτό έχει συνέπεια και στην κοινή πολιτική, που δεν μπορεί να στηριχθεί στη φυσική της βάση, που δεν είναι τίποτε άλλο από την πολιτισμική της ταυτότητα. Το άλλο είναι η γερμανική πολιτική, που δεν μπορεί να κατανοήσει τον ρόλο της.

Στην Ευρώπη, υπάρχει έλλειμμα πολιτικής πολιτισμού και παιδείας. Η μονοδιάστατη σύνδεση ας πούμε της Παιδείας με τις αγορές μπορεί να αποβεί καταστροφική. Η Ευρώπη πρέπει να παράγει πολιτισμό και μόνο έτσι θα αποκτήσει και την ανάλογη αντίληψη για την αξία μέσα στις ζωές των ανθρώπων και των κοινωνιών. Η κατακερματισμένη επιστημονική και καλλιτεχνική κοινότητα δεν μπορεί να δημιουργήσει συλλογικό πολιτισμό.

Η Ελλάδα, μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, ως πιο αδύναμη των άλλων χωρών, μοιάζει περισσότερο να υφίσταται τις συνέπειες. Πελαγοδρομεί και αδυνατεί να πάρει μια πιο λειτουργική θέση, διεκδικώντας περισσότερη συμμετοχικότητα στις αποφάσεις. Απλώς, ακολουθεί. Και βέβαια όσο και η ίδια δεν παράγει πλούτο και πολιτισμό, δύσκολα θα βρει την ταυτότητά της, μεταξύ Δύσης και Ανατολής.

Τι πρόκειται να γίνει από δω και πέρα; Ποιο είναι το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας;

Τι βλέπω στην Ελλάδα; Το πρόσωπο ενός εξαρτημένου ανθρώπου που ψάχνει με αγωνία την επόμενη δόση του και είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για να το πετύχει. Αισιόδοξος είναι κάποιος που δεν είναι καλά πληροφορημένος. Εγώ επειδή έχω πληροφόρηση, δεν είμαι αισιόδοξος. Έχουμε πολιτισμική κρίση, κρίση στην παιδεία, στη δικαιοσύνη κι εμείς μιλάμε μόνο για το Μνημόνιο. Χρειάζεται μία άλλη αντίληψη, αλλά δεν την βλέπω πουθενά. Κάποιος πρέπει να συλλάβει με ένα διαφορετικό τρόπο την πορεία της Ελλάδας στο αφήγημα του χρόνου. Ο Μητσοτάκης μου προκαλεί ένα ενδιαφέρον, αλλά έχει οπωσδήποτε να παλέψει με το κόμμα του. Τις προάλλες ένας Γερμανός μου έλεγε «καλά εσύ έγινες δεξιός;» Μα δεν είμαι παρά ένας άνθρωπος της αστικής δημοκρατίας. Συνεπώς με ενδιαφέρει να έχει η κεντροδεξιά μια πειστική πρόταση για τη χώρα μου.

Στην ελληνική κοινωνία υπάρχει ένα τεράστιο κομμάτι, το μεγαλύτερο ίσως, που δεν θέλει να αλλάξει. Ποιες δυνάμεις θα μπορούσαν να το πετύχουν;

Αλλαγές χωρίς συγκρούσεις δεν γίνονται. Είτε πρόκειται για πολιτικούς, είτε για νέους πνευματικούς ανθρώπους η σύγκρουση είναι απαραίτητη για να αλλάξει ο κόσμος.

Ο κ. Πέτρος Μάρκαρης τιμήθηκε τον Αύγουστο με το Μετάλλιο Goethe ως διαμεσολαβητής στον ελληνογερμανικό διάλογο. Το Goethe-Institut τιμά με το επίσημο αυτό παράσημο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας εξέχουσες προσωπικότητες απ' όλο τον κόσμο, που έχουν συμβάλει ιδιαίτερα στη διάδοση της γερμανικής γλώσσας και στις διεθνείς πολιτιστικές ανταλλαγές σήμερα. Τα βιβλία του Πέτρου Μάρκαρη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.