Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Στις κοινωνίες πάντα δύο είναι οι μεγάλοι δάσκαλοι: οι παιδαγωγοί και οι νόμοι. Και περισσότερο οι δεύτεροι παρά οι πρώτοι. Γιατί παιδεία σημαίνει κυρίως συνήθεια και εθισμός σε αξίες.
Περιμένω με αγωνία τον Σεπτέμβριο, μαζί με τους δασκάλους στα σχολεία, να εμφανιστεί και ο Χρυσοχοΐδης. Στα Εξάρχεια, στα πανεπιστήμια, στα πεζοδρόμια, στα κράνη των οδηγών, στα μαγαζιά που ακόμα καπνίζουν. Όπου τέλος πάντων χρειαστεί να επιβάλει τον νόμο.
Γιατί υπάρχει ένα φαινόμενο που μοιάζει λυτρωτικό για την «ελευθερία» μας αλλά αρρωστημένο για την ζωή μας. Και μόνος ένοχος είναι η τερατώδης απάθεια του κράτους, μπροστά στη νοσηρότητά του. Πρόκειται πραγματικά για παράνοια!
Για τους αριστερούς φίλους μας που φοβούνται την «αστυνομοκρατία» τα άτομα και οι ομάδες δεν είναι παρά ένα υλικό παραγωγικών ζυμώσεων, με στόχο την έκλυση ενέργειας για μικροπολιτική διαχείριση. Δεν υπάρχει χρόνος που προκαλεί φόβο για νοσηρότητα αλλά μόνο μύθος για καπηλεία. Υπάρχουν δύο τηλεοπτικές καταγεγραμμένες φράσεις με διαχρονική σημειολογία, που αποδίδουν τον απύθμενο λαϊκισμό. Η μία είναι η ερώτηση του πρώην δημάρχου Καμίνη στην πρώην υπουργό για το Μεταναστευτικό, Τασία Χριστοδουλοπούλου: «Και που πάνε κυρία μου, οι πρόσφυγες;». Για να λάβει την γνωστή απάντηση: «Δεν ξέρω, κάπου πάνε, εξαφανίζονται!». Η δεύτερη είναι η θρυλική κραυγή της πρώην αναπληρώτριας υπουργού Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώς Φωτίου: «Μα καλά, απατεώνες είμαστε;».
Και τα δύο στιγμιότυπα εκφράζουν καταπληκτικά το ανάμικτο διπολικό ένστικτο της «συμπλεγματικής νιρβάνας» και ταυτόχρονα της οργισμένης έξαρσης του απατεώνα που προσπαθεί να αναιρέσει το στίγμα του δια της διαμαρτυρίας (αφού αναρωτιέμαι, σημαίνει ότι δεν είμαι! Mα είσαι, όλοι το βλέπουν! Πώς μπορεί να είμαι αφού αναρωτιέμαι;).
Ούτε ο Ιονέσκο θα μπορούσε να εμπνευστεί τέτοια παρανοϊκή αφήγηση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Η ατιμωρησία όμως και η παραβατικότητα ως «δημόσιο αγαθό», δεν είναι μόνο κατάκτηση της κυβερνώσας Αριστεράς αλλά γενικότερα της Αριστεράς της Μεταπολίτευσης.
Οι μεγαλύτερες καταστροφές στο Πολυτεχνείο, συνέβησαν με δεξιά κυβέρνηση, οι καταλήψεις και οι καταστροφές κτιρίων από «φοιτητές» έγιναν μόδα από δεκαετίες, η Αθήνα «κάηκε» επί υπουργίας του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας. Απλώς, πάντοτε, η «αριστερή» λογική της «ελεγχόμενης τρέλας» τροφοδοτούσε το αχαλίνωτο βουλιμικό κόμπλεξ της ατιμωρησίας, ως αντιστάθμισμα στην «βαρβαρότητα» της Χούντας και του «κράτους της Δεξιάς» στην μεταπολεμική Ελλάδα.
Ξέρετε πώς σκέπτονται; Τρέφουν τέτοια απέχθεια προς τον λαό που δεν τους ενδιαφέρει κανένα είδος υπεράσπισής του. Ούτε της κοινωνικής ειρήνης ούτε των συμφερόντων του. Με τον ίδιο τρόπο που καταχρώνται το δημόσιο χρήμα ή διορίζουν κομματικούς φίλους, ακριβώς έτσι απέχουν από τις φασαρίες και την πρόκληση βίας. Άστους σου λέει να σφαχτούν μεταξύ τους. Στα γήπεδα, στα πανεπιστήμια, στις διαδηλώσεις και στους καταυλισμούς.
Θυμίζουν κάπως τον πρωτογονισμό του Μεσαίωνα που η τάξη υπήρχε μόνο στο περιβάλλον του βασιλιά και των ευγενών ενώ οι χωρικοί σφάζονταν στα χωριά τους, προσφέροντας υλικό για τους λαϊκούς θρύλους.
Κύριε Χρυσοχοίδη, σε περιμένουμε μαζί με τον αγιασμό στα σχολεία. Εσύ είσαι ο «δάσκαλος» πια, στη συνήθεια και στην πράξη. Τόση εξόφθαλμη εγκατάλειψη θα έπρεπε να μας είχε βγάλει στους δρόμους εδώ και καιρό. Με ποιον να τα βάζαμε όμως και από ποιον να ζητήσουμε ευθύνες; Σ' αυτόν τον τόπο, έτσι δομήθηκαν οι εξουσίες εξαρχής κι έτσι πορεύονται διαχρονικά, στη σχέση τους με την κοινωνία. Κάθε κραυγή λογικής του ενός, πάντα, σβήνει κάτω από την εκκωφαντική σιωπή της παράνοιας των πολλών…