Του Νικήτα Παπαντωνίου-Καρτάλη*
Η κριτική της οικονομικής κατάστασης μίας χώρας είναι ένα πολύπλευρο εγχείρημα και εξαρτάται από ποια γωνία θέλει κάποιος να το δει. Στον παρόν άρθρο θα προσπαθήσω να δείξω ότι η οικονομία «τρέχει» με αργούς ρυθμούς και κυρίως ανορθόδοξα. Επιπρόσθετα θα προσπαθήσω να καταδείξω τις στρεβλώσεις που δημιουργεί η κυβερνητική πολιτική καθώς και τις διάφορες προκλήσεις με τις οποίες η κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει έχοντας βέβαια ένα αμαρτωλό πολιτικό λόγο στο παρελθόν.
Στο μηνιαίο report των μακρο-οικονομικών δεικτών που παράγω με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) είδα μερικά πολύ ενδιαφέροντα:
1. Οι εξαγωγές αυξάνονται πιο «αργά» από ότι οι εισαγωγές για τον μήνα Οκτώβριο
2. Μείωση του δείκτη όγκου του λιανικού εμπορίου για τον μήνα Σεπτέμβριο κατά -0,8%
3. Αύξηση του ΑΕΠ κατά μόλις 1,3% το 3ο τρίμηνο του έτους
Σε μία οικονομία που θέλει να αλλάξει παραγωγικό μοντέλο και να γίνει εξωστρεφής και ανταγωνιστική η αύξηση των εισαγωγών κατά 13,9% με ταυτόχρονη αύξηση των εξαγωγών κατά 8,6% σίγουρα δεν βοηθάει στην αλλαγή του τρόπου παραγωγής πλούτου που οι κυβερνώντες ευαγγελίζονται, δηλαδή στο πως αυξάνεται τελικά το ΑΕΠ μας.
Η μείωση του δείκτη του λιανικού εμπορίου κατά -0,8% δείχνει ξεκάθαρα ότι η φορολογική πολιτική έχει ξεκάθαρο αποτύπωμα στην εσωτερική κατανάλωση και ειδικότερα στο πολύπαθο κλάδο του λιανικού εμπορίου. Ως αποτέλεσμα υπάρχει μείωση του τζίρου στα μικρά κυρίως μαγαζιά και την εσωτερική κατανάλωση, δηλαδή τους ανθρώπους και τον τομέα στον οποίο υποτίθεται επενδύει κάθε αριστερή κυβέρνηση.
Η αύξηση του ΑΕΠ κατά μόλις 1,3% στο υποτιθέμενο καλύτερο τρίμηνο του έτους, καταδεικνύει ότι το υποτιθέμενος ενάρετος κύκλος της ανάπτυξης θα αργήσει να έρθει με τον ρυθμό που προϋπολογίστηκε από τους θεσμούς και την κυβέρνηση. Η συνολική ανάπτυξη του έτους θα κλείσει μάλλον κάτω από το1,5% όταν ο προϋπολογισμός είχε προβλέψει ανάπτυξη 2,7%.
Σε έναν άλλον τομέα της Ελληνικής πραγματικότητας-οικονομίας, αυτόν το κόκκινων δανείων που ξεπερνάνε τα 100 δις ευρώ, η κυβέρνηση από την σεισάχθεια έφτασε στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και στις συλλήψεις για αυτούς που παρακωλύουν τους πλειστηριασμούς αποδεικνύοντας ότι η εξουσία αφενός προσαρμόζει αλλά κυρίως αλλοτριώνει τους ανθρώπους των Σύριζα-ΑΝΕΛ. Επι του πρακτέου, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν κατά μέσο όρο 50,3% NPEs (Μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) γεγονός που δημιουργεί πρόβλημα στον ισολογισμό τους αλλά κυριότερα στην ικανότητα τους να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία. Η κυβέρνηση με την προγενέστερη πολιτική της στάση το μόνο σίγουρο είναι ότι δυσκολεύει την όποια προσπάθεια εξυγίανσης των κόκκινων δανείων. Επί των ημερών Σύριζα-ΑΝΕΛ τα κόκκινα δάνεια αυξήθηκαν λόγω της αθροιστικής ύφεσης του -0,5% της διετίας 2015-2016, όσο και παλινωδιών της κυβέρνησης με το γενικότερο καθεστώς ανομίας.
Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η οικονομία να μην πατάει σε γερές βάσεις και η αναμενόμενη ανάπτυξη με έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα μέσω ανταγωνιστικών υπηρεσιών και προϊόντων να αργεί καθώς τα πλοκάμια του κράτους μέσω της φορολογίας καταβροχθίζουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών. Τα κόκκινα δάνεια ειδικά στον εταιρικό κλάδο έχουν αργήσει να τακτοποιηθούν και οι τράπεζες βρίσκονται μέσα σε στάσιμα νερά χωρίς πυξίδα. Η συνέπεια και η ηθική των κυβερνώντων και στο θέμα των κόκκινων δανείων είναι ένα ακόμη παράδειγμα προς αποφυγή. Έτσι το περίφημο «Το 2018 θα είναι ένα έτος ορόσημο για την Ελλάδα και την ελληνική οικονομία» από τα λεγόμενα του πρωθυπουργού είναι μάλλον μια ευχή παρά ένα πιθανό ενδεχόμενο.
* Ο κ. Νικήτας Παπαντωνίου-Καρτάλης είναι πρώην CFO της Nobacco, στέλεχος σε εταιρεία ενέργειας και αναλυτής της Eurobank και νυν σύμβουλος στο ΕΒΕΑ, πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, που έχει περάσει από τη διαδικασία του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών μετέχοντας στις επιτροπές Οικονομίας, Ανάπτυξης και Ενέργειας.