Η κυβέρνηση αναζητά διέξοδο στο πρόβλημα της ανεργίας με την δημιουργία θέσεων εργασίας στο Δημόσιο προκειμένου να αποκομίσει πολιτικά οφέλη, λέει στο Liberal ο πρώην υπουργός Φίλιππος Σαχινίδης.
Μιλά τόσο για την κυβερνητική απόφαση να τακτοποιηθούν στο Δημόσιο παλαιοί επιτυχόντες του ΑΣΕΠ στον ΟΛΠ, που στο μεταξύ όμως ιδιωτικοποιήθηκε, όσο και για την επαναφορά στην καθημερινή κυβερνητική πρακτική του εργαλείου των προσλήψεων ως ύστατο όπλο του ΣΥΡΙΖΑ να αποφύγει την εκλογική του συρρίκνωση.
Κάνει λόγο για επανάκαμψη του πελατειακού κράτους σε όλο του το μεγαλείο, και για την ιδεοληπτική εχθρότητα της κυβέρνησης απέναντι στις ιδιωτικές επενδύσεις. Και αναφορικά με το πράσινο φως που άναψε χθες η Διυπουργική Επιτροπή σε δύο επενδύσεις, επισημαίνει ότι δεν έχει κανένα νόημα απλά και μόνο να εγκρίνουμε νέα projects, αν δεν σταθούμε στην διαμόρφωση ενός φιλικού περιβάλλοντος που να τα διευκολύνει.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Από την μία η κυβέρνηση κάνει ότι μπορεί για να μην γίνει το Ελληνικό και να μπλοκάρει τις Σκουριές, προκαλώντας απολύσεις, και από την άλλη ο κ. Κουρουμπλής αποδέχεται τροπολογίες για προσλήψεις στο Δημόσιο, παλαιών επιτυχόντων μέσω ΑΣΕΠ για διορισμό στον ΟΛΠ που στο μεταξύ ιδιωτικοποιήθηκε. Δυο μέτρα και δυο σταθμά έχουμε στις επενδύσεις ;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει παραγνωρίσει τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι ιδιωτικές επενδύσεις στον διαρθρωτικό μετασχηματισμό της οικονομίας και στη δημιουργία νέων και ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Οι αδιέξοδες επιλογές της στα ζητήματα της οικονομίας ιδιαίτερα το 2015 αλλά και στη συνέχεια εξηγούν γιατί παρατάθηκε η στασιμότητα και η ύφεση για άλλα δύο χρόνια. Εξηγεί επίσης γιατί αργεί να μειωθεί τόσο πολύ η ανεργία αφού δεν δημιουργούνται γρήγορα νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας.
Τώρα αναζητά διέξοδο στο πρόβλημα της ανεργίας με την δημιουργία θέσεων εργασίας στο δημόσιο προκειμένου να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.
- Βλέπουμε μια κυβέρνηση να επαναφέρει στην καθημερινή της ατζέντα το εργαλείο των προσλήψεων, προσβλέποντας προφανώς και σε προεκλογικά οφέλη. Εκτός της τροπολογίας για τον ΟΛΠ που χθες έγινε δεκτή από τον κ. Κουρουμπλή, υπάρχουν και άλλα παραδείγματα, όπως η εξαγγελία Σκουρλέτη για 9.000 προσλήψεις στους Δήμους. Πιστεύετε ότι είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε εξαρτημένοι από την σχέση κράτους-ψηφοφόρων;
Το πελατειακό κράτος των χρόνων πριν από την κρίση το οποίο προσπαθήσαμε να γκρεμίσουμε με τις μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν το 2010-2011 και μετά επανέκαμψε σε όλο του το μεγαλείο με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η κυβέρνηση και ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την κατάρρευση της αντιμνημονιακής αφήγησης που τους έφερε στην εξουσία έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουν την εκλογική συρρίκνωση και την επιστροφή στο 4% είναι μέσω του απόλυτου ελέγχου του κράτους.
Η αποτελεσματικότητα του κράτους και η παραγωγή ποιοτικών υπηρεσιών προς όφελος των πολιτών δεν ανήκουν στις προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα όπως βλέπετε από τη στάση τους σε ζητήματα όπως η αξιολόγηση αντιμάχονται αυτές τις προτεραιότητες.
- Η χώρα χρειάζεται δύο ριζικές τομές για να πάψει να σέρνεται. Να μπει τάξη στα κόκκινα δάνεια και να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Βλέπετε να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να έρθουν ξένα κεφάλαια στην Ελλάδα με τέτοιο αλαλούμ;
Οι κυβερνήσεις από το 2013 και μετά υποεκτίμησαν τους κινδύνους που συνεπάγεται για την ομαλή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας η μη αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων.
Έτσι φτάσαμε το 2017 τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα να υπερβαίνουν τα 100 δισ ευρώ σε ένα σύνολο ανοιγμάτων ύψους 230 δις περίπου. Σε αυτές τις συνθήκες οι τράπεζες δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν την αναγκαία ρευστότητα και να επιτελέσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο. Αυτό με τη σειρά του επηρεάζει την προσέλκυση των επενδύσεων.
Την ίδια ώρα όλοι οι δείκτες αξιολόγησης της χώρας που καταρτίζονται από διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν διευκολύνει την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Αντίθετα στο χώρο της κυβέρνησης κυριαρχεί μια ιδεοληπτική εχθρότητα στην πράξη απέναντι στις ιδιωτικές επενδύσεις την ώρα που οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για την αύξηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
- Χθες η Διυπουργική Επιτροπή ενέκρινε μετά από αρκετό καιρό, δύο επενδύσεις. Καμιά όμως έως σήμερα Fast Track επένδυση από τις συνολικά 13 που έχουν ενταχθεί στο συγκεκριμένο νόμο, από το 2010 και μετά, δεν έχει ακόμη φτάσει σε παραγωγική λειτουργία. Τι νόημα έχει με το ένα χέρι να εγκρίνουμε επενδύσεις, και με το άλλο να τις μποϊκοτάρουμε ;
Θα επαναλάβω η χώρα έχει ανάγκη από επενδύσεις και μάλιστα επενδύσεις που συμβάλλουν στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου. Δεν πρέπει να αρκούμαστε στις εγκρίσεις επενδύσεων αλλά στην διαμόρφωση ενός φιλικού περιβάλλοντος που τις διευκολύνει.
Για να κατανοήσετε την θέση μου δείτε τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν τις ξένες άμεσες επενδύσεις στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα και θα καταλάβετε γιατί οι δύο πρώτες χώρες βγήκαν από την κρίση με ένα μόνο μνημόνιο και τώρα έχουν ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αντίθετα η Ελλάδα που υπέγραψε τρία μνημόνια παραμένει ακόμη σε μνημόνιο και ήταν σε ύφεση από το 2008 μέχρι και το 2016.
Είναι προφανές ότι η Ελλάδα που αποεπενδύει από το 2008 δεν μπορεί να διασφαλίσει σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ρυθμούς πραγματικής ανάπτυξης του 2,5% χωρίς την πραγματοποίηση πολλών επενδύσεων.
Η προσέλκυση τους όμως προϋποθέτει πολιτική σταθερότητα, σταθερό οικονομικό και φορολογικό περιβάλλον και ένα περιβάλλον φιλικό στην προσέλκυση επενδύσεων. Δυσκολεύομαι να δω τι από όλα αυτά ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας.
- Μιλάμε για ρυθμό ανάπτυξης 2,5% το 2018. Μπορεί αυτό να επιτευχθεί δίχως ξένες επενδύσεις;
Σας θυμίζω ότι η πρόβλεψη για το 2017 ήταν ανάπτυξη 2,7%. Σήμερα κανείς δεν εκτιμά ότι θα φτάσουμε εκεί. Οι περισσότερες εκτιμήσεις προβλέπουν μια ανάπτυξη λίγο κάτω από το 1,5% μακριά από την αρχική πρόβλεψη. Και όλα αυτά εξαιτίας της παρατεταμένης βεβαιότητας γύρω από το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης.
Επομένως, αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα η αβεβαιότητα γύρω από το ζήτημα της εξόδου στις αγορές μετά τον Αύγουστο του 2018, κάτι που δεν διευκολύνει η έλλειψη κυβέρνησης στη Γερμανία, δεν ξέρω αν είναι εφικτός ο στόχος για το 2,5%.
Φωτογραφία: SOOC