Της Σοφίας Αναγνωσταρά*
«Η δημοκρατία είναι η χειρότερη μορφή διακυβέρνησης, με εξαίρεση όλες τις άλλες μορφές που έχουν δοκιμαστεί κατά καιρούς». Ουίνστον Τσόρτσιλ, Βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων, 1947.
Θυμήθηκα το παραπάνω απόφθεγμα του Ουίνστον Τσώρτσιλ – έχει επικρατήσει ως δικό του παρ' όλο που στην ομιλία του ουσιαστικά παραθέτει την άποψη αυτή ως κάποιου τρίτου, με την οποία συμφωνεί – όταν με έκπληξη διάβασα ότι το Υπουργείο Παιδείας θα προχωρήσει στην κατάργηση των Πανελλήνιων εξετάσεων.
Πράγματι, το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων είναι ένα σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια με μειονεκτήματα. Άγχος, πίεση, έξοδα, φροντιστήρια, απουσία προσωπικού χρόνου για παιδιά και γονείς και στο τέλος ένα λάθος αρκεί για να ακυρωθεί όλη η προσπάθεια. Όσοι προετοιμαστήκαμε σκληρά για Πανελλήνιες γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε τα μειονεκτήματα του συστήματος.
Ωστόσο, αναγνωρίζουμε και το πιο βασικό, το οποίο καθιστά το προβληματικό αυτό σύστημα καλύτερο από οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση: είναι αδιάβλητο και είναι αντικειμενικό. Οι μαθητές με την υψηλότερη βαθμολογία θα πάρουν τις θέσεις.
Στα 60 χρόνια ισχύος των Πανελληνίων εξετάσεων, υπήρξαν πολλές αλλαγές αλλά κανένας υπουργός Παιδείας δε διανοήθηκε να τις καταργήσει. Η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να δημιουγήσει νέες δεξαμενές ψηφοφόρων, χαρίζει σε νέα παιδιά – που ψηφίζουν από τα 17 πλέον, μια επίσης στρατηγική επιλογή – και τους γονείς τους μια αλλαγή που ακούγεται ελκυστική στους άμεσα ενδιαφερόμενους που δε θα περάσουν από τη διαδικασία των εξετάσεων.
Είναι εξοργιστικό ότι στην προσπάθεια άντλησης νέων ψηφοφόρων, η κυβέρνηση δε διστάζει να κλονίσει την αξιοκρατία και στην παιδεία, για να δώσει το δικαίωμα φοίτησης στο φτωχό όπως διατείνεται. Μόνο που ο πλούσιος θα βρει τον τρόπο να σπουδάσει το παιδί του, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ο φτωχός πώς ακριβώς θα ωφεληθεί;
Η εισαγωγή στα εκπαιδευτικά ιδρύματα με το βαθμό του απολυτηρίου αυτομάτως καθιστά τους μαθητές άμεσα εξαρτημένους από την βαθμολόγηση των καθηγητών τους. Και δυστυχώς ανάμεσα στους πολλούς καθηγητές που επιτελούν το λειτούργημά τους με ευλάβεια και δικαιοσύνη, υπάρχουν καθηγητές που συμπαθούν ή αντιπαθούν μαθητές.
Καθηγητές που συνδιαλέγονται με τους γονείς τους και διαμορφώνουν αντίστοιχα τη βαθμολογία των παιδιών τους. Καθηγητές που παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές του σχολείου τους. Καθηγητές με κόμπλεξ που συνεχίζουν να διδάσκουν με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και όλοι αυτοί οι καθηγητές παραμένουν χωρίς αξιολόγηση – άλλη μια ιδιοτελής προσφορά της κυβέρνησης.
Ωστόσο υπάρχει και ένα ακόμα ίσως σοβαρότερο πρόβλημα: Οι καθηγητές δε παύουν να είναι άνθρωποι. Κάποιοι είναι πιο επιεικείς στις βαθμολογίες τους, κάποιοι όχι. Υπήρχαν καθηγητές που έμπαιναν στο μάθημα και τρέμαμε κάθε φορά ότι θα ακούσουμε το 'βγάλτε μια κόλλα χαρτί', και υπήρχαν καθηγητές που μας ενημέρωναν εγκαίρως πότε θα γράψουμε διαγώνισμα, ακόμα και περίπου ποια θα είναι τα θέματα προς εξέταση. Τα παραπάνω ενίοτε είναι η πολιτική ενός ολόκληρου σχολείου και όχι απλά ενός καθηγητή.
Όλα αυτά τα φαινόμενα συμβαίνουν ήδη. Δε μπορώ να διανοηθώ την έκταση που θα λάβουν τη μέρα που ο καθηγητής θα έχει την απόλυτη εξουσία να στείλει ένα παιδί στο Πανεπιστήμιο ή σπίτι του. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε δικά μου βιώματα, ωστόσο δεν έχω στόχο να θίξω συνειδήσεις και να εκθέσω ανθρώπους. Μπορώ όμως με βεβαιότητα να πω ότι δε θα είχα μπει στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο λόγω αντιμετώπισης που είχα από συγκεκριμένο καθηγητή σε καθοριστικό για το αντικείμενο της επιστήμης μου μάθημα.
Η αξιολόγηση ενός μαθητή οφείλει να είναι αντικειμενική και όχι υποκειμενική. Και τούτο διασφαλίζεται μόνο μέσα από το σύστημα των Πανελληνίων εξετάσεων, όπου το γραπτό το διορθώνει ένας άγνωστος στο μαθητή καθηγητής, ο οποίος με τη σειρά του δε γνωρίζει καν το όνομα του εξεταζόμενου.
Όταν ένα θέμα τόσο καθοριστικό για τη μετ'' έπειτα εξέλιξη ενός μαθητή κρίνεται από έναν άνθρωπο που έχει διαπροσωπικές σχέσεις μαζί του, η αντικειμενικότητα παύει να υφίσταται ακόμα κι αν ο καθηγητής δεν έχει πρόθεση να αδικήσει.
Επειδή είναι δεδομένο ότι θα ακουστεί το αντεπιχείρημα πως αυτό είναι το σύστημα π.χ. στη Σουηδία, θα αντιτείνω ότι πρώτα οφείλουμε να αποκτήσουμε τις δομές της Σουηδίας τόσο στα σχολεία όσο και στα Πανεπιστήμια, και μετά θα είμαστε σε θέση να συζητήσουμε την κατάργηση του σημερινού συστήματος.
Από όλες τις ζημιές που έχει προκαλέσει η παρούσα κυβέρνηση, εκείνη της Παιδείας θα είναι η χειρότερη μακροπρόθεσμα: δημιουργώντας πεδίο για συνδιαλλαγές, επιβάλλοντας αναξιοκρατία και με τη βούλα, υποβαθμίζοντας το επίπεδο των φοιτητών σε μια Ανώτατη Σχολή.
Ανατρέφουμε μια επόμενη γενιά με τα χειρότερα υλικά, η οποία κάποια στιγμή θα κληθεί εκείνη να αναλάβει τη χώρα – με τί εφόδια άραγε; Είναι ανάγκη η επόμενη κυβέρνηση να ακυρώσει την προσπάθεια της σημερινής, εστιάζοντας στη λύση χρόνιων ζητημάτων των Πανελληνίων Εξετάσεων, ώστε να ελαχιστοποιήσει το κόστος των σημερινών επιλογών.
Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε πει και κάτι ακόμη για τα δημοκρατικά πολιτεύματα, αν του ζητούσαν να τα περιγράψει με μια λέξη : παρέχουν ασφάλεια. Ας είναι οι Πανελλήνιες Εξετάσεις η ασφάλειά της Παιδείας απέναντι στους κινδύνους που η σημερινή κυβέρνηση για ιδιοτελείς σκοπούς θέλει να επιβάλει.
* H κ. Σοφία Αναγνωσταρά είναι Πολιτικός Μηχανικός. Επίσης είναι μέλος της Νέας Δημοκρατίας που έχει περάσει από τη διαδικασία επιλογής του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών.
Φωτογραφία intime news