Στα 1910-1911, η Ιταλία βρισκόταν στο επίκεντρο μιας ακόμα επιδημίας χολέρας. Τον Αύγουστο του 1911, στο Βερμπικάρο της Καλαβρίας 1.200 κάτοικοι (σε σύνολο 6.000) επιτέθηκαν στο δημαρχείο, καθώς ο δήμαρχος συσκεπτόταν με τοπικούς αξιωματούχους για τον χειρισμό της επιδημίας.
Το πρώτο θύμα ήταν ο υπάλληλος που είχε διενεργήσει την εθνική απογραφή επτά μήνες νωρίτερα. Με την πεποίθηση ότι ο δυστυχής ήταν συνεργός σε ένα σκοτεινό σχέδιο για να μειωθεί ο αγροτικός «υπερπληθυσμός» της Ιταλίας, εξαγριωμένοι κάτοικοι του πήραν κυριολεκτικά το κεφάλι.
Το πλήθος έκαψε τα δημοτολόγια, το δικαστήριο, το τηλεγραφείο και το σπίτι του δημάρχου, ξήλωσε τα τηλεγραφόξυλα, απελευθέρωσε τους φυλακισμένους και σκότωσε έναν ακόμα δημοτικό υπάλληλο. Ο δικαστής πέθανε από ανακοπή ενώ ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στο τρένο και ο δήμαρχος, που για ένα διάστημα κρυβόταν, δολοφονήθηκε μόλις επανεμφανίστηκε στην πόλη. Φοβούμενοι την αντίδραση του κράτους, οι κάτοικοι πήραν τα βουνά αφήνοντας πίσω τους πτώματα θυμάτων της χολέρας.
Η σκηνή αυτή, που διάβασα σε κείμενο του Samuel Cohn, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, μου ήρθε στον νου καθώς πληροφορήθηκα τον προπηλακισμό του καθηγητή Τσιόδρα και μελών κυβερνητικού κλιμακίου στη Λάρισα.
Φυσικά, η δυσαναλογία ανάμεσα στα δύο περιστατικά είναι προφανής – και ελπιδοφόρα – τολμώ όμως να παρατηρήσω ότι η άγνοια και η καχυποψία απέναντι στο κράτος και τους ειδικούς επιστήμονες αποτελούν κοινή συνισταμένη, έστω και αν η κατάληξη δεν είναι πλέον εξίσου τραγική.
Για τους ανθρώπους παλαιότερων εποχών η απλούστερη ερμηνεία για τις πανδημίες ήταν η Θεία Δίκη. Ταυτόχρονα, το άγχος του ανεξήγητου και ο πόνος για τον χαμό αγαπημένων προσώπων ωθούσαν τους ανθρώπους να αναζητούν διέξοδο και παρηγοριά σε θεωρίες συνωμοσίας. Οι (παρ)ερμηνείες του συρμού στοχοποιούσαν μια ιδιαίτερη κατηγορία συνανθρώπων: άπορους, αιρετικούς, Εβραίους, μειονότητες, μετανάστες, αλλά και τις ελίτ.
Μεταξύ 1348 και 1350, στη διάρκεια της πανδημίας του «μαύρου θανάτου» (που στοίχισε τη ζωή ίσως και στα δύο τρίτα του ευρωπαϊκού πληθυσμού), καταστράφηκαν πάνω από χίλιες εβραϊκές κοινότητες στη Δυτική Ευρώπη και χιλιάδες Εβραίοι – άνδρες, γυναίκες και παιδιά – οδηγήθηκαν στον διά της πυράς θάνατο, καθώς έγινε πιστευτή η θεωρία πως η πανδημία αποτελούσε εβραϊκό σχέδιο για τον αφανισμό της χριστιανοσύνης.
Τον 19ο και τον 20ό αιώνα διαδεδομένη ήταν η αντίληψη μεταξύ αγροτικών, κυρίως πληθυσμών σε διάφορες χώρες (από τη Ρωσία και την Ιταλία έως τις Ηνωμένες Πολιτείες) ότι οι κυβερνήσεις και οι «ελίτ» που τις χειραγωγούσαν είχαν εξαπολύσει αρρώστιες για να αφανίσουν τον φτωχό λαό. Κατά συνέπεια, η οργή τους στρεφόταν εναντίον των τοπικών «οργάνων» του κράτους, συχνά με επακόλουθα όπως αυτό που περιγράφηκε στην αρχή του σημειώματος.
Υπάρχουν όμως και παραδείγματα που δείχνουν ότι πανδημίες, όπως και άλλες φυσικές καταστροφές, είχαν ως αποτέλεσμα γειτονικές κοινότητες ή ομάδες εντός της ίδιας κοινότητας να παραμερίσουν, για ένα διάστημα, τις διαφορές τους και να συνεργαστούν για το κοινό καλό (όπως συνέβη μεταξύ πατρικίων και πληβείων στη Ρώμη του 4ου π.Χ. αιώνα, αλλά και μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας την περίοδο των μεγάλων σεισμών του 1999).
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ισπανική γρίπη του 1918-20, η οποία σήμερα εκτιμάται ότι σκότωσε μεταξύ 50 και 100 εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη, δεν προκάλεσε βίαιες αντιδράσεις κάποιας έκτασης ούτε υποδαύλισε μίσος εναντίον κάποιας κατηγορίας ανθρώπων – φτωχών, πλούσιων ή απλώς «διαφορετικών».
Ως δείγμα αυτού του θετικού προηγούμενου αναφέρεται μια άλλη ιστορία, και με αυτή θα κλείσω το σημείωμά μου.
Τον Οκτώβριο του 1918, στο απόγειο της επιδημίας αλλά και της ψύχωσης κατά των Μεξικανών στις ΗΠΑ (καλή ώρα), νεαρές «ντεμπυτάντ» της «καλής κοινωνίας στο Ελ Πάσο του Τέξας για πρώτη φορά στη ζωή τους μπήκαν στις συνοικίες των φτωχών Μεξικανών, όπου θέριζε η γρίπη.
Τα νεαρά βλαστάρια των «λευκών» Αμερικανών ανασκουμπώθηκαν και σκούπισαν πατώματα, έστησαν μαγειρεία και πρόσφεραν υπηρεσίες στους αρρώστους. Και όλα αυτά, όταν, σύμφωνα με σύγχρονη συγγραφέα, «η μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης ήταν να συμπεριφερθείς άκρως εγωιστικά, να φυλάξεις ζηλότυπα τα αποθέματά σου σε τροφή και νερό και να αγνοήσεις όλες τις εκκλήσεις για βοήθεια».
Επισκεπτόμενοι τους Ρομά στον συνοικισμό Νέας Σμύρνης στη Λάρισα, ο καθηγητής Τσιόδρας και οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης έδωσαν το μέτρο της προόδου που έχει συντελεστεί στην αντιμετώπιση μιας κρίσης πανδημίας. Ταυτόχρονα, έδωσαν ένα ανεκτίμητο μάθημα στους πολίτες, αποστομωτικό για τους τσαρλατάνους εκμεταλλευτές της άγνοιας, δείχνοντας τον δρόμο που θα μας βγάλει κατά το δυνατόν αλώβητους από την τρέχουσα πανδημία.