Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Η μιζέρια που αποπνέουν οι ουρές (queues, not tails) στα εκδοτήρια των εισιτηρίων στους σταθμούς του μετρό, είναι αποπνικτική. Χιλιάδες συμπολίτες μας ακολουθούν μοιρολατρικά τις διαδικασίες που εμπνεύσθηκε ένας υπουργός και μια ανεπαρκής διοίκηση της εταιρίας.
Το κράτος αναμειγνύεται ακόμα και σε απλή μεταβατική διαδικασία, όπως είναι η μετάβαση στο ηλεκτρονικό εισιτήριο, για να μας υπενθυμίσει πως είναι πανταχού παρόν, παντοδύναμο, ορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες, σχεδιάζει, ελέγχει και καθοδηγεί. Η κρατική γραφειοκρατία και ο δημόσιος σχεδιασμός είναι εδώ, για να μας θυμίζουν πως όλα γίνονται από το κράτος για τους πολίτες και πως τίποτα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί έξω από αυτό.
Οι σκηνές στο μετρό θα μπορούσαν να είναι σκηνές από ταινίες σαν το 1984. Τα μεγάφωνα μόνο λείπουν για να μας υπενθυμίζουν πως το κράτος είναι το Α και το Ω της ζωής μας και πως χωρίς αυτό θα μπορούσε να διαταραχθεί η καθημερινότητα μας.
Θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί οι ουρές; Θα μπορούσαν. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ειδικές εφαρμογές μέσω διαδικτύου; Θα μπορούσαν. Γιατί τότε δεν χρησιμοποιήθηκαν; Διότι με αυτόν τον τρόπο ο πολίτης θα ήταν πιο ανεξάρτητος και πιο ελεύθερος, πράγμα το οποίο αντιβαίνει στις ιδεολογικές εμμονές του κρατισμού που θέλει να ελέγχει και να κατευθύνει τα πάντα.
Οι ουρές αποτελούν βαθιά σύμβολα ανελευθερίας όταν δεν επιλέγονται από τον ίδιο τον πολίτη. Και αυτό το λέμε για να προλάβουμε όσους αναφερθούν στις ουρές που σχηματίζονται από πολίτες που αυτοβούλως θέλουν να αγοράσουν ένα καινούργιο gadget ή κάποια προϊόντα σε χαμηλές τιμές. Εδώ έχουμε μια συνειδητή αποκτηνοποίηση των πολιτών, μέσω της υποχρεωτικής και άνευ ουσίας παραμονής στις ουρές.
Άλλωστε από το κράτος εξαρτάται και μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας, που εξαθλιωμένο από την φτωχοποίηση και την αναδιανομή της ανέχειας, προσδοκά να λάβει ένα «κοινωνικό μέρισμα», μια κρατική ενίσχυση ή κάποιο επίδομα, Και αυτό γιατί δεν μπορεί να προσδοκά στην εύρεση θέση εργασίας, καθώς η «δίκαιη ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο», θέτει φραγμούς, όρια, εμπόδια. Το εφεύρημα της κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης, είναι ο φερετζές του κρατισμού που απωθεί κάθε πράγμα μου δεν μπορεί να ελέγξει. Στερεί την ελευθερία στην επιχειρηματικότητα, την ελευθερία στη δημιουργία, την ελευθερία στις συναλλαγές ανάμεσα στους πολίτες, γιατί απλούστατα όλα πρέπει να ελέγχονται και να συντονίζονται από το κράτος.
Το κράτος είναι ο σύγχρονος θεός τους και οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι οι κληρικοί που τον υπηρετούν. Ο καλός θεός θα μοιράσει δίκαια τα επιδόματα, θα μοιράσει δίκαια το κοινωνικό μέρισμα και μην διανοηθεί κανείς να παρεκκλίνει από τον ενάρετο δρόμο της δίκαιης ανάπτυξης. Ουδείς πρέπει να διαφεντεύει το μέλλον του και όποιος το επιχειρεί, θα τιμωρείται με τους κεραυνούς του ΕΝΦΙΑ, της έκτακτης εισφοράς και με κάθε τι ευφάνταστο που θα σχεδιάσει ο τιμωρητικός μηχανισμός με τις δήθεν κοινωνικές ευαισθησίες και το προοδευτικό πρόσημο.
Ανατρέπεται έτσι η κυρίαρχη αξία της ελευθερίας, που δεν είναι άλλη από την δυνατότητα του κάθε πολίτη να ορίσει τη ζωή του και να σχεδιάζει το μέλλον του. Γιατί μόνο μέσα από την ελεύθερη ανάπτυξη και την παραγωγή πλούτου, έχει νόημα η ανταπόκριση στην αναγκαία εκδήλωση της αλληλεγγύης προς συγκεκριμένα τμήματα της κοινωνίας. Καθώς αυτός είναι άλλωστε και ο συνεκτικός ιστός της.
Και όμως οι καθοδηγητές της μιζέριας των ουρών αναμονής και της πολιτικής των επιδομάτων, δεν αρκούνται στην αποδυνάμωση της ελεύθερης βούλησης και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Με κυνισμό προπαγανδίζουν την απόφαση τους να συνθλίψουν φορολογικά τη μεσαία τάξη. Με κυνισμό προπαγανδίζουν την ονομαζόμενη «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία» και την έναρξη λειτουργίας δεκάδες επιτροπών και σχημάτων στα πλαίσια της ανάπτυξης μιας επιχειρηματικότητας που θα είναι η μοναδική στον κόσμο που δεν θα έχει σκοπό το κέρδος και τον ανταγωνισμό. Και μέχρι να μπούμε στον παράδεισο που μας στήνουν, ας αρκεστούμε στις ουρές αναμονής και στα επιδόματα.
Η ουρά φθείρει την ελευθερία, το επίδομα καταστρέφει τη θέση εργασίας και η προπαγάνδα υποκαθιστά τον ορθό λόγο.