Ότι ψηφίζεις, παίρνεις

Ότι ψηφίζεις, παίρνεις

Του Γιάννη Λοβέρδου

Το 2001, όταν παρουσίαζα την πρωινή ενημερωτική εκπομπή στην ΕΡΤ, είχα ταχθεί ανεπιφύλακτα υπέρ του νομοσχεδίου Γιαννίτση για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος. Και τούτο διότι είχα καλέσει στην εκπομπή μου τον κ. Γιαννίτση και τον κ. Σπράο, τον πρόεδρο της επιτροπής, που το συνέταξε, και μου είχαν εξηγήσει με στοιχεία ότι αν δεν κάναμε γενναίες παρεμβάσεις, τότε σε δέκα χρόνια δεν θα υπήρχαν συντάξεις, καθώς το σύστημα θα κατέρρεε. Η επιλογή μου εκείνη δεν ήταν δημοφιλής. Δέχτηκα ακόμα και προσωπικές επιθέσεις.

Το σύνολο σχεδόν του πολιτικού και μηντιακού κατεστημένου απέρριψε μετά βδελυγμίας το νομοσχέδιο Γιαννίτση. Πραγματοποιήθηκε, με την συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων, από την άκρα αριστερά μέχρι την άκρα δεξιά, ένα από τα μεγαλύτερα συλλαλητήρια στην ιστορία της Ελλάδας. Κι η τότε κυβέρνηση Σημίτη αναγκάστηκε να το αποσύρει. Η επώδυνη μεταρρύθμιση απορρίφθηκε.

Αλλά δέκα χρόνια μετά, όπως ο Σπράος είχε προβλέψει, το σύστημα κατέρρευσε. Και μαζί του οι συντάξεις του κόσμου. Δυστυχώς, από την πραγματικότητα, όσο δυσάρεστη κι αν είναι, δεν μπορείς να ξεφύγεις.

Με την ίδια λογική, το 2004 είχα αντιταχθεί στην επιλογή της ΝΔ και του Προκόπη Παυλόπουλου, ως αρμόδιου υπουργού, να προχωρήσουν στην μαζική μονιμοποίηση των συμβασιούχων του Δημοσίου. Έλεγα, και συνεχίζω να υποστηρίζω, ότι το υψηλό κόστος χρηματοδότησης των μισθών του Δημοσίου και των συντάξεων αργά η γρήγορα θα οδηγήσει σε χρεοκοπία την χώρα. Όπως κι έγινε λίγα χρόνια μετά το 2010.

Έκτοτε, πέρασαν κοντά εννέα χρόνια. Η πατρίδα μας κι ο λαός της υποφέρουν από την κατάρρευση του βιοτικού τους επιπέδου, από την ανεργία, την χαμηλά αμειβόμενη εργασία, τα υψηλό κόστος συντήρησης του Δημοσίου και την υπερφορολόγηση. Και τούτο διότι τίποτα σχεδόν δεν διδαχθήκαμε από την περιπέτεια των τελευταίων ετών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα το 70-75% των δαπανών του προϋπολογισμού, που πρόσφατα ψηφίστηκε από τη Βουλή, διοχετεύεται στην πληρωμή μισθών ΔΥ, επιδομάτων και συντάξεων. Χωρίς καμιά απολύτως αναπτυξιακή κατεύθυνση και προοπτική.

Λέγω κι υποστηρίζω, όσο κι αν κατανοώ την αγωνία του κόσμου να «τρουπώσει» στο Δημόσιο για να εξασφαλιστεί από την ανεργία και την ανασφάλεια που διακατέχουν την αγορά, ότι αυτό είναι αφύσικο. Δεν είναι δυνατόν ο μέσος μισθός στο Δημόσιο να είναι 1075 ευρώ, των συντάξεων 884 ευρώ και της αμοιβής στον ιδιωτικό τομέα μόλις 777 ευρώ. Αυτό δείχνει ότι το κόστος χρηματοδότησης στο Δημόσιο σε λίγα χρόνια δεν θα μπορεί να καλυφθεί, όσο κι αν ανέβουν τα φορολογικά βάρη (η μάλλον εξαιτίας της αύξησης των φορολογικών βαρών).

Η Ελλάδα χρειάζεται ισχυρή ανάπτυξη στον ιδιωτικό τομέα, χρειάζεται η αμοιβή στον ιδιωτικό τομέα, είτε είναι μισθός είτε το εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών και των επιχειρηματιών, να είναι αρκετά μεγαλύτερο από το κόστος του Δημοσίου, ώστε να μπορούν να χρηματοδοτούν τους μισθούς των ΔΥ και τις συντάξεις. Αλλιώς, το κράτος θα βρεθεί και πάλι στην άκρη του γκρεμού, στα πρόθυρα μιας νέας χρεοκοπίας.

Κατανοώ ότι οι αριστεροί που μας κυβερνούν, δεν το καταλαβαίνουν, λόγω της ιδεοληψίας και της έλλειψης παιδείας, ιδίως οικονομικής. Αλλά δεν το καταλαβαίνει ούτε η ίδια η κοινωνία, που ακόμα περιμένει αναδρομικά, επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και σύνταξης, «βόλεμα» στο Δημόσιο κοκ.

Και αυτή τη νοοτροπία, που είναι άκρως καταστροφική, ενθαρρύνει η ανεύθυνη κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που συνεχίζουν τους άφθονους διορισμούς συμβασιούχων στο Δημόσιο. Μόνο τον τελευταίο χρόνο ο αριθμός των συμβασιούχων αυξήθηκε κατά 40000, και μάλιστα η συντριπτική πλειοψηφία τους δεν ήταν πανεπιστημιακής μόρφωσης. Προφανώς για να βολέψει ο ΣΥΡΙΖΑ την κομματική του πελατεία. Αλλά με αυτές τις λογικές, η Ελλάδα είναι, λυπάμαι που το λέω, καταδικασμένη