Ε, αφού απέργησε και η ΠΟΣΠΕΡΤ της ΣΥΡΙΖΕΡΤ για να σταματήσει η πολιτική που σκοτώνει τις εργασιακές κατακτήσεις και για να γίνουν (νέες) προσλήψεις μόνιμων υπάλληλων, οι υπόλοιποι εργαζόμενοι περιττεύει να απεργούν. Γιατί, αν απεργεί η κυβέρνηση εναντίον του εαυτού της δεν έχουμε να κάνουμε με απεργία. Έχουμε να κάνουμε με ξεφτιλισμό του όρου. Ο οποίος δεν ξεκίνησε χτες. Έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια.
Η απεργία είναι το έσχατο μέσο πίεσης του εργαζόμενου στον εργοδότη. Για να κερδίσει τα δικαιώματά του. Είτε οικονομικά είτε θεσμικά. Πολλές απεργίες, εδώ και τουλάχιστον 150 χρόνια, δεν έχουν γίνει με οικονομικά αιτήματα, αλλά ενάντια σε βία κάθε είδους από εργοδότες και κράτος. Άλλες, έχουν γίνει για συμπαράσταση σε αργαζόμενους ή θύματα βιαιότητας. Σε όλο τον κόσμο. Αλλά, πάντα, ο στόχος ήταν ο ίδιος: Να πετύχει η απεργία αυτό που διεκδικεί. Στη χειρότερη περίπτωση, να φοβίσει.
Η Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια αποτελεί εξαίρεση! Με αποκορύφωμα τα τελευταία 7! Οι μεγάλες απεργίες που έχουν γίνει πανελλαδικά από τα πολυπληθή συνδικάτα ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, είναι 45 όλες κι όλες (!) και μόνο για τα προσχήματα. Για να λένε τα προεδρεία τους ότι δεν κάθονται! Για να ξαναμοιράζονται τις χρυσοπληρωμένες συνδικαλιστικές καρέκλες οι ίδιοι άνθρωποι, οι ίδιες κρατικοδίαιτες παρατάξεις, ο ίδιος στείρος για τους εργαζόμενους εργατοπατερισμός.
Όταν ζητάς σοβαρά από μια κυβέρνηση να σταματήσει μια πολιτική που φτωχαίνει τον κόσμο και καταργεί τα δικαιώματα που έχουν κερδηθεί σε βάθος εκατονταετίας, ξεσηκώνεις τον κόσμο έτσι που να αναγκάσεις την κυβέρνηση να σ ακούσει. Στη χειρότερη περίπτωση να κάτσει στο τραπέζι έτοιμη για υποχωρήσεις. Απεργείς για να κερδίσεις.
Τι έχει κερδίσει το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα τα τελευταία 7 χρόνια; Τίποτε! Αντίθετα, τα έχει χάσει ΟΛΑ. Όλα, εκτός από ένα: Τις καρέκλες, τα επιδόματα, τις αποζημιώσεις των μελών του!
Αυτή είναι και η απάντηση στο ερώτημα «τι κερδίζουν οι εργαζόμενοι με 8 σκόρπιες 24ωρες ή 48ωρες απεργίες μέσα στο χρόνο». Οι εργαζόμενοι κερδίζουν μια μέρα αργίας, οι λίγοι που μπορούν να απεργήσουν κυρίως στο δημόσιο, και χάνουν ΟΛΑ τους τα δικαιώματα. Γιατί τα χάνουν;
Τα χάνουν γιατί όταν οι απεργίες γίνονται για τα μάτια κι όχι με αποφασιστικότητα και αγωνιστικότητα, γελάνε και οι εργοδότες και οι κυβερνήσεις και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στο τέλος. Αυτό είναι το έγκλημα του ελληνικού συνδικαλισμού τα τελευταία 20 χρόνια, με αποκορύφωμα τα τελευταία 7.
Γιατί έγινε η χτεσινή 45η απεργία από το 2010 που άρχισαν τα μνημόνια; Για να σταματήσει η κυβέρνηση την πολιτική λιτότητας, να πάρει πίσω τους αντεργατικούς νόμους, να αλλάξει, εν ολίγοις, πολιτική! Πλάκα μας κάνουν τα συνδικάτα; Με 45 μέρες απεργίας σε 7.500 (εφτάμιση χιλιάδες!) εργάσιμες μέρες τα τελευταία 7 χρόνια δεν κάνεις κινητοποιήσεις. Κάνεις τη δουλειά των κυβερνήσεων, των δανειστών και των εργοδοτών. Ξεφτιλίζεις την έννοια της απεργίας και κάνεις κι ένα ακόμα μεγαλύτερο έγκλημα: Απαξιώνεις την απεργία στη συνείδηση των εργαζόμενων.
Κάποτε, τα συνδικάτα των τραπεζοϋπαλλήλων, των καθηγητών, των μεταλλωρύχων, των εμποροϋπάλληλων, των εργατών στα εργοστάσια, στα ναυπηγεία, στα πλοία νέκρωναν τους χώρους δουλειάς τους. Και ανάγκαζαν κράτος και εργοδότες να συζητάνε και συχνά να δίνουν. Έτσι κερδήθηκαν μισθοί, συντάξεις, ασφαλίσεις, επιδόματα, υπερωρίες, 5θήμερα, άδειες. Δεν τα χάρισε κανένας απ την καλή του την καρδιά. Μέχρι που έσκασε η λαίλαπα του κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού και της συναλλαγής κυβερνήσεων- συνδικάτων για καθαρή εξαγορά ψήφων των δημόσιων υπάλληλων. Έτσι ξεκίνησε η κατρακύλα του συνδικαλισμού και ο εξευτελισμός του.
Έτσι, οι απεργίες από πολυήμερες και διεκδικητικές, συχνά με πολύ ακριβό τίμημα για τους απεργούς, έγιναν σιγά σιγά συναλλαγή και απαξιώθηκαν. Έγιναν συναλλαγή των κομματικοδίαιτων συνδικαλιστών με κυβερνήσεις και διαπλεκόμενους εργοδότες. Και στον ιδιωτικό τομέα και στο δημόσιο.
Έτσι, με απαξιωμένα ήδη τα μεγάλα συνδικάτα και με σχετικά αδύναμα τα υπόλοιπα, κατάφερε η χώρα το ακατόρθωτο: Να φέρνει η κυβέρνηση τους πιο απαξιωτικούς νόμους για την εργασία, την αμοιβή, την ασφάλιση, τα δικαιώματα, αφού έχει κουρέψει στο μισό τα μεροκάματα (!) μέσα σε τρία χρόνια, και να μαζεύονται σε γενική απεργία 10.000 άνθρωποι όλοι κι όλοι στη συγκέντρωση της πρωτεύουσας! Μαζί με τους συγκεντρωμένους του ΠΑΜΕ (ΚΚΕ) που είναι πάντα παρόντες μαζικά!
Ποιοι δεν πήγαν στις δουλειές τους χτες μαζικά; Αρκετοί από όσους απασχολούνται στο δημόσιο! Πόσοι απ αυτούς ΑΠΕΡΓΗΣΑΝ ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ; Δηλαδή κατέβηκαν στις συγκεντρώσεις και στις πορείες; Ελάχιστοι. Οι υπόλοιποι είχαν απλώς αργία. Ωραία απεργία για να σταματήσει η κυβέρνηση την πολιτική λιτότητας!
Να μη μιλήσουμε για τη ΓΣΕΕ και τον ιδιωτικό τομέα που δουλεύει ολόκληρος ολοχρονίς σε καθεστώς γαλέρας, χωρίς να μπορεί να σηκώσει κεφάλι. Απροστάτευτος από κάθε ΓΣΕΕ. Και να μη μιλήσουμε για τις τράπεζες, το οχυρό της πολιτικής λιτότητας των δανειστών, που ήταν σχεδόν όλες ανοιχτές!
Φυσικά, να μη μιλήσουμε για την ΠΟΣΠΕΡΤ, που απέργησε χτες «για να σταματήσει η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης», από την οποία σιτίζεται η ίδια, ένα από τα πιο άρρωστα και διαπλεκόμενα συνδικάτα της χώρας και Πέμπτη φάλαγγα της κυβερνητικής πολιτικής λιτότητας! Οι μόνιμες προσλήψεις της λείπανε της καταβόθρας των εκατομμυρίων του λαού στο χαράτσι της ΔΕΗ!
Για να τελειώνουμε με τα παραμύθια και για να μη δουλεύουμε ο ένας τον άλλον:
Πρώτον, οι απεργίες γίνονται αποφασιστικά, με διάρκεια και συγκεκριμένα αιτήματα. Μέχρι τέλους. Δεν γίνονται με γενικούρες και αερολογίες και ξεκάρφωτες ντουφεκιές.
Δεύτερο, οι απεργίες γίνονται για να κερδίζει αυτός που ζητάει και (κάτι) να χάνει αυτός που την υφίσταται. Όταν γίνεται απεργία και χάνει αυτός που την κάνει ενώ κερδίζει αυτός που (υποτίθεται ότι) την υφίσταται, δεν γίνεται απεργία. Γίνεται η δουλειά του εργοδότη και, στην περίπτωσή μας, της κυβέρνησης που κλέβει τους πολίτες ως εκπρόσωπος ξένων ταμείων ανενόχλητη. Με τη συμμετοχή και τη βοήθεια των κρατικοδίαιτων συνδικάτων.
Γ.Παπαδόπουλος- Τετράδης