Και όμως. Στην προσπάθεια της χώρας να σταθεί όρθια, μέσα σε αυτήν την πρωτοφανή για την ανθρωπότητα, υγειονομική, κοινωνική και οικονομική κρίση, υπάρχουν κάποιοι που αντιστέκονται. Υπάρχουν κάποιοι, που επιθυμούν την κλιμάκωση των προβλημάτων, επενδύοντας πολιτικά στην δυνητική κοινωνική δυσαρέσκεια. Οι πάσης φύσεως οπαδοί του «θα λογαριαστούμε μετά», μπορεί να έχασαν τον πρώτο γύρο, αλλά επανέρχονται δριμύτεροι.
Όλοι θυμόμαστε το κύμα των καταγγελιών για τις δήθεν χαριστικές συμφωνίες για τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, ανάμεσα στις ιδιωτικές κλινικές και το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Όλοι θυμόμαστε το κίνημα των συνοικιακών πλατειών για τη δήθεν παραβίαση και καταστρατήγηση των συνταγματικών δικαιωμάτων λόγω του lock-down και τα δήθεν απάνθρωπα μέτρα της κοινωνικής απόστασης. Όλοι θυμόμαστε το εκδικητικό μένος, που κρυβόταν πίσω από τις απειλές του κινήματος «θα λογαριαστούμε μετά».
Τι άφησαν πίσω τους, όλα αυτά; Τίποτα απολύτως. Η χώρα κινείται συντεταγμένα, συγκροτημένα, αποτελώντας πρότυπο και σημείο αναφοράς για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο. Ταυτόχρονα οι πολίτες της χώρας μας, παρ’ όλο που είναι θορυβημένοι από το μέγεθος του υγειονομικού προβλήματος, παρ’ όλο που ανησυχούν λόγω της αβεβαιότητας για την επόμενη ημέρα, είναι σχετικά ανακουφισμένοι διότι βλέπουν δίπλα τους μια κυβέρνηση να σχεδιάζει το αύριο με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, βασισμένη στην επιστημονική γνώση και στον ορθολογισμό.
Οπότε η αντιπολίτευση βλέποντας ότι η επένδυση της πάνω στις αρνητικές εξελίξεις και στη κλιμάκωση της κρίσης, δεν παράγει υπεραξίες γι’ αυτήν, επέλεξε ένα μάλλον παράδοξο τρόπο να παρέμβει στα πράγματα. Και αυτός ο τρόπος είναι η προσπάθεια διαπόμπευσης και κατασυκοφάντησης της ελληνικής κυβέρνησης, στα ξένα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα.
Οι συνεντεύξεις της ηγετικής ομάδας του Σύριζα στο εξωτερικό, προσφέρονται μάλλον για να προσδώσουν φερεγγυότητα και ισχύ κατά την αναπαραγωγή τους από τα εγχώρια μέσα, παρά για να πείσουν τους Ευρωπαίους εταίρους, ότι ο ήλιος ανατέλλει από τη Δύση. Δηλαδή, οι συνεντεύξεις στο εξωτερικό, αποσκοπούν στο να διαβαστούν πιο ηχηρά και με μεγαλύτερη βαρύτητα και εγκυρότητα στο εσωτερικό της χώρας.
Η προσπάθεια του ετερόκλητου συνονθυλεύματος της ευρωκοινοβουλευτικής ομάδας του Σύριζα, να εκμαιεύσει από την Κομισιόν, μια καταδικαστική απάντηση, για τα μέτρα που είχε λάβει η ελληνική κυβέρνηση στο χώρο της εργασίας, εν μέσω της πανδημίας, είναι πολύ πιο σοβαρή υπόθεση. Δεν ήταν απλά μια συνέντευξη-αντίδραση, στα πλαίσια της καθίζησης του αντιπολιτευτικού εκτοπίσματος. Δεν ήταν μια δήλωση από τις δεκάδες που γίνονται στα πλαίσια της αναγκαίας κεντρομόλου στρατηγικής, για να μην υπάρξουν εσωτερικές συριζαϊκές απώλειες.
Ήταν ξεκάθαρα, μια προσπάθεια υπονόμευσης της Ελλάδας στα Ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Τι έκαναν οι ευρωβουλευτές του Σύριζα; Κατά την διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας του covid-19, κατήγγειλαν στην Ευρώπη, «τα μέτρα της εκ περιτροπής εργασίας και της μείωσης των αποδοχών», που είχε υιοθετήσει η ελληνική κυβέρνηση, την περίοδο της καραντίνας.
Ερωτούσαν την Κομισιόν, αν εναρμονίζονται με τους κανόνες της ΕΕ τα μέτρα που θέσπισε η ελληνική κυβέρνηση στις 20 Μαρτίου 2020 για μονομερή επιβολή εκ περιτροπής εργασίας και αν οι πολιτικές της κυβέρνησης εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση για τους εργαζομένους και αποτρέπουν επαρκώς τη διαρθρωτική ζημιά στην ήδη εύθραυστη, εξαιτίας της πολυετούς λιτότητας. Κατήγγειλαν δε, ότι η Ελληνική κυβέρνηση, κινείται κόντρα στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων που αποβλέπει στην ασφαλή και ευπροσάρμοστη απασχόληση και στην ισόρροπη προστασία των θέσεων εργασίας και που σε συνδυασμό με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, αποβλέπει στη διασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης με επαρκείς ελάχιστους μισθούς.
Φυσικά, το «καταγγελτικό και αποκαλυπτικό» ερώτημα των ευρωβουλευτών του Σύριζα, είχε λάβει μυθικές διαστάσεις στα φιλικά προς την ηγετική ομάδα του Σύριζα, μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η απάντηση της Κομισιόν δια στόματος του Επιτρόπου Απασχόλησης Nicolas Schmit, στις 18 Ιουνίου 2020, ήρθε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και να αποδείξει ότι η καταγγελία της ευρωομάδας του Σύριζα είχε πέσει στο κενό.
Ο Eπίτροπος Απασχόλησης από το Λουξεμβούργο ανέφερε στην απάντηση του μεταξύ των άλλων ότι: «τα μέτρα που έλαβαν οι ελληνικές αρχές για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, καθώς και τα μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας είναι σε γενικές γραμμές συγκρίσιμα με τα μέτρα που έχουν ληφθεί σε άλλα κράτη μέλη, με σκοπό την προστασία των συμβάσεων εργασίας και τη διασφάλιση της δυνατότητας να ανακάμψει γρήγορα η οικονομική δραστηριότητα, μόλις χαλαρώσουν τα περιοριστικά μέτρα». Ταυτόχρονα τόνισε ότι «όσον αφορά την επιλογή οργάνωσης της εργασίας σε βάρδιες, με παράλληλη μείωση του χρόνου εργασίας κάθε εργαζομένου, η συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης, προστατεύει τους εργαζομένους μερικής απασχόλησης από διακρίσεις όσον αφορά τους όρους απασχόλησης. Η αρχή pro rata temporis εφαρμόζεται όπου κρίνεται αναγκαίο , με την έννοια ότι ένα διαιρετό δικαίωμα, όπως είναι η αμοιβή, μπορεί να μειωθεί αναλογικά προς το μειωμένο ωράριο εργασίας του εργαζομένου».
Πόσο υπερήφανοι μπορεί να αισθάνονται οι ευρωβουλευτές του Σύριζα, για όλη αυτή τη διαδικασία; Τι περίμεναν να αποκομίσουν; Ποιο θα ήταν άραγε το όφελος για τη χώρα; Και ποιο θα ήταν το όφελος για τους εργαζόμενους;
* Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
** Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.