Και ενώ δεν διαφαίνονται κάποια σημάδια αισιοδοξίας από τον πόλεμο που έχει προκληθεί μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, κινείται με πολύ αργά βήματα, δημιουργώντας με τη σειρά της, διάφορα ενδοοικογενειακά προβλήματα, που αποσυνθέτουν την αρχική ενωτική εικόνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ), που έχει ιδρυθεί από την εποχή της πετρελαϊκής κρίσης του 1973, στα πλαίσια του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), έχει επισημάνει τέσσερα σημεία, για τη διατήρηση της ενεργειακής ισορροπίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το πρώτο είναι η μείωση της ζήτησης πετρελαίου για τους επόμενους μήνες, με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποφευχθεί η οικονομική ύφεση και να αποτραπεί η διακοπή των επενδύσεων στο χώρο της εξόρυξης υδρογονανθράκων, κυρίως στην Αραβική Χερσόνησο. Πράγμα δύσκολο.
Το δεύτερο είναι η συνεννόηση με τις χώρες εκτός ΟΟΣΑ, ώστε να μειώσουν και αυτές τη ζήτηση σε πετρέλαιο. Οι χώρες του ΟΟΣΑ καταναλώνουν το 46% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου, ενώ οι χώρες εκτός ΟΟΣΑ το 54%, με διαρκείς αυξητικές τάσεις. Οπότε αν δεν υπάρχει συντονισμένη πολιτική αντιμετώπιση του θέματος, δεν θα υπάρξει αποτέλεσμα. Αφού η μείωση στο περιβάλλον του ΟΟΣΑ θα αντισταθμιστεί από τις χώρες - ατμομηχανές των αναπτυσσόμενων οικονομιών του πλανήτη.
Το τρίτο σημείο είναι αυτό της αντικατάστασης, όπου είναι δυνατόν, του μεταφορικού έργου των αεροσκαφών, από τους ταχύτατους σιδηροδρόμους. Ωστόσο εδώ εγκυμονεί ο κίνδυνος της διεύρυνσης των ζημιών των αεροπορικών εταιρειών, που ήδη έχουν κτυπηθεί από την πανδημία.
Και το τέταρτο σημείο αφορά τα κρατικά έσοδα, από τους φόρους που καταβάλουν οι καταναλωτές ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που υπερβαίνει το 50% της τελικής τιμής.
Πέρα από αυτά τα τέσσερα σημεία που σημειώνει η ΙΕΑ, που έχουν διπλή ανάγνωση, τόσο θετική όσο και αρνητική, είναι φανερό ότι οι στόχοι για την πράσινη μετάβαση και για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, υποχωρούν στη λίστα των άμεσων προτεραιοτήτων των Ευρωπαϊκών χωρών. Αντιθέτως αναδύονται σαν προτεραιότητες η διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας, έστω και με αλλαγή του μείγματος πηγών, με σκοπό την αποφυγή όχι μόνο της υφεσιακής οικονομικής πορείας, αλλά και της κοινωνικής δυσαρέσκειας και αναστάτωσης.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ραγδαίων αλλαγών, ξετυλίχθηκε και το σχέδιο του Κρεμλίνου για την υποχρέωση «της πληρωμή των υδρογονανθράκων που προμηθεύονται οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ρούβλια». Στο άρθρο Ο Πούτιν απαιτεί τη συνθηκολόγηση της Ευρώπης, είχαμε αναφερθεί διεξοδικά στον μηχανισμό που ήθελε να επιβάλει η Μόσχα.
Σύμφωνα με αυτόν, η Gazprombank, αναλαμβάνει τις πληρωμές και τις εκκαθαρίσεις των συναλλαγών φυσικού αερίου και πετρελαίου με τις ευρωπαϊκές χώρες. Η Gazprombank, δεν ανήκει στη λίστα των ρωσικών τραπεζών που αποβλήθηκαν από το διεθνές σύστημα SWIFT.
Η Gazprombank, με τη σειρά της, θα ανοίξει δυο διαφορετικούς λογαριασμούς και κάθε αγοραστή υδρογονανθράκων, όπως είναι η Uniper, RWE, η EnBW και η VNG.
Στον πρώτο λογαριασμό θα καταβάλλεται σε ξένο συνάλλαγμα (ευρώ ή δολάριο) από την ενεργειακή εταιρεία της ΕΕ, το τίμημα για το φορτίο, όπως περιγράφεται από το συμβόλαιο συνεργασίας με την Gazprom.
Μαζί με την καταβολή του ποσού από τον αγοραστή, προβλέπεται, ότι η δυτική ενεργειακή εταιρεία υποχρεωτικά θα «εξουσιοδοτεί» την Gazprombank, να μετατρέψει το ποσό αυτό σε ρούβλια, ώστε να μεταφερθεί στον δεύτερο λογαριασμό και από εκεί να πληρωθεί η Gazprom και να απελευθερωθεί το φορτίο.
Δηλαδή τα δολάρια ή ευρώ θα μετατρέπονται σε ρούβλια, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο μια πλασματική ζήτηση για ρούβλια, που με τη σειρά της πιθανά να οδηγήσει σε άνοδο του ρωσικού νομίσματος, απέναντι στο ευρώ και στο δολάριο.
Ωστόσο, αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να κάνει η Ρωσία ούτως ή αλλιώς, από μόνη της. Δηλαδή να μετατρέπει το συνάλλαγμα από τις πωλήσεις των πρώτων υλών, στις χώρες της Δύσης, σε ρούβλια. Ούτως ή αλλιώς η Ρωσία διαθέτει μια κλειστή και πλήρως ρυθμισμένη και ελεγχόμενη οικονομία έχει, οπότε στο εσωτερικό της χώρας, κάνει ό,τι θέλει, δίχως αντίκτυπο στις διεθνείς αγορές.
Στο άρθρο, Βάλλεται το δολάριο από τα ρούβλια και τα καπίκια;, είχαμε εξηγήσει τη φιλοσοφία πίσω από την κίνηση της Μόσχας για την αποδολαριοποίηση της αγοράς υδρογονανθράκων.
Και ενώ οι κυβερνήσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν απορρίψει αυτού του είδους τις συναλλαγές, χαρακτηρίζοντας τη μεθοδολογία τους σαν εκβιαστική, έρχεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εκδίδει οδηγίες προς τις εταιρείες - εισαγωγείς αερίου, για το πώς θα χειριστούν το έμμεσο άνοιγμα των λογαριασμών σε ρούβλια. Με σκοπό οι κινήσεις αυτές να μην μπορούν να χαρακτηριστούν σαν παραβάσεις των κυρώσεων!
Ποιος κάνει λάθος; Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται χρόνο για να απεξαρτηθεί από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας που διαθέτει δεν είναι ούτε επαρκείς, ούτε είναι σταθερές. Ωστόσο, ενώ η στήριξη της Ουκρανίας με πολιτικά μέσα, με την αποστολή ανθρωπιστικής και αμυντικής βοήθειας και με επιβολή κυρώσεων, αποτελεί καθήκον της δημοκρατικής Ευρώπης, η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επιθυμεί ούτε να βρεθεί σε υφεσιακή τροχιά, αλλά ούτε και να διακινδυνεύσει εσωτερικές τριβές.
Και έτσι επιλέγει να κοροϊδεύει τον εαυτό της, παριστάνοντας ότι αντιστέκεται στις προκλήσεις Πούτιν, την ίδια στιγμή που υιοθετεί «τα παραθυράκια» των αποφάσεων, που η ίδια έχει λάβει.