Στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι στο επόμενο χρονικό διάστημα θα συμβούν δύο πράγματα: Ότι οι δανειστές θα μας δώσουν το χρέος κι ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορέσει να διαπραγματευτεί σε όφελος της Ελλάδας το κλείσιμο όλων των εκκρεμών θεμάτων με την Τουρκία, την Αλβανία και τα Σκόπια. Το πιστεύουν, αυτό λέει το ρεπορτάζ. Ανησυχούμε…
Είναι σαν να βλέπουμε μία ομάδα απροετοίμαστων μαθητών να πιστεύουν ότι στις εξετάσεις θα αριστεύσουν επειδή εκείνη την ώρα θα τους έρθει η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος. Κι έχουν επενδύσει τόσο πολύ σε αυτή την προσδοκία που πλέον ζουν μέσα σε μία ομαδική παραίσθηση.
Καταρχήν θα πρέπει να σημειώσουμε ότι θα ήταν ευχής έργο να συμβούν όλα αυτά που περιμένουν στην κυβέρνηση. Ποιος δεν θα ήθελε να ζούμε μέσα σε καθεστώς διαρκούς ειρήνης και ευημερίας; Κι ως Έλληνες πολίτες που επιθυμούμε το καλύτερο, ελάχιστα μας ενδιαφέρει αν αυτό το θαύμα θα το πετύχει ο Αλέξης Τσίπρας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή όποιος άλλος. Το πρόβλημα είναι ότι όταν επιστρέφουμε στον πλανήτη γη έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία δυσάρεστη κατάσταση.
Όλα τα εθνικά μέτωπα είναι αυτή την στιγμή ανοικτά με πρωτοβουλία των αντιπάλων μας και το να καθίσουμε σε ένα τραπέζι και να διαπραγματευτούμε το κλείσιμό τους δεν μοιάζει να είναι μία καλή επιλογή, με δεδομένο το γεγονός ότι η κρίση μας έχει αποδυναμώσει σε όλα τα επίπεδα. Οι διαπραγματεύσεις είναι το καλύτερο διπλωματικό όπλο, αρκεί αυτές να γίνονται όταν βρίσκεται κανείς σε θέση ισχύος.
Αν επιλέξουμε ή αναγκαστούμε με οποιονδήποτε τρόπο αυτή την στιγμή να διαπραγματευτούμε το πιο πιθανό είναι ότι θα βγούμε από τις συζητήσεις σοβαρά τραυματισμένοι. Αυτό φαίνεται καθαρά και από την στάση της Τουρκίας, αλά και της Αλβανίας. Δεν ξέρουμε από πού αντλούν την αισιοδοξία τους για το αντίθετο οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Εκείνο που μπορούμε να αντιληφθούμε είναι ότι ο δρόμος που έχουν επιλέξει είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος. Μπορεί να έχουν επιδείξει μέχρι σήμερα άγνοια κινδύνου, όπως αυτή που είχε επιδείξει ο κ. Βαρουφάκης την ώρα που «διαπραγματευότανε» με την Ευρώπη, αλλά μετά τα τελευταία γεγονότα δεν δικαιούνται να μην γνωρίζουν τι πραγματικά μας συμβαίνει…
Το θέμα του χρέους είναι πάρα πολύ ξεκάθαρο. Το οικονομικό κόστος για την Ευρώπη δεν είναι απαγορευτικό. Το πολιτικό κόστος όμως είναι μεγάλο, τουλάχιστον όπως το βλέπουν αυτή την στιγμή οι Γερμανοί. Το ΔΝΤ πιέζει με κάθε τρόπο και είναι ένας μεγάλος σύμμαχος σε αυτό μας τον στόχο. Το χέρι στην τσέπη, όμως, θα το βάλουν κυρίως οι Γερμανοί κι εδώ αρχίζουν οι δυσκολίες. Πόσο πιθανό είναι να συμβεί κάτι τέτοιο έχοντας μπροστά μας τις γερμανικές εκλογές και με την Μέρκελ να χάνει διαρκώς έδαφος έναντι των λαϊκιστών που βρίσκονται δεξιότερα των χριστιανοδημοκρατών; Μπορεί να είναι άδικο για μας, αλλά αυτή την στιγμή μοιάζει να είναι πιο πιθανό να παραιτηθεί η Μέρκελ από την ηγεσία του κόμματός της από το να δεχτεί μία πρόταση για το ελληνικό χρέος. Μακάρι να έχουμε άδικο. Ποιος δεν θα ήθελε μια άλλη εξέλιξη;
Η επόμενη ημέρα θα είναι έτσι ή αλλιώς ιδιαίτερα δύσκολη για την χώρα. Το αντικειμενικό πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα να διαμορφώσει μία εθνική στρατηγική για τα βασικά θέματα που την απασχολούν. Δεν υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο ούτε για τα κρίσιμα εθνικά θέματα, ούτε για την Οικονομία. Το αποτέλεσμα είναι να είμαστε δέσμιοι κατά καιρούς από τους προσωπικούς … οραματισμούς διαφόρων «πεφωτισμένων» και το τελικό αποτέλεσμα είναι αυτό που γνωρίζουμε όλοι μας.
Δεν ξέρουμε ποιες θα είναι αύριο οι πολιτικές εξελίξεις. Μπορούμε όμως να φανταστούμε τι δεινά περιμένουν ακόμη την χώρα μας, όσο εμείς οι Έλληνες δεν αποφασίζουμε να οργανώσουμε τις θέσεις μας και τις πολιτικές μας κάτω από την σημαία της συναίνεσης και της κοινής λογικής. Η σημερινή κυβέρνηση είναι δύσκολο να επιδιώξει την συναίνεση, επειδή δεν την πιστεύει. Η αυριανή, όμως, επιβάλλεται να το κάνει. Διαφορετικά δεν υπάρχει μέλλον. Η λογική του «ή εμείς εκείνοι» οδηγεί στον διχασμό και στην καταστροφή. Είναι καιρός να συζητήσουμε σε μία άλλη βάση.
Θανάσης Μαυρίδης