Του Άγγελου Γ. Αγοραστού*
Διαβλέποντας ότι η μάχη του Μαραθώνα δεν ήταν το τέλος αλλά η αρχή ενός τιτάνιου αγώνα που συγκλόνισε τον αρχαίο κόσμο, ο Θεμιστοκλής προσπάθησε να ισχυροποιήσει ναυτικά την Αθήνα κατασκευάζοντας εκατό νέα πολεμικά πλοία με τα οποία θα πετύχει μία αναπάντεχη και συντριπτική νίκη στη Σαλαμίνα σώζοντας την Ελλάδα και την Ευρώπη από την Περσική κυριαρχία.
Για την ναυπήγηση των τριήρεων όμως, χρειάζονταν χρήματα. Οι Αθηναίοι πολίτες μοιράζονταν ετησίως ένα επίδομα από τα έσοδα ασημιού των ορυχείων Λαυρίου. «Πώς θα πείσω αυτούς τους τεμπελαράδες-επιδοματίες που καλοέμαθαν τόσα χρόνια να ζούνε με τα επιδόματα ότι πρέπει να τους τα πάρω για να φτιάξω πλοία;» σκέφθηκε ο Θεμιστοκλής. Μεταφέρετε το δίλημμά του στη σημερινή εποχή όπου οι μισοί Έλληνες είναι είτε συνταξιούχοι από τα 50, είτε «επιδοματίες» και αμέσως θα αντιληφθείτε το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετώπιζε.
Η ευκολία με την οποία αποδίδουμε τον τίτλο του «χαρισματικού» ηγέτη σε τσαρλατάνους που αγοράζουν ψήφους μοιράζοντας διορισμούς, συντάξεις και επιδόματα δανειζόμενοι, υποθηκεύοντας το μέλλον των παιδιών και των εγγονιών τους, αποδεικνύει τα ιδιοτελή κίνητρα, τον φιλοτομαρισμό, την πνευματική υστέρηση, την απαιδευσία των νεοελλήνων. Ο Θεμιστοκλής όμως, ήταν όντως ένας χαρισματικός ηγέτης. Με την προορατικότητα, την ευφυΐα και την πειθώ του, κατάφερε αυτήν την τολμηρή πολιτικά και αντιλαϊκή οικονομικά πρόταση, να την υλοποιήσει.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν μόνον η συντριβή των Περσών αλλά και μία αναπτυξιακή έκρηξη της πόλης. Οι Αθηναίοι έχασαν τα επιδόματα αλλά η πόλη τους από καθαρά γεωργική μετατράπηκε σε ναυτιλιακή δύναμη, δίδοντας διέξοδο στο εργατικό δυναμικό της με τη δημιουργία πλήθος νέων επαγγελμάτων και ανάληψη εμπορικών δραστηριοτήτων που απέφεραν τεράστιο πλούτο από ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Τί είναι λοιπόν αυτή η περιβόητη «ανάπτυξη»; Μήπως είναι κάποια απόκρυφη γνώση επιμελώς κρυμμένη από Θιβετιανούς μοναχούς; Μήπως είναι κάποιο μυστικό που αποκαλύπτεται μόνον σε μυημένους κάποιας αίρεσης; Μία χώρα αναπτύσσεται όταν αυξάνει τον πλούτο της. Είναι αυτονόητο ότι άνθρωποι που απεχθάνονται τον πλούτο είναι ακατάλληλοι να μας μιλούν για ανάπτυξη, έστω κι αν υποκρίνονται: «Πολλοί λένε την αλήθεια όταν ισχυρίζονται ότι απεχθάνονται τα πλούτη. Εννοούν τα πλούτη των άλλων».
Ο πλούτος που εισρέει σε μία χώρα από τις εξαγωγές της είναι "ανάπτυξη". Ο τουρισμός και οι εξαγωγικές επιχειρήσεις είναι "ανάπτυξη". Τα καλά πανεπιστήμια και νοσοκομεία που εισάγουν φοιτητές και ασθενείς από το εξωτερικό και φέρνουν χρήμα στη χώρα είναι "ανάπτυξη". Κάθε προϊόν που παράγεται εντός της χώρας με κόστος 100 ευρώ και πουλιέται στο εξωτερικό π.χ. για 150 ευρώ, είναι η περιβόητη ανάπτυξη.
Πώς λοιπόν θα φέρουμε πλούτο στη χώρα; Είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα: Σταθερό φορολογικό και νομικό περιβάλλον, καθορισμένες χρήσεις γης, χαμηλή φορολογία, τάξη και ασφάλεια, μικρό κράτος χωρίς γραφειοκρατία, ταχύτατη απονομή δικαιοσύνης, τράπεζες σε λειτουργία, ελευθερία στην αγορά εργασίας. Σε όλα είμαστε πάτος!
Τι πραγματικά αντιμετωπίζει ένας υποψήφιος επενδυτής; Αρκεί να βρεθεί ένας επαγγελματίας οικολόγος, εκβιαστής, ή απλά στραβόξυλο να κάνει μία προσφυγή και να περιμένει δέκα χρόνια τα δικαστήρια. Αυτό με την προϋπόθεση ότι θα ξεπεράσει τους επαγγελματίες αριστερούς που με λίγους μαθητές του γυμνασίου που πότε τους βαφτίζουν λιμενεργάτες, πότε εργάτες σκέτους, μπορούν να ανατρέπουν κάθε επένδυση. Ακολουθούν οι «μεραρχίες» των «αρχόντων» της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τοπικών βουλευτών που θεωρούν χρέος τους να ματαιώνουν όχι μόνο τις υποψήφιες επενδύσεις αλλά και αυτές που τους ξέφυγαν όταν δεν ήταν «άρχοντες» της περιοχής. Ύστερα ακολουθεί το «ιππικό των κρατιστών», με τους υπηρεσιακούς παράγοντες των υπουργείων, τους περιφερειακούς και δημοτικούς υπαλλήλους και τους κάθε λογής κομματικούς κηφήνες που παρεμβάλλονται πάντα εχθρικά σε κάθε μορφή επένδυσης αν δεν πέσουν μίζες. Οι συμβάσεις και οι άδειες για οποιαδήποτε επένδυση έχουν διάρκεια όση και η θητεία των κυβερνήσεων. Διότι αμέσως μετά την υπογραφή τους, ξεκινά από την εκάστοτε αντιπολίτευση τόσο της κυβέρνησης όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης το αντάρτικο, μόνο και μόνο για να μην αλλοιωθούν τα αριστερά χαρακτηριστικά τους.
Πότε φορούν την προβιά του αρχαιολόγου, πότε του οικολόγου. Στην πραγματικότητα, δεν κόπτονται ούτε για το περιβάλλον ούτε για τα αρχαία. Πρόκειται για φανατικούς ιδεοληπτικούς που μισούν τους πλουσίους. Δεν θέλουν την επένδυση στο Ελληνικό διότι μισούν τον Λάτση και τον κάθε πλούσιο ιδιώτη. Οι φτωχοί θα κάνουν επενδύσεις; Οι πλούσιοι θα κάνουν και θα δημιουργήσουν δουλειές για τους φτωχούς. Εάν βέβαια τους τάξεις μία κρατική επένδυση για να διορίσουν καμιά διακοσαριά αργόσχολους (και να την χρεωκοπήσουν) ούτε οι οικολόγοι, ούτε οι αρχαιολόγοι θα εμφανισθούν. Γιατί εξαφανίσθηκαν οι οικολόγοι από τον Σαρωνικό; Γιατί είναι εξαφανισμένοι από τα καρκινογόνα εργοστάσια της ΔΕΗ; Οι κρατικές επιχειρήσεις δεν μολύνουν; Τα ιδιωτικά αιολικά πάρκα στην Πάρο θα μολύνουν όμως! Τι να περιμένεις από ανθρώπους που δηλώνουν ότι ψάχνουν επενδυτές από τους λαθρομετανάστες (!) ή ότι για κάθε έναν που προσλαμβάνεται στο δημόσιο δημιουργούνται τρεις θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα!
Ακούσατε κάτι για αυτά στα αναπτυξιακά συνέδρια; Ακούσαμε όμως φληναφήματα (σαχλαμάρες) περί «δίκαιης ανάπτυξης». Δηλαδή το θέμα είναι ότι έχουμε ανάπτυξη, αλλά δεν είναι δίκαιη; Το αιώνιο πρόβλημα των ονειροπαρμένων της αριστεράς. Μιλούνε για «δίκαιη ανάπτυξη» και «ανακατανομή πλούτου» χωρίς ποτέ να μας λένε πως θα παραχθεί αυτός ο πλούτος που θα μοιράσουν «δίκαια». Το μόνο σωστό που εξαγγέλθηκε ήταν η σύνδεση των αγροτικών επιδοτήσεων με την παραγωγή ώστε να πάψουν να επιδοτούνται οι δήθεν αγρότες. Δυστυχώς χάθηκε μέσα στον βερμπαλισμό, στη χρήση πομπωδών λέξεων και εκφράσεων χωρίς νόημα προς εντυπωσιασμού του ακροατηρίου. Και βεβαίως της αθλιότητας της δημιουργίας μιας κρατικής "αναπτυξιακής" τράπεζας με σκοπό να βολέψουμε κρατικοδίαιτους αργόσχολους, να μοιράσουμε λεφτά σε κρατικοδίαιτους «επιχειρηματίες» που δεν τους δανείζει κανείς, να την χρεοκοπήσουμε, και να στείλουμε τον λογαριασμό στους πολίτες. Το ανέκδοτο, εκεί που ο κάθε στοιχειωδώς σοβαρός άνθρωπος αντί να χειροκροτεί, έπρεπε ή να βάλει τα γέλια ή να οργισθεί, ήταν το αφήγημα ότι δήθεν βγαίνουμε από την κρίση, ότι την αφήσαμε πίσω μας! Το άλλο με τον Τοτό, το ξέρετε;
*Ο κ. Άγγελος Γ. Αγοραστός είναι Διδάκτορας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.