Του Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη
Σε σχέση με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του 2014, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι αυτό εδώ το φετινό «όραμα» που ξεδίπλωσε ο πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη είναι μικρότερο. Πράγματι, η λέξη όραμα έχει τέσσερα γράμματα λιγότερα από τη λέξη πρόγραμμα.
Τα υπόλοιπα γράμματα είναι κοινά. Καθώς και η γενική φιλοσοφία. Ταξική στόχευση, παροχές, επιδόματα, προσλήψεις, προστασία δικαιωμάτων του δημόσιου τομέα, δικαιοσύνη στην ποθούμενη ανάπτυξη.
Ωστόσο, υπάρχει μία διαφορά. Σχεδόν όλες οι εξαγγελίες αφορούν μελλοντικούς χρόνους, στους οποίους θα υπάρχει πιθανότατα μια άλλη κυβέρνηση. Έτσι, για παράδειγμα, οι προσλήψεις νέων δημοσίων υπαλλήλων για τη βοήθεια ηλικιωμένων και νέων εκπαιδευτικών θα χρειαστεί χρόνο, μήνες. Η ελάφρυνση των συντελεστών φορολόγησης των επιχειρήσεων θα είναι σταδιακή, με ορίζοντα τετραετίας. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών θα αφορά μελλοντικά εισοδήματα, αφού μέχρι σήμερα δεν έχουν εκκαθαριστεί οι συμψηφισμοί του ΕΦΚΑ του 2016. Η περικοπή των συντάξεων έχει ανατεθεί στα φιλόξενα χέρια των Ευρωπαίων δανειστών και επιτηρητών μας. Η μείωση του ΦΠΑ τοποθετήθηκε σαν πρόθεση για το 2021. Τέλος, η μείωση του ΕΝΦΙΑ πάει και αυτή για του χρόνου τέτοια εποχή, η πρώτη δόση.
Ακόμη και το νέο γήπεδο του ΠΑΟΚ θα χρειαστεί καμιά πενταετία, στην καλύτερη περίπτωση.
Υπάρχουν βέβαια και παροχές αμέσου αποδόσεως, τα αναδρομικά στους ενστόλους και τους δικαστικούς, κατηγορίες και οι δύο δημοσίων υπαλλήλων, επιδόματα ενοικίου και κοινωνικό μέρισμα, όπως κάθε χρόνο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η όλη λογική του οράματος Θεσσαλονίκης κινείται στον αντίποδα του αντίστοιχου προγράμματος του 2014, αφού επικεντρώνεται σε σκοπούμενη ανακούφιση τμημάτων του πληθυσμού σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο της λυσσασμένης υπερφορολόγησης. Είναι συμβατό το νέο όραμα με το «αναπτυξιακό σχέδιο» της κυβέρνησης, της «δίκαιης» φυσικά, που εμφανίζεται να θέλει επενδύσεις και οικονομική μεγέθυνση. Ωστόσο, τίποτε από τα εξαγγελθέντα, ακόμα και αν ήταν να πραγματοποιηθούν, δεν συμβάλλει σε τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας - απαραίτητος όρος για να ορθοποδήσει η χώρα.
Η λογική της χρησιμοποίησης των υπερπλεονασμάτων για καταναλωτικούς σκοπούς (αναδρομικά, επιδόματα, προσλήψεις) δεν αλλάζει το φθαρμένο μοντέλο ενίσχυσης της ζήτησης («να πέσουν λεφτά στην αγορά») που έχει αποδειχθεί αδιέξοδο για τα δημόσια οικονομικά μας. Η υπερφορολόγηση συνεχίζεται και δεν αποτελεί επαρκές κίνητρο η απλή σταδιακή μείωση των ονομαστικών συντελεστών φόρου των επιχειρήσεων κατά 1% ετησίως. Είναι σαν να προσπαθούμε να σβήσουμε δασική πυρκαγιά με ποτήρια νερό. Το ΕΝΦΙΑ, από την άλλη, δεν πρόκειται να μειωθεί οριζόντια, η εξαγγελία είναι ότι θα αναδιαμορφωθεί υπέρ των «φτωχότερων», πράγμα που μάλλον σημαίνει μεγαλύτερη επιβάρυνση για εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να βγάλουν την αγορά κατασκευών από τη σημερινή κρίση της.
Έτσι το όραμα Θεσσαλονίκης είναι ένα όραμα στασιμότητας. Βήματα σημειωτόν στο σημείο που σήμερα βρισκόμαστε. Αν είναι να το πάρουμε τοις μετρητοίς.
Γιατί το χρονοδιάγραμμά του υπερβαίνει τον βίο της κυβέρνησης. Πράγμα που κάνει το όραμα ένα απλό όνειρο.
Φθινοπωρινής νυκτός.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 11 Σεπτεμβρίου.