Της Αθηνάς Δρέττα*
Καθώς η χώρα «βγήκε» επισήμως από τα μνημόνια και προσπαθεί να εισέλθει σε μια περίοδο κανονικότητας απαλλαγμένη από την οικονομική ανασφάλεια, θα ήταν χρήσιμο να βλέπαμε- αναλυτικά και ψύχραιμα- τα μεγέθη του ασφαλιστικού, η εξέλιξη των οποίων καθόρισε σε μεγάλο βαθμό, τα δημόσια οικονομικά και την πορεία του δημόσιου χρέους την περίοδο πριν και κατά την διάρκεια της κρίσης.
Η απουσία της συζήτησης αυτής και η εσκεμμένη περιχαράκωσή της στο θέμα των επερχόμενων περικοπών, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και μας εγκλωβίζει στρατηγικά, στην ατζέντα της κυβέρνησης. Εξάλλου η επιστροφή στην κανονικότητα έχει πολλαπλές αναγνώσεις.
Η ελληνική κανονικότητα στην κοινωνική ασφάλιση, πριν την κρίση περιελάμβανε αυξανόμενα ανακυκλούμενα ελλείμματα και πελατειακές ρυθμίσεις, ένα αδιαφανές και περίπλοκο σύστημα που οδήγησε σε μεγάλη αύξηση του χρέους και ταυτόχρονα σε ένα ιδιότυπο και τελικά αδύναμο κοινωνικό κράτος.
Ελπίζω ότι στην μεταμνημονιακή κανονικότητα του ασφαλιστικού θα ολοκληρωθούν τα βήματα που έγιναν προς τα εμπρός την περίοδο 2010-2018 και θα διασφαλιστεί η βιωσιμότητα και ο κοινωνικός ρόλος του ασφαλιστικού συστήματος ως τελευταίο καταφύγιο των πιο αδύναμων κοινωνικά στρωμάτων.
Ας δούμε μερικές χρήσιμες παρατηρήσεις:
1. Το ασφαλιστικό πρόβλημα δεν είναι μόνο πρόβλημα αριθμητικό
Είναι πρόβλημα αναπτυξιακό, κοινωνικής συνοχής, διαγενεακό, τελικά φιλοσοφικό. Η απόσυρση από τον ενεργό εργασιακό βίο το 2020 ορίζεται με τελείως διαφορετικό τρόπο από ότι την δεκαετία του 1950 και για αυτό χρειάζεται να ξαναοριστεί.
Οι προσδοκίες, οι δυνατότητες και οι επιλογές είναι σήμερα πολύ περισσότερες για έναν άνθρωπο 65 ετών από τον ίδιο πριν από 40 χρόνια.
Η περίοδος της σύνταξης νοείται καλύτερα ως μετάβαση σε έναν πιο χαλαρό και λιγότερο αγχωτικό τρόπο ζωής, ως ευκαιρία για μια ενδιαφέρουσα στροφή σε προσωπικές και επαγγελματικές αναζητήσεις παρά ως απόσυρση από τον ενεργό βίο.
Οι άνθρωποι δεν οδηγούνται σήμερα στην απόφαση συνταξιοδότησης μόνο με βάση το επάγγελμα ή την ηλικία, ακόμη και το φύλο δεν φαίνεται να παίζει τόσο μεγάλο ρόλο σε αυτήν παρά τις ευνοϊκές ρυθμίσεις.
Ειδικότερα, η πιθανότητα των γυναικών να καταστούν συνταξιούχοι είναι μόλις μία εκατοστιαία μονάδα μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των ανδρών. Αντίθετα η εκπαίδευση επηρεάζει ουσιαστικά την ηλικία συνταξιοδότησης.
Σε σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης, παρατηρείται ότι τα άτομα με υψηλότερα εκπαιδευτικά προσόντα είναι πιο στενά προσδεμένα με την αγορά εργασίας. Επίσης, η εργασία της/του συντρόφου φαίνεται ότι έχει αρνητικό και στατιστικά σημαντικό αντίκτυπο.
Με άλλα λόγια, το να εργάζεται ο ένας σύντροφος ενθαρρύνει και τον άλλο να παραμείνει στην αγορά εργασίας. Η πιθανότητα συνταξιοδότησης των εργαζομένων φαίνεται να επηρεάζεται θετικά από τον βαθμό αστικότητας. Το να κατοικεί κάποιος εργαζόμενος σε μια αγροτική περιοχή μειώνει την πιθανότητα να καταστεί συνταξιούχος και η πιθανότητα αυτή μειώνεται ανάλογα με το μέγεθος της αστικότητας.
2. Το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα ήταν μέχρι το 2010 αυστηρά αναδιανεμητικό
Που σημαίνει ότι οι τωρινοί εργαζόμενοι πληρώνουν για τους τωρινούς συνταξιούχους και γι' αυτό η σχέση εργαζόμενου-συνταξιούχου αποκτά τόσο μεγάλη σημασία.
Οι ασφαλισμένοι νομίζουν ότι ασφαλίζονται με το ανταποδοτικό, δηλαδή ότι οι εισφορές τους, τους περιμένουν ασφαλείς σε κάποιον κρατικό κουμπαρά μέχρι την συνταξιοδότηση. Θέλουν δηλαδή να πληρώνουν μικρότερες εισφορές, χωρίς όμως να ξέρουν ότι αυτές οδηγούν σε χαμηλότερες συντάξεις,αφού δεν εισφέρει ο κρατικός προϋπολογισμός. Μια σύγκριση με τα αντίστοιχα ιδιωτικά ασφαλιστήρια ζωής αρκεί να το αποδείξει.
Οι δε συνταξιούχοι θέλουν να πληρώνονται με το αναδιανεμητικό που εξασφάλιζε μέχρι σήμερα μεγαλύτερες αποδόσεις αφού οι συντάξεις ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητες από τις εισφορές,άμεσα συνδεδεμένες με τον κρατικό προϋπολογισμό και χρηματοδοτούμενες από τις υψηλότερες εισφορές των τωρινών εργαζομένων. Πιστεύουν δηλαδή ότι τα χρήματα που έχουν πληρώσει σωρευτικά αντιστοιχούν σε μεγαλύτερο ύψος σύνταξης κάτι που στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει σύμφωνα με την μελέτη Ματσαγγάνη-Λεβέντη.
Σύμφωνα με την μελέτη η διά βίου αξία των συντάξεων που χορηγήθηκαν το 2008 στη συντριπτική πλειονότητα (συγκεκριμένα το 99,5%) όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ ήταν υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό που αντιστοιχούσε στη συσσωρευμένη αξία των εισφορών που είχαν καταβληθεί. Η μέση αξία της επιπλέον επιδότησης –πάνω και πέρα από το πλήρως ανταποδοτικό ποσό– εκτιμάται κατά μέσο όρο σε 48,8% των διά βίου παροχών σύνταξης, δηλ. €123.932 ανά συνταξιούχο σε τιμές 2015.
Οι σημαντικές περικοπές της περιόδου 2010-2013 περιόρισαν κάπως την υπερανταποδοτικότητα των συντάξεων, χωρίς όμως σε καμμία περίπτωση να την εξαλείψουν. Συγκεκριμένα, μετά τις περικοπές, το 98,5% όσων συνταξιοδοτήθηκαν λόγω γήρατος από το ΙΚΑ το 2008 λαμβάνει σύνταξη υψηλότερη από το ανταποδοτικό ποσό (έναντι 99,5%). Οι περικοπές μείωσαν την αξία της διά βίου επιδότησης σχεδόν στο μισό, σε €63.601 (σε τιμές 2015) κατά μέσο όρο, ποσό που αντιστοιχεί σε 35,0% των δια βίου παροχών σύνταξης.
Αποτελεί καθαρά ευθύνη του πολιτικού συστήματος συνολικά, το γεγονός ότι δεν έχει εξηγήσει ακόμα και σήμερα τι ακριβώς σημαίνει ασφαλιστικό σύστημα για τον καθένα ξεχωριστά, τι μερίδιο του αναλογεί στην δομή ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους και τι ευθύνες φέρει για την χρεοκοπία της χώρας.
3. Όσοι εξαγγέλλουν ως μεταρρύθμιση το σύστημα τριών πυλώνων ίσως δεν γνωρίζουν ότι με το νόμο Λοβέρδου- Κουτρουμάνη και κατόπιν με το νόμο Κατρούγκαλου η χώρα έχει ήδη μια καινούργια ασφαλιστική αρχιτεκτονική.
Πυλώνας Πρώτος: Κύρια σύνταξη- Υποχρεωτική επικουρική σύνταξη
Η κύρια σύνταξη χωρίζεται σε δύο τμήματα ένα αναδιανεμητικό,τη βασική σύνταξη που προέρχεται από τη γενική φορολογία και τον κρατικό προϋπολογισμό ως αποτέλεσμα διαγενεακής αλληλεγγύης και ένα ανταποδοτικό ως αναλογικό αποτέλεσμα των εισφορών που έχει πληρώσει ο εργαζόμενος σε όλη τη διάρκεια του εργασιακού του βίου.
Η επικουρική σύνταξη υπολογίζεται πια με ένα σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης σε ατομικούς λογαριασμούς.Για να το κάνουμε περισσότερο κατανοητό οι εισφορές των εργαζομένων αθροίζονται σε έναν νοητό λογαριασμό, ανατοκίζονται με ένα πραγματικό ποσοστό απόδοσης 2% και αποδίδονται στο τέλος στον συνταξιούχο.
Πυλώνας δεύτερος: Επαγγελματικά ταμεία
Το σύστημα προβλέπει δυνατότητα ίδρυσης επαγγελματικών ταμείων και είναι ευθύνη πια των επαγγελματικών οργανώσεων,των επιμελητηρίων, της ΓΣΕΕ να αρχίσουν να σκέφτονται με σοβαρότητα και προσοχή τη δυνατότητα ύπαρξης μιας πρόσθετης μορφής χρηματοδότησης της περιόδου μετά την απονομή της σύνταξης ειδικά σε κλάδους που μπορούν να σηκώσουν οικονομικά το βάρος. Παρόλα αυτά στο θέμα χρειάζονται πρόσθετες επιβοηθητικές αλλαγές αλλά κυρίως η ωρίμανση του συνδικαλιστικού κινήματος έτσι ώστε να θεωρεί το θέμα της κοινωνικής ασφάλισης κομμάτι της δραστηριότητας του και όχι μόνο πεδίο κομματικής γυμναστικής.
Πυλώνας τρίτος: Ιδιωτική Ασφάλιση
Σε ό,τι αφορά τέλος στην ιδιωτική ασφάλιση,παρά το γεγονός ότι χρειάζεται να συζητήσουμε κάποια πρόσθετα φορολογικά κίνητρα από τη σύγκριση των δηλώσεων παραγωγής ασφαλίστρων του 2016 με τις αντίστοιχες του 2015 προκύπτει ότι οι ασφαλίσεις ζωής ανήλθαν σε 5 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση περίπου 6%.
Ο κόσμος στρέφεται προς την ιδιωτική ασφάλιση δείχνοντας ότι είναι διατεθειμένος να ξοδέψει για την σύνταξή του παρά το γεγονός της οικονομικής κρίσης και ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν ακόμη με πολλά προβλήματα παρά τις πιέσεις των ευρωπαϊκών κανονισμών.
4. Θα άξιζε τον κόπο να δούμε τι μας στοίχισε η στάση Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2010-2017 στο θέμα των συντάξεων. Και σε χρήμα αλλά κυρίως σε ευκαιρία να αλλάξουμε υπόδειγμα.
Σε χρήμα γιατί αν οι αλλαγές δεν είχαν γίνει και υπολογίζαμε την συνταξιοδοτική δαπάνη με βάση το 2009 θα έπρεπε να πληρώνουμε σήμερα περίπου 38-39 δις σε ετήσια βάση. Tα μέτρα περιόρισαν τη δαπάνη στα 25 περίπου δις. ετησίως. Εάν τα μέτρα δεν είχαν ληφθεί η Ελλάδα δεν θα έβγαινε ποτέ από τα μνημόνια. Σε υπόδειγμα, γιατί δεν θα εκτρέφαμε τον Μινώταυρο του λαϊκισμού που τον ταΐζουμε μέχρι σήμερα με τα ψέματα για τις συντάξεις.
5. Το ασφαλιστικό είναι ΚΑΙ πρόβλημα αριθμητικό. Κανένας δεν μπορεί να μιλά για αυτό χωρίς να έχει υπόψη του επαρκή αξιόπιστα και συγκρίσιμα οικονομικά και στατιστικά στοιχεία.
Πολύ περισσότερο το πολιτικό προσωπικό, ειδικά αν δεν θέλουμε να χαθούν οι θυσίες, οι αλλαγές και ο εξορθολογισμός του συστήματος.
Τα κενά κελιά παρουσιάζουν την ανυπαρξία σοβαρών και συγκρίσιμων, αν όχι ταυτόσημων στοιχείων μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων.
α) Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει ακόμη και σήμερα, και παρά τις δημόσιες δεσμεύσεις της υπουργού Εργασίας για την δημοσιοποίηση των στοιχείων, την τριπλή τραγωδία των αριθμών του ασφαλιστικού:
β) Eξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των εκτιμήσεων και των πραγματοποιηθεισών δαπανών. Αν αυτά συνέβαιναν όσο βρισκόμαστε κάτω από τη “μπότα των δανειστών” τι θα συμβεί στην περίοδο της καθαρής εξόδου;
γ) Το σύστημα εξακολουθεί να παραμένει ελλειμματικό παρά τις σωρευτικές μειώσεις στις συντάξεις κατά περίπου 20 δισ. ευρώ συμπεριλαμβανομένων των μειώσεων της τάξεως του 20% από το τρίτο και τέταρτο μνημόνιο.
6. Παρόλα αυτά οι συνταξιοδοτικές δαπάνες ως μέρος του ΑΕΠ εξακολουθούν να παραμένουν εξαιρετικά υψηλές πράγμα που θα μας δημιουργήσει πρόβλημα και στο μέλλον.
Όχι μόνο γιατί έχουμε δεσμευτεί ότι η δαπάνη δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 12,5% μέχρι το 2060 αλλά γιατί κανένας κρατικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να αντέξει συνταξιοδοτική δαπάνη που να φθάνει το 17% του ΑΕΠ.
Δεν μπορεί να υπάρχει ακμαίο ασφαλιστικό σε μια πτωχευμένη χώρα ούτε βέβαια μπορούμε να εξαφανίσουμε τις συντάξεις προσπαθώντας να ισοσκελίσουμε τον κοινωνικό προϋπολογισμό.
Το ασφαλιστικό και η εξέλιξή του είναι άμεσα συνδεδεμένα με το ΑΕΠ και την ανεργία εφόσον αυτά προσδιορίζουν το ύψος των εσόδων από τις ασφαλιστικές εισφορές.
7. Η χώρα βγήκε τυπικά από τα μνημόνια και προσπαθεί την έξοδό της στις διεθνείς αγορές, κάτι για το οποίο πρέπει να είμαστε χαρούμενοι και επιβοηθητικοί. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη λήξη του προγράμματος με τον τρόπο που το ξέραμε μέχρι σήμερα.
Και για αυτό, εκτός από καθαρή πρέπει να είναι και βιώσιμη. Δηλαδή να εκπέμπει σε όλους το μήνυμα ότι στο ασφαλιστικό που αποτελεί μια σταθερή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας, δεν θα ξανακάνουμε τα ίδια λάθη και θα τηρήσουμε τα όρια που εμείς έχουμε βάλει για το σύστημα και τη σχέση του με το ΑΕΠ. Η κυβέρνηση διαφημίζει το μαξιλάρι ρευστότητας για αυτό.
Αλλά τι γίνεται με τις 15-16000 συντάξεις χηρείας που έχουν καθυστερήσει 16-18 μήνες η τις 220.000 εκκρεμείς αιτήσεις που μαζί με τα φετινά ελλείμματα του ΕΦΚΑ φθάνουν τα 2 δισ.ευρώ;
Αν δηλαδή τα 2 από τα 18 περίπου δισ. του μαξιλαριού ρευστότητας που ετοιμάζει η κυβέρνηση αφορά μόνο στο ασφαλιστικό, πόσο ήσυχοι μπορούμε να κοιμόμαστε σε αυτό το μαξιλάρι;
*Η κ. Αθηνά Δρέττα είναι πρώην γ.γ.Κοινωνικών Ασφαλίσεων και πρόεδρος στο Think Tank “Τhe catalyst”