Οκτώ προτάσεις για να είναι χρήσιμη η Συνταγματική Αναθεώρηση

Οκτώ προτάσεις για να είναι χρήσιμη η Συνταγματική Αναθεώρηση

Του Ανδρέα Λοβέρδου

Το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ζήτησε από τρεις βουλευτές και δύο καθηγητές Πανεπιστημίου, μεταξύ των οποίων και από εμένα, τις απόψεις μας για το Σύνταγμα ως Θεμέλιο Δημοκρατίας και Ανάπτυξης: Ελληνικές και Ευρωπαϊκές πρακτικές. Η συμβολή μου επικεντρώθηκε στο θέμα «Σύνταγμα και ανάπτυξη». Δηλαδή, «αναθεώρηση του Συντάγματος και Ανάπτυξη», με το ενδιαφέρον μου να επικεντρώνεται στην επερχόμενη (;) αναθεώρηση. Δημοσιεύω σήμερα στο liberal.gr το συγκεκριμένο κείμενό μου, όχι διότι η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος που ξεκίνησαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ή οι προτάσεις τους έχουν κάποια αξία, αλλά διότι πιστεύω με τρόπο απόλυτο, πως για όποιο θέμα κι αν ανοίγει σήμερα για συζήτηση, το ενδιαφέρον μας πρέπει να επικεντρώνεται στην οικονομική ανάπτυξη και στα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να ενισχυθεί.

Κατ' αρχάς η μεταφορά επιτυχημένων ρυθμίσεων από άλλα Συντάγματα π.χ. το γαλλικό Σύνταγμα του 1958, που κυρώθηκε με αυθεντικό και όχι νόθο δημοψήφισμα ( όπως εδώ τα νόθα δημοψηφίσματα του 1968, 1973 και 2015) είναι μάλλον αδύνατη. Κι αυτό διότι τα Συντάγματα άλλων χωρών αφορούν συγκεκριμένες έννομες τάξεις με τις ιδιαιτερότητες τους. Π.χ. το ισχύον γαλλικό Σύνταγμα αφιερώνει μόνο τρεις διατάξεις για τη Δικαιοσύνη, ενώ για την Διοίκηση οι βασικές ρυθμίσεις προκύπτουν από τέσσερις κεφαλαιώδεις κοινούς νόμους. Και φυσικά από τη νομολογία του Conseil d' Etat και του Conseil Contitutionnel . Αντιθέτως, ως γνωστόν, το δικό μας Σύνταγμα διακρίνεται για την πληθωρικότητα και λεπτομερειακότητα των διατάξεών του για την Διοίκηση και τη Δικαιοσύνη, που αποτελούν τους τομείς τους οποίους πρέπει κυρίως να στοχεύσει η επόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος. Οι λύσεις επομένως που αναζητούνται, πρέπει να εναρμονίζονται με τις ανάγκες της ελληνικής έννομης τάξης.

Μία ακόμη γενική παρατήρηση που θέλω να κάνω, πριν προχωρήσω σε ορισμένες προτάσεις, ενδεικτικές της κατεύθυνσης που πρέπει να έχει η αναθεώρηση, είναι πως πρέπει να αποφευχθεί η άγονη επιστροφή στο παρελθόν. Π.χ. η πρόταση για άμεση επιλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί μια επιλογή επιστροφής στις κακοδαιμονίες του παρελθόντος, δηλαδή τον δυισμό της εκτελεστικής εξουσίας, που αποτέλεσε τη βάση του εθνικού διχασμού του 1915, αλλά και της επικαιροποίησής του το 1965. Αντιθέτως, η επόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος πρέπει να έχει ως στόχο τη διαρκή διευκόλυνση, ή καλύτερα τη μη παρεμπόδιση της ανάπτυξης.

Ζούμε ακόμη σε εποχή ουσιαστικής πτώχευσης. Κι αυτή τη φορά, όπως και στην πτώχευση του 1932 και του 1893, ως κύρια αίτια της οικονομικής κατάρρευσης εντοπίζονται οι δαπάνες για τους εξοπλισμούς, αλλά και η έλλειψη του κράτους που έχουμε ανάγκη και το φορολογικό σύστημα. Πρότασή μου, λοιπόν, είναι η επικέντρωση της αναθεώρησης στους τομείς της Διοίκησης και της Δικαιοσύνης, που σχετίζονται με τους δύο από τους τρεις λόγους της παρούσας, αλλά και των παρελθουσών πτωχεύσεων. Είναι απογοητευτική η διαπίστωση πως είμαστε στον έβδομο χρόνο της κρίσης και η πηγή της οικονομικής μας κακοδαιμονίας δεν έχει προκαλέσει τη δημιουργία ενός ευρέως πολιτικού μετώπου για τις δομικές αλλαγές στη Διοίκηση και τη Δικαιοσύνη. Ίσως, δυστυχώς, πρέπει να επαληθευτεί, ακόμη μία φορά, η τραγική εμπειρία να ενώνονται οι Ελληνίδες και οι Έλληνες μόνο μετά από καταστροφές.


Ορισμένες από τις προτάσεις μου, που έχω ήδη εισηγηθεί να αποτελέσουν και προτάσεις του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης είναι, μεταξύ άλλων, ενδεικτικώς οι εξής:

• Πρώτη και βασική προϋπόθεση της ανάπτυξης είναι η πολιτική σταθερότητα. Πρέπει δηλαδή ο πολιτικός κύκλος να ευνοεί την οικονομία κι αυτό επιτυγχάνεται με την καθιέρωση υποχρεωτικής τετραετούς κοινοβουλευτικής περιόδου. Οι τρόποι να επιτευχθεί αυτό είναι περισσότεροι από ένας. Οφείλουμε να επιλέξουμε αυτόν που θα αναδείξει η συζήτηση στην προτείνουσα, αλλά και την αναθεωρητική Βουλή ως τον καταλληλότερο.

• Καθιέρωση των νόμων αυξημένης τυπικής ισχύος, ή, καλύτερα, αυξημένης πλειοψηφίας. Όπως δηλαδή προβλέπεται σήμερα πως ο εκλογικός νόμος αλλάζει με έναρξη ισχύος την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση μόνο αν ψηφιστεί από 200 βουλευτές, έτσι πρέπει να προβλεφθεί πως ο βασικός φορολογικός νόμος, ή ο νόμος για το εισαγωγικό σύστημα στα Α.Ε.Ι. για να αλλάξουν πρέπει να ψηφίζονται από 180 ή 200 βουλευτές. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να καθιερώσουμε σταθερό φορολογικό σύστημα, τουλάχιστον για τις επενδύσεις,αποφεύγοντας π.χ. τις αδυναμίες που προκαλούνται από τους εφ' άπαξ εκδιδόμενους νόμους, ή, σε αντίθετη κατεύθυνση, από τη συχνή αλλαγή των νόμων, που αποτρέπουν τους επενδυτικούς σχεδιασμούς, αποτελώντας επενδυτικά αντικίνητρα. Την πρότασή μου αυτή, πέραν των εσωκομματικών διαδικασιών του ΠΑ.ΣΟ.Κ., την έχω εκθέσει εν συντομία και στο βιβλίο του Θανάση Διαμαντόπουλου «Θεσμοί: κρίση και ρήξη» (εκδ. Πατάκη, 2016).

• Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Την πρόταση αυτή διατυπώνω, ασκώντας και την αυτοκριτική μου, για την απόρριψή της το 2006, με βάση το συλλογισμό πως είναι δυνατή η συνταγματική καθιέρωση ειδικών νομικών προσώπων, που θα κείνται ανάμεσα στη διάκριση αμιγώς δημοσίων και αμιγώς ιδιωτικών νομικών προσώπων. Πέραν των επιχειρημάτων τα οποία συνηγορούν υπέρ αυτής της πρότασης, που κείνται στο επιστημονικό – εκπαιδευτικό πεδίο, υπάρχουν και τα επιχειρήματα που σχετίζονται με την οικονομία και τις επενδύσεις. Η Κύπρος κατέστησε αυτά τα τελευταία επιχειρήματα απολύτως προφανή.

• Για τη Διοίκηση, αναγκαία είναι η συνταγματική καθιέρωση των αποκλειστικών προθεσμιών, ούτως ώστε οι προθεσμίες που ο νομοθέτης ορίζει ως αποκλειστικές, να μην δύνανται να εκλαμβάνονται από την ίδια τη Διοίκηση ή από τη νομολογία ως ενδεικτικές. Αυτή η συνταγματική αλλαγή θα διευκολύνει την ταχύτητα στην άσκηση διοίκησης, που αποτελεί διακαή πόθο των διοικούμενων και μόνιμη διακήρυξη των πολιτικών κομμάτων.

• Η δυνατότητα στελέχωσης της Διοίκησης πρέπει να αλλάξει: στους ανώτατους βαθμούς της η Διοίκηση πρέπει να καθοδηγείται από στελέχη που θα προέρχονται από την Ελληνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, με μειωμένες τις χρονικές προϋποθέσεις παραμονής σε κατώτερους βαθμούς, αλλά και από τον ιδιωτικό τομέα. Η συγκεκριμένη πρόταση συγκροτεί μία πολύ χρήσιμη διαρθρωτική αλλαγή. Η συνταγματική της πρόβλεψη θα βοηθήσει ιδιαίτερα, διότι θα αποφευχθούν οι σχετικές δικαστικές εμπλοκές.

• Η ίδρυση Δικαστηρίου με αρμοδιότητα τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων και ορισμένων πράξεων της εκτελεστικής εξουσίας είναι απαραίτητη. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε με την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, είτε με τη συγκέντρωση του ελέγχου συνταγματικότητας στις Ολομέλειες του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου.

• Η πρόβλεψη της δυνατότητας πρόσληψης βοηθών δικαστών ορισμένου χρόνου θα βοηθήσει τόσο στην απονομή της Δικαιοσύνης, όσο και στην ταχύτητα της απονομής της. Η συνταγματική πρόβλεψη των βοηθών δικαστών θα διευκολύνει την αποφυγή εμπλοκής του θεσμού αυτού σε πολιτικές ή διοικητικές περιπέτειες.

• Η συνταγματική κατοχύρωση των διαιτητικών δικαστηρίων ή της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης θα διευκολύνει το νομοθετικό εξορθολογισμό των θεσμών αυτών απονομής της Δικαιοσύνης.

Η εμπειρία μου ως Υπουργού στα χρόνια της ουσιαστικής χρεωκοπίας (2009 -2014) με βοήθησε να αντιληφθώ την ανάγκη των συνταγματικών, αλλά και γενικότερα των διαρθρωτικών αλλαγών που έχει ανάγκη η Ελλάδα. Είτε θα αλλάξουμε αμέσως τους όρους άσκησης Διοίκησης και απονομής της Δικαιοσύνης, ή η χώρα και οι πολίτες θα ταλαιπωρούνται, επειδή η ανάπτυξη και η ευημερία θα παρεμποδίζονται από τις λειτουργικές παθογένειες των κρίσιμων αυτών τομέων της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Με τις προτάσεις που καταθέτω, προσπάθησα να καταδείξω τον τρόπο που πρέπει να σκεφτούμε. Κι αν η σημερινή πλειοψηφία της Βουλής επικεντρωθεί και υπερψηφίσει προτάσεις αναθεώρησης του Συντάγματος σε αχρείαστες κατευθύνσεις, είναι προτιμότερο να ακυρώσουμε μια τέτοια αναθεώρηση στην επόμενη Βουλή, αποφεύγοντας να παράσχουμε στις αχρείαστες προτάσεις σ' αυτή την Βουλή το πλεονέκτημα των 180 ψήφων.

Ως Υπουργός υπέστην κυριολεκτικά τα πάνδεινα από τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές, ίσως περισσότερο από κάθε άλλον. Γι'' αυτό δηλώνω, πως δεν έχω καμία διάθεση να τα ξαναυποστώ, εγώ προσωπικώς αλλά και το κόμμα στο οποίο έχω την τιμή να ανήκω, αν δεν κρίνουμε πως θα δοθεί ένας αληθινός αγώνας για τις αλλαγές που έχουν ανάγκη η Ελλάδα και οι πολίτες της. Με άλλες λέξεις, ο ρόλος της αντιπολίτευσης είναι προτιμότερος, στο βαθμό που η νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα έχει αντιληφθεί πως στην κυριολεξία δεν διαθέτει για να προετοιμαστεί ούτε καν τις δεκαπέντε ημέρες που προβλέπονται προκειμένου να καταγραφούν οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, ενόψει ψήφου εμπιστοσύνης. Ή δηλαδή ένας κομματικός σχηματισμός ή ένα εθνικό μέτωπο πολιτικών κομμάτων είναι έτοιμο για άμεση δράση, όταν ο λαός θα του δώσει την εντολή, ή ο ρόλος της αντιπολίτευσης είναι περισσότερο ειλικρινής, αλλά και χρήσιμος για τη χώρα και τους πολίτες.