Της Ελεάνας Χουτέα
Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις στον οικονομικό τομέα, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με εμπορικό αποκλεισμό την Ευρωπαϊκή Ένωση, επικαιροποιείται η συζήτηση γύρω από τη μορφή του οικονομικού-εμπορικού πολέμου. Μια διάσταση αυτού του πολέμου είναι η οικονομική κατασκοπεία.
Τι είναι η οικονομική κατασκοπεία;
Παρακολουθώντας την ανθρώπινη ιστορία διαπιστώνει κανείς πως η οικονομία είναι μια μορφή πολέμου και η ισχύς ανήκει σε αυτόν που την κατάλληλη στιγμή επιτυγχάνει να αποκτήσει, να αναλύσει και να ανασυνθέσει με τη μεγαλύτερη ταχύτητα δεδομένα και πληροφορίες που είναι διαθέσιμα στο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η πληροφορία επιδιώκεται να αποκτηθεί με κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο. Ο τρόπος για να αποκτηθεί αυτή η πληροφορία είναι η οικονομική κατασκοπεία.Ο πρώην διευθυντής της CIA το ξεκαθάρισε «Υπάρχει πλέον μια παγκόσμια αναγνώριση ότι η οικονομική δύναμη είναι το κλειδί για την παγκόσμια επιρροή και δύναμη. Μέσα στην επόμενη δεκαετία θα συνεχίσουμε να βλέπουμε μια αυξανόμενη έμφαση στην οικονομική ανταγωνιστικότητα ως ένα θέμα κατασκοπείας».
Τέσσερις παράγοντες είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτοι στην εξέταση ευκαιριών για την επέκταση της κοινότητας των πληροφοριών στην οικονομική κατασκοπεία.
Πρώτον, η οικονομική κατασκοπεία δεν είναι μια μοναδική δραστηριότητα. Μερικοί βλέπουν την οικονομική κατασκοπεία σαν μια αναλυτική διαδικασία στην οποία τα κενά της γνώσης καλύπτονται και οι αβεβαιότητες διαλευκαίνονται.
Δεύτερον, οι ερωτήσεις οικονομικής κατασκοπείας δεν αυτοπροσδιορίζονται. Είναι επιρρεπείς σε συγκρουόμενες ερμηνείες σχετικά με το τι πρέπει να εξετάσουμε, πώς να μετρήσουμε τι παρατηρείται, ποιες ερωτήσεις πρέπει να ψάξουμε από τις πληροφορίες που συλλέγονται και πώς να τις ερμηνεύσουμε.
Τρίτον, τα ερωτήματα σχετικά με τις πληροφορίες πρέπει να δημιουργούνται παρά να θεωρούνται δεδομένα. Τέταρτον, το πρόβλημα της σύνδεσης των πολιτικών και των αναλυτών, που τόσο συχνά αναφέρεται για λογαριασμό πολιτικών ή στρατιωτικών πληροφοριών, είναι αρκετά ζωντανό στην οικονομική κατασκοπεία.
Η οικονομία αποτελεί θεμέλιο της στρατιωτικής ισχύος και αυτόνομο εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο το γεγονός ότι η ισχύς σήμερα εξαρτάται από την οικονομική δύναμη, θα αντιληφθούμε ότι, ομοίως, η ισχύς των κυβερνήσεων εναποτίθεται στην οικονομική ισχύ των κρατών τους. Επειδή η έννοια της ισχύος σε όλες τις διαστάσεις είναι σχετική, συνεπάγεται ότι η τεχνολογική εξέλιξη επηρεάζει τη σχετική ισχύ ενός κράτους σε σχέση με τα άλλα κράτη. Η τεχνολογία μεταμορφώνει τον κόσμο και ασκεί επιρροή στις σχέσεις μεταξύ των κρατών. Η επίτευξη αυτού του σκοπού, της ισχυροποίησης της οικονομικής θέσης του εκάστοτε κράτους, αποτελεί ζήτημα ιδιαίτερης σημασίας για τις υπηρεσίες πληροφοριών. Το ερώτημα που τέθηκε και συνεχίζει να απασχολεί ακόμα και σήμερα είναι μέχρι ποιο βαθμό μπορούν οι μυστικές υπηρεσίες να χρησιμοποιηθούν προς όφελος των επιχειρήσεων.
Ο ρόλος της τεχνολογίας
Η αλλαγή του κόσμου μας σε μια κοινωνία της πληροφορίας δεν είναι σαν τη Βιομηχανική Επανάσταση. Το νόμισμα της νέας εποχής είναι οι πληροφορίες. Το πρόβλημα δύναμης στη νέα εποχή είναι η δυσκολία συγκέντρωσης, χρήσης και ελέγχου της πληροφορίας. Η κατασκοπεία και η συλλογή πληροφοριών είναι βασικά εργαλεία στα οικονομικά χαρτοφυλάκια πολλών εθνών, τόσο φιλικών όσο και εχθρικών.
Η διάδοση των παγκόσμιων συστημάτων επικοινωνίας και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου, πρόσθεσε ακόμα μια διάσταση στην αυξανόμενη απειλή που δημιουργεί η οικονομική κατασκοπεία. Ένα από τα πιο σημαντικά διεθνή προβλήματα που σχετίζονται με την τεχνολογία αποτελεί η κυβερνοκατασκοπεία και εξίσου δύσκολος ο ορισμός της.
Υπάρχουν δυο σημαντικές τάσεις που σχετίζονται με τη μοντέρνα κυβερνοκατασκοπεία των κρατών, οι οποίες έχουν διαμορφώσει όχι μόνο το τοπίο του κυβερνοχώρου αλλά ακόμα και τη δημόσια αντίληψη σχετικά με την κυβερνοκατασκοπεία και τον πόλεμο. Η πρώτη αναφέρει πως η κυβερνοκατασκοπεία γίνεται όλο και πιο εξελιγμένη, αποτελεσματική και επαγγελματική. Αυτό οδηγεί στη δεύτερη τάση, σύμφωνα με την οποία η κυβερνοκατασκοπεία γίνεται αποδεκτή -ακόμα και προτιμούμενος ως τρόπος πολέμου-, επηρεάζοντας τη φύση της διαμάχης μεταξύ των κρατών χωρίς να αντικαθιστά τα παραδοσιακά μέσα πολέμου. Το γεγονός ότι ένας πραγματικός πόλεμος μεταξύ μεγάλων δυνάμεων στον μοντέρνο κόσμο είναι λιγότερο αποδεκτός κάνει λογική την προτίμηση περισσότερο λανθανουσών στρατηγικών. Η ψηφιακή τεχνολογία επηρεάζει με απροσδόκητους τρόπους την επιλογή νέων στρατηγικών, πρωτίστως μέσω της κυβερνοκατασκοπείας.
Η περίπτωση της Ρωσίας και της Κίνας
Αν και πολλές είναι οι χώρες που διαπράττουν κυβερνοκατασκοπεία, η Ρωσία και η Κίνα είναι αυτές που θεωρούνται οι πιο εξελιγμένοι και αποδοτικοί κυβερνοκατάσκοποι.
Η Κίνα, ένας ακόμα μεγάλος παράγοντας στο παιχνίδι της κυβερνοκατασκοπείας, τα τελευταία χρόνια έχει αυξήσει το ποσοστό χρόνου, πόρων και ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει σχετικά με την κυβερνοκατασκοπεία. Αν και συνήθως είναι δύσκολη η επαλήθευση και επιβεβαίωση της πηγής οποιασδήποτε κυβερνοεπίθεσης, έχει επιβεβαιωθεί πως η Κίνα είναι υπεύθυνη για την επίθεση στα δίκτυα των ΗΠΑ και για την κλοπή δεδομένων ασφαλείας σε πολλές υποθέσεις.
Τελευταίος και εξίσου μεγάλος παράγοντας σήμερα στην κυβερνοκατασκοπεία είναι η Ρωσία. Υπάρχουν υποψίες ότι ο Ρωσικός στρατός έχει στην κατοχή του κυβερνο-όπλα περισσότερο εξελιγμένα από αυτά που έχει η Κίνα. Η Ρωσία, όπως και η Κίνα, έχει ειδικές στρατιωτικές μονάδες που ασχολούνται αποκλειστικά με τον κυβερνοπόλεμο ? χάκερς, τους οποίους στρατολογεί κατευθείαν από το πανεπιστήμιο.
Αποτίμηση
Λαμβάνοντας υπόψη το πόσο σημαντική είναι η εμπιστοσύνη στις διεθνείς σχέσεις και το ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών σχετικά με την προστασία των εθνικών συμφερόντων, οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τις δραστηριότητες της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των ΗΠΑ , γίνεται αντιληπτό πως μια συμμαχία δεν συνεπάγεται τυφλή εμπιστοσύνη. Βάσει των παραπάνω, το φαινόμενο όπου κράτη κατασκοπεύουν φίλους τους, προκειμένου να επεκτείνουν τα δικά τους συμφέροντα δεν είναι καινούριο.
Η προστασία των σημαντικών πληροφοριών ενός κράτους μπορεί να προκύψει από τη συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα εμπίπτει σε αρκετές κατηγορίες δραστηριοτήτων όπως είναι η ανταλλαγή τεχνογνωσίας, η ανταλλαγή πληροφοριών και η εκτέλεση έργων και επιχειρήσεων. Αμφότερα τα μέρη ωφελούνται. Όσον αφορά την κυβέρνηση, στο σημερινό οικονομικά περιορισμένο οικονομικό περιβάλλον, τα οφέλη είναι εμφανή. Το βασικό πλεονέκτημα είναι η πρόσβαση που αποκτά σε εμπειρογνωμοσύνη, ανάλυση, δεξιότητες, προοπτικές και πόρους που δεν είναι πάντα διαθέσιμα στο δημόσιο τομέα. Από την άλλη πλευρά, οργανισμοί και εταιρείες που συνεργάζονται με την κυβέρνηση μπορούν να προωθήσουν τον πατριωτισμό, τη συμμετοχή των πολιτών και να συμβάλλουν στη χρηστή διακυβέρνηση.
Στον αντίποδα των πλεονεκτημάτων υπάρχουν τα εμπόδια για αυτή τη συνεργασία. Τέτοια είναι οι νομικοί και κανονιστικοί περιορισμοί, η απουσία εμπιστοσύνης και η έλλειψη κατάλληλης θεσμοθέτησης των προσπαθειών του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Η έλλειψη εμπιστοσύνης εμφανίζεται και στις δύο πλευρές όταν πρόκειται για τον κλάδο του κυβερνοχώρου. Οι επιφυλάξεις της κυβέρνησης σχετίζονται με τον ιδιωτικό τομέα, καθώς είναι αυτός που κατασκευάζει το λογισμικό και το υλικό που χρειάζεται ο κυβερνοχώρος για να λειτουργήσει. Συνεπώς, οποιεσδήποτε αδυναμίες που θα παρουσιαστούν σε αυτές τις υποδομές, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν είναι διατεθειμένες να τις μοιραστούν με κανέναν, πόσο μάλλον με την κυβέρνηση.
Και τα δύο μέρη είναι καλό να θεωρούν πως ο άλλος θα προστατεύσει τις πληροφορίες και την ιδιωτικότητα εκείνων για τους οποίους είναι υπεύθυνοι. Η εμπιστοσύνη, επομένως, είναι ένα σημαντικό θέμα που πηγάζει μέσα από την ιδιωτικότητα. Τα στελέχη των επιχειρήσεων ανησυχούν σχετικά με την ιδιωτικότητα της επιχείρησής καθώς επίσης και με την ιδιωτικότητα των πελατών και των καταναλωτών τους.
* Το παρόν άρθρο αποτελεί υποενότητα μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας της κα. Χουτέα, φοιτήτρια του προγράμματος «Global Risks and Analytics» του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με τίτλο «Η σημασία της οικονομικής κατασκοπείας στις Διεθνείς Σχέσεις».