Του Δημήτρη Τσιόδρα*
Όσοι απορούν με όσα συμβαίνουν στην κυβέρνηση, πρέπει να έχουν στο νου τους κάτι πολύ απλό: Το πρώτο μέλημα για τους κ.κ. Τσίπρα και Καμμένο είναι η διαχείριση της επερχόμενης ήττας. Ξέρουν και οι δύο ότι θα χάσουν τις εκλογές και κοιτάζουν πώς θα διασωθούν.
O κ. Τσίπρας θέλει να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν υψηλότερο ποσοστό, που θα του επιτρέψει να είναι ο κυρίαρχος πόλος απέναντι στη ΝΔ ώστε να μπορεί κάποια στιγμή να επανέλθει στην εξουσία. Ο κ. Καμμένος βλέπει ότι η ταύτισή του με τον ΣΥΡΙΖΑ κάνει σχεδόν αδύνατη την πολιτική επιβίωσή του. Προσπαθεί λοιπόν όσο μπορεί να διαφοροποιείται, μήπως και διασώσει ένα μέρος από το παλιό ακροατήριό του. Αν δεν συμβεί αυτό, ο ίδιος και μερικοί ακόμη από τους ΑΝΕΛ ίσως βρουν εκλογική στέγη στον ΣΥΡΙΖΑ παρότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο δυσκολεύει το νέο αφήγημα περί “προοδευτικού μετώπου” που θα επιχειρήσει να λανσάρει ο κ. Τσίπρας.
Στη φάση της αποδρομής της η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ όχι μόνο δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ζημιά στη χώρα, αλλά ναρκοθετεί και το έδαφος για την επόμενη κυβέρνηση. Η πιο αναπτυξιακή πρόταση που θα μπορούσε να καταθέσει ο κ. Τσίπρας θα ήταν να δεσμευθεί ότι θα συναινέσει στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 ώστε η χώρα να μην μπει σε εκλογικές περιπέτειες. Η δεύτερη αναπτυξιακή πρόταση θα ήταν να πει ότι ως αντιπολίτευση δεν θα αρχίσει ξανά «να ξηλώνει πεζοδρόμια». Οι δύο δεσμεύσεις, με όση αξιοπιστία μπορεί να έχει οποιαδήποτε δέσμευση του κ. Τσίπρα, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη δημιουργία ενός κλίματος σταθερότητας. Φυσικά ουδείς έχει την αυταπάτη ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να αφήσει όσο το δυνατόν περισσότερα προβλήματα στον Κυρ.Μητσοτάκη ελπίζοντας σε γρήγορη φθορά του. Αδιαφορεί για τις συνέπειες των επιλογών του για τη χώρα.
Επειδή λοιπόν το ζητούμενο είναι η πολιτική σταθερότητα, η επόμενη κυβέρνηση οφείλει να κάνει ό,τι μπορεί για να τη διασφαλίσει. Από τις πρώτες ενέργειες λοιπόν πρέπει να είναι η αλλαγή του εκλογικού νόμου. Φυσικά θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξασφαλίσει πλειοψηφία 200 βουλευτών ώστε ο νέος εκλογικός νόμος να ισχύσει από την αμέσως επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Αλλαγή του εκλογικού νόμου με απλή πλειοψηφία, που είναι το πιο πιθανό, σημαίνει ότι το νέο εκλογικό σύστημα θα ισχύσει από την μεθεπόμενη αναμέτρηση. Άρα αν υποθέσουμε ότι θα οδηγηθούμε σε εκλογές με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, αμέσως μετά πάμε σε εκλογές με απλή αναλογική. Δίχως την συμμετοχή του πρώτου κόμματος, είναι σχεδόν αδύνατον να σχηματίζεται κυβέρνηση και η χώρα θα οδηγηθεί ξανά σε εκλογές αυτή τη φορά με το εκλογικό σύστημα που θα έχει ψηφίσει η νέα Βουλή. Θα προεξοφληθεί λοιπόν ότι η χώρα θα περάσει μια περιπέτεια ενάμιση μήνα, αλλά αμέσως μετά θα έχει σταθερή κυβέρνηση. Όλα τα παραπάνω δεν ισχύουν εφόσον στην επόμενη Βουλή δεν σχηματιστεί πλειοψηφία για την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Τότε το περιβάλλον αβεβαιότητας θα ενισχυθεί αφού η απλή αναλογική θα παραμείνει ως εκλογικό σύστημα και οι οικονομικές συνέπειες θα είναι τραγικές.
Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ φεύγουν έτσι όπως ήρθαν: Λαϊκίζοντας, διχάζοντας, τζογάροντας. Το ερώτημα είναι πώς η χώρα θα επουλώσει τις πληγές της και θα βγει από το τέλμα. Αυτή την απάντηση καλούνται να δώσουν οι δυνάμεις του που θέλουν την Ελλάδα μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, διαμορφώνοντας ευρύτερες συναινέσεις. Οικοδομώντας ένα μεταρρυθμιστικό μέτωπο λογικής.
* Ο κ. Δημήτρης Τσιόδρας είναι δημοσιογράφος, εκπρόσωπος Τύπου του Ποταμιού.