Σαν τους σκύλους του Παυλόφ, που τους χαρακτήριζε η εξαρτημένη απόκριση στο χτύπημα του κουδουνιού, αντέδρασε η ηγετική ομάδα του Σύριζα, στη νέα αυστηροποίηση των μέτρων του lockdown που εξήγγειλε η κυβέρνηση. Οι διορισμοί, τα δωρεάν τεστ και οι επιτάξεις των ιδιωτικών κλινικών, αποτέλεσαν για μια ακόμα φορά το περιεχόμενο νέων δηλώσεων και καταγγελιών.
Φαίνεται λοιπόν, ότι στα γραφεία της πλατείας Κουμουνδούρου έχει παρουσιαστεί μια παρατεταμένη διακοπή ρεύματος, η οποία δεν επιτρέπει στα στελέχη του Σύριζα, να ενημερώνονται μέσω των τηλεοπτικών ειδήσεων και των σελίδων του διαδικτύου, για το τι συμβαίνει στον πλανήτη. Να ενημερώνονται για το τι συμβαίνει σε όλες τις δυτικές χώρες και για τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις σε όλον τον κόσμο, ακολουθούν τα υγειονομικά ευρήματα και ανταποκρίνονται στις οδηγίες των ειδικών.
Φαίνεται λοιπόν ότι δεν γνωρίζουν, ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το άνοιγμα των αγορών εν όψει των Χριστουγέννων που οδήγησε σε μια κατακόρυφη άνοδο των κρουσμάτων, επιβλήθηκε ένα γενικό lockdown. Κάτι που υιοθετήθηκε και στην Ιρλανδία και στην Ιταλία.
Και η Γερμανία βρίσκεται σε γενικό lockdown μέχρι τις 10 Ιανουαρίου, μετά από τη σύμφωνη γνώμη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των κρατιδίων. Η απόφαση ελήφθη με βάση τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το κορυφαίο σύστημα υγείας στον πλανήτη, ως προς την προσφορά των υπηρεσιών του.
Η κυβέρνηση της Αυστρίας, έχει επιβάλει γενικό lockdown από την επομένη των Χριστουγέννων, το οποίο θα διαρκέσει μέχρι την 17η Ιανουαρίου.
H Γαλλία ανέτρεψε τον σχεδιασμό της για την χαλάρωση των μέτρων και επέβαλε σκληρότατους περιορισμούς μετακίνησης, υιοθετώντας και τη νυκτερινή απαγόρευση από τις 8 μ.μ. και μετά. Η Ισπανία οδεύει σε γενικό lockdown, μετά τη επιβολή αντίστοιχων τοπικών, σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Η δε Σουηδία, αφού είδε το μοντέλο της «διαφορετικής» διαχείρισης της πανδημίας να αποτυγχάνει παταγωδώς με 8.000 θύματα, επέβαλε και αυτή σκληρότατα περιοριστικά μέτρα μέχρι την 24η Ιανουαρίου.
Όμως σύμφωνα με την ομάδα της Κουμουνδούρου, για όλα φταίει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το γεγονός ότι στις δυτικές χώρες, ακολουθείται λίγο πολύ, το ίδιο μοντέλο διαχείρισης της κρίσης, φαίνεται ότι δεν γίνεται αντιληπτό από τη αντιπολίτευση. Ένα μοντέλο που προσπαθεί να φέρει μια ισορροπία ανάμεσα στα υγειονομικά και στα οικονομικά δεδομένα.
Φυσικά, καμιά δημοκρατική κυβέρνηση δεν μπορεί να χαίρεται όταν αναγκάζεται από τις περιστάσεις να επιβάλλει περιορισμούς στην ελεύθερη μετακίνηση, στις δουλειές, στην εκπαίδευση και στη διασκέδαση των πολιτών. Ειδικά, όταν πέρα από το ψυχολογικό κόστος, είναι και το οικονομικό κόστος που ανατρέπει τον σχεδιασμό της ζωής των πολιτών.
Είναι προφανές ότι οι αποφάσεις της κυβέρνησης εδράζονται πάνω σε ανησυχητικά στοιχεία και δεδομένα, αλλά και σε δυσοίωνες προβλέψεις. Η ισορροπία ανάμεσα στις υγειονομικές και στις οικονομικές παραμέτρους είναι εύθραυστη. Το ίδιο δύσκολη θα είναι η διαχείριση του εμβολιασμού των πολιτών της χώρας, λόγω της γνωστής βαθιάς ανικανότητας του κρατικού μηχανισμού.
Οι πολίτες ζητούν από την κυβέρνηση λιγότερη επικοινωνία, περισσότερη ουσία και καλύτερα αποτελέσματα. Οι πολίτες ζητούν από την αντιπολίτευση λιγότερες κραυγές, λιγότερες κινήσεις επαναστατικού εντυπωσιασμού και σύμπλευση με την κυβέρνηση απέναντι στον covid-19.
Και είναι απολύτως λογικό, οι πολίτες να στηρίζουν την κυβέρνηση και να αξιολογούν θετικά την διαχείριση της κρίσης, παρά τα όποια λάθη και όποιες καθυστερήσεις έχουν παρουσιαστεί. Διότι φαντάζονται με τρόμο, το τι θα είχε συμβεί, εάν η έκρηξη της πανδημίας έβρισκε στην κυβέρνηση τον Σύριζα και τους Αν.Ελ., την Τράπεζα της Ελλάδος να μοιράζει IOUs και το υπουργείο Υγείας να προσπαθεί να φέρει στη χώρα τα 4 εμβόλια της Κούβας που θα επέτρεπε το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας.
* Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
** Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.