Είναι γνωστό, ότι βασικό μέλημα των πολιτικών από την πρώτη μέρα της εκλογής τους, αποτελεί ο σχεδιασμός της πορείας τους, προς την επανεκλογή τους. Έτσι δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση η στάση της πλειονότητας του πολιτικού προσωπικού της χώρας, απέναντι στο Ευρωπαϊκό πακέτο ανακούφισης και στήριξης.
Μια στάση, που αφ’ ενός παρερμηνεύει το πνεύμα του μεγάλου ταμείου ανάκαμψης και αφ’ ετέρου κλείνει το μάτι σε μια μεγάλη κατηγορία εταιρειών και επιχειρηματιών, που προσβλέπουν στους πόρους αυτού του πακέτου για να σταθούν όρθιοι.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε, ότι όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που έχουν υιοθετηθεί μέχρι στιγμής ή που έχουν εξαγγελθεί για να ξετυλιχτούν μέχρι το τέλος του έτους, σχετίζονται με επιχειρήσεις που έχουν πληγεί σε επίπεδο ρευστότητας και κύκλου εργασιών από τη πανδημία του covid-19 και που δεν ήταν προηγουμένως προβληματικές επιχειρήσεις. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Τόσο τα πακέτα στήριξης, όσο και η φημολογούμενη ίδρυση μια Ευρωπαϊκής Bad Bank, αναφέρονται στις επιχειρήσεις, που παρουσιάζουν προβλήματα λόγω τους covid-19.
Επομένως, το να επικαλείται το πολιτικό προσωπικό, την “ιδιαιτερότητα” του επιχειρηματικού σκηνικού της χώρας μας, φαντάζει μονότονο, βαρετό και αναποτελεσματικό. Επίσης, η προτροπή προς τις τράπεζες να παρεκκλίνουν από τις τυπικές διαδικασίες για την δανειοδότηση των επιχειρήσεων, ουσιαστικά αποτελεί κάλεσμα για την δημιουργία ενός νέου κύκλου προβληματικών δανείων. Ενός κύκλου, που θα οδηγήσει το τραπεζικό σύστημα που προσπαθεί να ξαναμπεί με δυσκολία σε τροχιά ανάπτυξης, σε μια ιδιαίτερα επισφαλή κατεύθυνση.
Έτσι διαβάσαμε πολιτικούς να υποστηρίζουν, ότι οι ελληνικές εταιρείες κρίνονται λανθασμένα ως προβληματικές σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς όρους και κανονισμούς, επειδή έχουν μια αρνητική εικόνα της σχέσης ιδίων προς ξένα κεφάλαια. Διαβάσαμε και άλλους να υποστηρίζουν ακόμα, ότι οι τράπεζες πρέπει να προσφέρουν αφειδώς δάνεια και χρηματοδοτήσεις, διότι υπάρχουν από πίσω τους οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου. Και δεν αναφερόμαστε σε πολιτικούς της αντιπολίτευσης, που είναι βουτηγμένοι μέσα στη νοοτροπία του λεφτόδενδρου. Αλλά για πολιτικούς που πιστεύουν στην οικονομική ελευθερία και στον υγιή ανταγωνισμό.
Η διεκδίκηση της ένταξης στο σχήμα των κρατικών ενισχύσεων, ακόμα και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων μέχρι 250 εργαζομένους, που είτε έχουν χάσει το μισό των ιδίων κεφαλαίων τους, είτε έχουν υποβάλει αίτημα για πτώχευση και προστασία από τους πιστωτές τους, χαιρετίστηκε ωσάν να επρόκειτο περί θριάμβου. Ενώ στην ουσία, μιλάμε για πεταμένα χρήματα. Το να επιδοτείς εταιρείες οι οποίες δεν ήταν βιώσιμες προ covid-19, με τη λογική ότι θα σταθούν στα πόδια τους στη μετά covid-19 εποχή, είναι παράδοξο από μόνο του. Ειδικά, όταν ουδείς γνωρίζει το πότε θα έρθει το δεύτερο κύμα, το πότε θα επανέλθει η κανονικότητα στον τουρισμό, στις μετακινήσεις, στα εισοδήματα, στις καταναλωτικές συνήθειες και στις παραγωγικές διαδικασίες, πως είναι δυνατόν να ελπίζουμε στη νεκρανάσταση επιχειρήσεων;
Η αντίληψη ότι το μέλλον των προβληματικών επιχειρήσεων είναι φωτεινό, ίσως να εδράζεται στα πρώτα χρόνια της πασοκικής διακυβέρνησης, όταν είχε ιδρυθεί ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, σε μια προσπάθεια να σωθούν οι προβληματικές εταιρείες. Η εμπειρία έδειξε ακριβώς το αντίθετο. Ότι δηλαδή οι κρατικές επιδοτήσεις μπορούν να δώσουν κάποιες τεχνητές αναπνοές, όμως το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο.
Και τελικά τα θύματα, δεν θα είναι μόνο οι ίδιες οι προβληματικές εταιρείες, αλλά ολόκληρο το επιχειρηματικό οικοσύστημα που θα λειτουργεί μέσα σε συνθήκες αθέμιτου και στρεβλού ανταγωνισμού. Με αποτέλεσμα να βρεθούν εκτός αγοράς και εταιρίες, που δεν είχαν κανένα πρόβλημα προ της πανδημίας. Θύματα θα είναι και οι Έλληνες φορολογούμενοι, που θα κληθούν να καλύψουν τις εγγυήσεις, που θα καταπέσουν στα χέρια των τραπεζών.
Έχει νόημα η κυβέρνηση να ενισχύσει με κρατικό χρήμα τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις; Έχει νόημα να εγγυάται το Ελληνικό Δημόσιο χρηματοδοτήσεις προβληματικών επιχειρήσεων, όταν δεν είναι ορατό ούτε το μέλλον της νέας αγοράς, των νέων τάσεων και των νέων δεδομένων, που μεταβάλλονται ραγδαία; Μήπως έτσι αφαιρεθούν πόροι από τη χρηματοδότηση εταιρειών, που μπορούν να παράγουν ανταγωνιστικά και εξαγώγιμα προϊόντα;
Εκτιμούμε, ότι δίπλα στο ιερό λεφτόδενδρο, εξακολουθεί να στέκεται όρθιο και το δένδρο των προβληματικών επιχειρήσεων. Ένα δένδρο, που με νύχια και δόντια, το πολιτικό προσωπικό θέλει να κρατήσει όρθιο κι ας μην παράγει καρπούς. Κι ας μην επιτρέπει να αναπτυχθούν νέα δένδρα τριγύρω του. Καλά κάνουν για τον εαυτό τους οι βουλευτές που στέκονται στο πλάι των προβληματικών επιχειρήσεων. Ίσως έτσι, να αλιεύουν ψήφους. Ίσως, έτσι, να δείχνουν το κοινωνικό τους πρόσωπο. Όμως στο τέλος της ημέρας, θα υπάρξει κατάταξη των πολιτικών που στέκονται στο πλευρό της κυβέρνησης, όχι μόνο στην προσπάθεια διάσωσης της οικονομίας από τον covid-19, αλλά και στον σχεδιασμό του νέου μοντέλο ανάπτυξης, από το οποίο πρέπει να απουσιάζει ο κρατισμός και οι εγγυήσεις με τα λεφτά των φορολογουμένων.
Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε σε αυτήν την χώρα, ότι παράλληλα με τις επιχειρήσεις που μεγαλουργούν και πετυχαίνουν, υπάρχουν άλλες τόσες που πτωχεύουν και κλείνουν. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Αλλιώς να το κάνουμε Σοβιετία και να τελειώνουμε.