Του Γιάννη Μανώλη*
Το θεσμικό πρόβλημα της χώρας κρύβεται στις λεπτομέρειες. Η ασάφεια των κανόνων και οι επικαλύψεις έχουν διαμορφώσει ένα αποτρεπτικό πλαίσιο για επενδύσεις, το οποίο διαμορφώνει παράλληλα κίνητρα για “γρηγορόσημα” και παραβιάσεις. Η πολυνομία έχει καταστήσει το πλέγμα θεσμών δυσλειτουργικό, με αποτέλεσμα η νομοθεσία να παράγει τα αντίθετα από τον σκοπό της αποτελέσματα.
Τις συγκεκριμένες δυσλειτουργίες τις συναντάμε σε καθημερινή βάση σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας. Πριν λίγες μέρες, βρέθηκα σε μια αγροτουριστική μονάδα στη Βόρεια Εύβοια, όπου ο ιδιοκτήτης μου περιέγραψε τον Γολγοθά που πρέπει να ανέβει προκειμένου να λειτουργήσει στο πλαίσιο της νομιμότητας.
«Έχω επιδοτηθεί από την ΕΕ και το Ελληνικό Κράτος για να προσφέρω στους πελάτες μου αγνά προϊόντα από το κτήμα, αλλά επί της ουσίας το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο δεν μου επιτρέπει να κάνω αυτό για το οποίο έχω πάρει επιδότηση», μου είπε. Τον ρώτησα να μου πει τι εννοεί και μου απάντησε: «Για παράδειγμα, θέλω να ψήσω ψωμί στον παραδοσιακό φούρνο και να το προσφέρω στο πρωινό. Δεν μπορώ να το κάνω, γιατί χρειάζεται να έχω άδεια αρτοποιού. Πηγαίνω στην αρμόδια διεύθυνση, τους εξηγώ ότι δεν θέλω να ανοίξω φούρνο για να πουλήσω ψωμί παρά μόνο να το προσφέρω στους πελάτες μου και μου λένε ότι ο νόμος είναι ξεκάθαρος». Ο νόμος σίγουρα είναι ξεκάθαρος, αλλά δεν παύει να είναι μη λειτουργικός. Ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας έχει δύο επιλογές: είτε να σταματήσει να καλλιεργεί σιτάρι και να προμηθεύετε όλο το ψωμί από τον φούρνο της γειτονιάς είτε να αγνοήσει την νομοθεσία και να προσφέρει στους πελάτες του ζυμωτό ψωμί από τον φούρνο του.
Φεύγοντας από την μονάδα την επόμενη μέρα, του ζήτησα να αγοράσω δύο βαζάκια μαρμελάδα που την φτιάχνει ο ίδιος με φρούτα από το αγρόκτημα του. Τις είχα δοκιμάσει στο πρωινό και ήταν πράγματι εξαιρετικής ποιότητας. «Κάτσε να σου πω τι παίζει με τις μαρμελάδες και τα άλλα προϊόντα που παράγω στο κτήμα», μου λέει. «Για να μπορέσω να τα πουλήσω νόμιμα πρέπει να βγάλω άδεια υγειονομικού ενδιαφέροντος. Δηλαδή, να ανοίξω μαγαζί με όλες τις προδιαγραφές εντός της μονάδας. Τους λέω ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, καθώς δεν διαθέτω επαρκή χώρο και μου λένε πάλι ότι ο νόμος είναι ξεκάθαρος». Και σε αυτήν την περίπτωση, ο επιχειρηματίας έχει δύο επιλογές: είτε να πουλήσει τα προϊόντα του παράνομα είτε να σταματήσει να φτιάχνει μαρμελάδες και να βάλει στην επιχείρηση του αυτές του εμπορίου.
Κάπως έτσι, ο ρυθμιστικός πληθωρισμός και οι “χάρτινες” διαδικασίες ανάγκασαν τους Έλληνες παραγωγούς να αφήσουν τα χωράφια τους και τους επιχειρηματίες να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία, βέβαια, ότι οι υγειονομικές διατάξεις αποσκοπούν στο να διασφαλίσουν την δημόσια υγεία και πρέπει να τηρούνται. Ωστόσο, απουσιάζει η προβλεψιμότητα και η ευελιξία που θα επιτρέπει σε μικρές μονάδες να μπορούν και αυτές να πουλούν προϊόντα. Οι μεγάλες τουριστικές μονάδες έχουν τους απαραίτητους χώρους, ώστε να ανοίξουν κατάστημα πώλησης τοπικών προϊόντων εντός του καταλύματος. Οι μικρές μονάδες στερούνται των απαραίτητων χώρων. Θα μπορούσαν κάλλιστα να φτιάξουν μια βιτρίνα ή έναν πάγκο στο χώρο της υποδοχής και να διαθέτουν εκεί προϊόντα. Η νομοθεσία δεν προβλέπει κάτι τέτοιο.
Το αδειοδοτικό καθεστώς θα πρέπει να αλλάξει φιλοσοφία: από τον ex ante γραφειοκρατικό έλεγχο των διαδικασιών θα πρέπει να μετακινηθεί στην ex post επιτήρηση της λειτουργίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δοθεί βάρος στον έλεγχο της λειτουργίας και όχι στις “χάρτινες” διαδικασίες. Η διοίκηση πρέπει να θεσπίσει πρότυπες δεσμεύσεις τις οποίες θα αποδέχεται ο επενδυτής με την υπογραφή δήλωσης συμμόρφωσης, να μπορεί να ανοίξει τάχιστα την επιχείρηση του και εν συνεχεία να έρχονται οι ελεγκτικές αρχές να ελέγχουν αν πράγματι τηρούνται οι δεσμεύσεις που υπέγραψε ο επιχειρηματίας. Να επεκταθεί, δηλαδή, και στις υγειονομικές διατάξεις η φιλοσοφία της μεταρρύθμισης για την περιβαλλοντική αδειοδότηση που έφερε ο Ν. 4014/2011.
Η χώρα μας διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα στους τομείς του τουρισμού, του πολιτισμού και της αγροδιατροφής. Χρειάζεται, βέβαια, να προχωρήσουμε στις απαραίτητες αλλαγές, ώστε να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες. Αν ξεκινήσουμε από τα απλά για να βάλουμε τάξη στο νομοθετικό αρχιπέλαγος που διέπει την λειτουργία των επιχειρήσεων, μπορούμε να δώσουμε ώθηση στις επενδύσεις, να αυξήσουμε τα έσοδα από τον τουρισμό και να βελτιώσουμε την αποδοτικότητα της ελληνικής γης.
* Ο κ. Γιάννης Μανώλης είναι Δρ Πολιτικών Επιστημών, πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, που έχει περάσει από τη διαδικασία του Μητρώου Πολιτικών Στελεχών. Παράλληλα, είναι καλλιεργητής ροδιού στην Εύβοια.