Στιγμιότυπο πρώτο (2020): Πανεπιστημιακός, μάλλον καταρτισμένος σε ένα απαιτητικό αντικείμενο, ρίχνει μια ματιά στις χρηματιστηριακές αξίες που καταρρέουν και αποφαίνεται: «Θα το έχουν βρει (το εμβόλιο) αλλά το κρατάνε, ασφαλώς, οι μπαγάσες, μέχρι να γίνει η δουλειά τους»! «Ποιοι;», ρωτώ αφελώς. «Αυτοί που θα θησαυρίσουν», απαντά.
Στιγμιότυπο δεύτερο (2015): Ταμίας σε σούπερ μάρκετ, πιθανόν μέσης εκπαίδευσης, χρόνια σε μια δουλειά που απαιτεί εγρήγορση για αρκετές ώρες ορθοστασίας. «Ακούς εκεί να δώσει τόσα χρήματα στην καφετζού για να της λέει αυτά που ήθελε να ακούσει», εξανίσταται η αμέσως προπορευόμενη πελάτισσα. «Γιατί απορείτε, κυρία μου», παρεμβαίνω. «Εδώ εκατομμύρια συμπολίτες μας πιστεύουν ότι μας ψεκάζουν». «Εννοείτε, κύριε», λέει εμφανώς έκπληκτη η ταμίας, «ότι δεν μας ψεκάζουν»;
Στιγμιότυπο τρίτο (1988): «Πώς περνάτε, μαμά», ρωτώ από το Λονδίνο όπου σπούδαζα τότε. «Καλά είμαστε παιδί μου, μετά τη χθεσινή ταραχή», απαντά η μαμά. «Μα ποια ταραχή;», ρωτώ. «Να, περάσαμε τη νύχτα στο αυτοκίνητο», απαντά. Ο λόγος; Είχε κυκλοφορήσει στη Θεσσαλονίκη η επίμονη φήμη ότι επίκειται επίσκεψη του Εγκέλαδου, ακριβώς στη δέκατη επέτειο από τον μεγάλο σεισμό του 1978. Οι γονείς μου και χιλιάδες άλλοι κατέβηκαν στον δρόμο, κάτι μου λέει όμως πως υπήρχε κάποιος που μόλις είχε κερδίσει ένα μεγάλο στοίχημα.
Πράγματι, και η πιο απίθανη φήμη μπορεί να γίνει πιστευτή και να οδηγήσει πλήθος ανθρώπων σε συμπεριφορές από απλώς φαιδρές έως και επικίνδυνες, αλλά εξηγήσιμες. Ας θυμηθούμε το ακούσιο κατόρθωμα του Όρσον Γουέλς (το μακρινό 1938), ο οποίος, ως εκφωνητής ραδιοφωνικής εκπομπής μυθοπλασίας, ώθησε χιλιάδες Αμερικανούς να πάρουν τους δρόμους διότι άκουσαν ότι η χώρα τους δεχόταν εισβολή …Αρειανών!
Όταν κάποιος ρωτήθηκε γιατί έδωσε βάση σε μια τόσο εξωφρενική φήμη, απάντησε: «Κι εμένα μου φάνηκε εξωφρενική, αλλά για σκεφτείτε, αν μία στο εκατομμύριο έβγαινε αληθινή;»
Οι περισσότεροι συνάνθρωποί μας ενστικτωδώς συντάσσονται με το πλήθος και όχι με τη λογική. Ιδίως μπροστά στα δύσκολα, οπότε γινόμαστε πιο ευάλωτοι σε θεωρίες συνωμοσίας. Τότε είναι που «οι κριτικές μας ικανότητες συντρίβονται από την επέλαση της υπόσχεσης και της ελπίδας που προσφέρονται ως ανακούφιση για τα μεγάλα άγχη της ζωής».
Οι θεωρίες συνωμοσίας ανταποκρίνονται στη βαθιά ριζωμένη ανθρώπινη ανάγκη για βεβαιότητα. Απλές όπως και η θρησκευτική πίστη, δεν κουράζουν το μυαλό και ερμηνεύουν τα πάντα, ακόμα και το νόημα της ζωής. Κυρίως προσφέρουν παρηγοριά και άμεση ικανοποίηση, ιδίως όταν σού υποδεικνύουν τον φταίχτη για τα βάσανά σου.
Αντίθετα, ο επιστημονικός λόγος δεν τα πάει καλά με τις γενικεύσεις και τις βεβαιότητες. Βασισμένος στην επαλήθευση, αφήνει πάντοτε ένα περιθώριο λάθους. Πώς, λοιπόν, ο επιστήμονας να συναγωνιστεί τον ιεροκήρυκα και τον προφήτη; Το καθήκον του πρώτου είναι να αμφιβάλλει και να θέτει ερωτήματα. Η αποστολή του δεύτερου είναι, από τα ίδια δεδομένα, να βγάζει ό,τι συμπεράσματα ο ίδιος επιθυμεί – χωρίς, μάλιστα, να αισθάνεται την ανάγκη να αποδείξει ο,τιδήποτε.
Κλασική είναι η διαλεκτική τακτική των πιστών στις θεωρίες συνωμοσίας: αντιστρέφουν το βάρος της απόδειξης. Παραδείγματος χάριν:
«Απόδειξε ότι δεν μάς κρύβουν την αλήθεια για τον κορωνοϊό (π.χ. ότι δεν ξεπήδησε από εργαστήρια βιολογικού πολέμου ή ότι επίτηδες δεν κυκλοφορεί το δήθεν ανακαλυφθέν εμβόλιο).
«Απόδειξε ότι οι Εβραίοι εργαζόμενοι στους Δίδυμους Πύργους δεν ειδοποιήθηκαν να μείνουν σπίτι τους την παραμονή της 11.11.2001».
«Απόδειξε ότι μια κλειστή ομάδα Χ δεν κυβερνά τον κόσμο».
Μάταιο να αντιτάξεις ότι όποιος λέει πως κάτι συνέβη ή υπάρχει, εκείνος φέρει και το βάρος να αποδείξει τον ισχυρισμό του.
Σήμερα, ζούμε μια σπάνια σε ένταση κρίση πανικού με παγκόσμιες διαστάσεις και επιπτώσεις, την οποία προκάλεσε όχι το πέταγμα μιας πεταλούδας αλλά μάλλον μια ανθυγιεινή διατροφική επιλογή στην (όχι πλέον μακρινή) Κίνα.
Σε παλαιότερες εποχές, οι θεωρίες συνωμοσίας που αντανακλαστικά ξεπηδούσαν σε παρόμοιες καταστάσεις είχαν θανάσιμα αποτελέσματα (π.χ. καύση μαγισσών, διωγμοί «αιρετικών» και Εβραίων, κατά τη μακρά δοκιμασία του «Μαύρου Θανάτου»). Σήμερα θέλουμε να πιστεύουμε ότι υπάρχουν μηχανισμοί για να προλαμβάνουν και να αποτρέπουν αν όχι την πανδημία, τουλάχιστον τις απονενοημένες αντιδράσεις που μεγεθύνουν το κακό.
Βέβαια, σήμερα, οι κυβερνήσεις, που πληρώνονται για να εγγυώνται τη ζωή, την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών, έχουν να αντιμετωπίσουν τους κάθε λογής κάπηλους του φόβου, οι οποίοι βρίσκουν την ευκαιρία να διασπείρουν το μήνυμά τους ακαριαία, χάρη στα μέσα που παρέχει η τεχνολογία.
Οι κυβερνήσεις καλούνται λοιπόν να δώσουν μια διπλή μάχη: Αφενός, να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία αποτελεσματικά· αφετέρου, να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο πανικού, τον οποίον υποδαυλίζουν οι τσαρλατάνοι. Η συνταγή είναι μία: ψυχραιμία, υπεύθυνη ενημέρωση και σοβαρότητα. Κι αν οπωσδήποτε χρειαζόμαστε κάτι ελπιδοφόρο, προτείνω μια βάσιμη πρόγνωση: «Κι αυτό θα περάσει»!
Υ/Γ: Με αφορμή την απείθεια ομάδων πολιτών, οι οποίοι, με τις πλάτες των τοπικών αρχών σε τρεις-τέσσερις πόλεις αψήφησαν την απόφαση για ματαίωση των μαζικών καρναβαλικών εκδηλώσεων: Με τη δημόσια υγεία δεν παίζουμε, κανένα μέτρο για την προστασία της δεν είναι ακραίο, και πρέπει να γίνεται σεβαστό άνευ ετέρου.