Του Τάσου Ι. Αβραντίνη
Ρίγη ανησυχίας διαπερνούν, όποιον μελετά τα συγκριτικά δεδομένα των δαπανών κοινωνικής προστασίας ανά κράτος μέλος της Ε.Ε. με βάση τα επίσημα δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat. Η δαπάνη για συντάξεις αγγίζει σήμερα το 40% του συνόλου των κοινωνικών δαπανών. Η δαπάνη για την υγεία φθάνει το 32%. Επιπλέον θα πρέπει να συνεκτιμηθούν, αφενός η δημογραφική γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού, η οποία -σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- θα αυξήσει περαιτέρω τις δαπάνες για συντάξεις και υγεία αφετέρου η διαρκώς μειούμενη συμμετοχή της Ε.Ε. στη δημιουργία του παγκόσμιου πλούτου και στην παγκόσμια κατανάλωση.
Καθώς ο πληθυσμός της Ε.Ε. από το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού που είναι σήμερα σε είκοσι χρόνια θα είναι μόλις το 4%, υπολογίζεται ότι, εάν δεν υπάρξουν ριζικές μεταρρυθμίσεις στην αρχιτεκτονική του συνταξιοδοτικού συστήματος και των θεσμών του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, οι δαπάνες υγείας και συντάξεων θα υπονομεύσουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της γηραιάς ηπείρου και θα αποτελέσουν ωρολογιακή βόμβα για τα δημόσια οικονομικά της.
Για το 2019 ο λόγος συνταξιοδοτικής δαπάνης προς ΑΕΠ θα ανέρχεται στην Ε.Ε. στο θηριώδες 12,9%. Στην Ελλάδα θα αγγίξει το 14,2% (χωρίς να υπολογίζει κανείς τις επιπτώσεις των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες θα εκτοξεύσουν το ποσοστό στο 17% του ΑΕΠ). Ο δείκτης αυτός είναι κρίσιμος στη μέτρηση της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας. Οι πολιτικές επιπτώσεις θα είναι περισσότερο δυσάρεστες· οι νέοι εργαζόμενοι και οι φορολογούμενοι αργά ή γρήγορα θα εξεγερθούν και θα αρνηθούν να συντηρούν με το προϊόν του μόχθου τους ένα πατερναλιστικό κράτος, όχι πρόνοιας αλλά εύνοιας ειδικών και -εδώ και δεκαετίες- καλά οργανωμένων συμφερόντων. Επιπλέον θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο τα πολιτικά άκρα (κυρίως η ευρωσκεπτικιστική ακροδεξιά) και θα υπονομευθεί -εάν δεν ματαιωθεί- η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Είναι αλήθεια, ότι κάποια ευρωπαϊκά κράτη προνοούν ήδη για το μέλλον τους. Στο συνταξιοδοτικό επιλέγουν ένα σύστημα τριών πυλώνων, όπου επιχειρείται σύνθεση του διανεμητικού με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Ακόμη και στο διανεμητικό σκέλος άλλες χώρες, όπως λ.χ. η Κύπρος, έχουν ήδη θεσμοθετήσει την αρχή της ανταποδοτικότητας καθώς επίσης και αυτόματους μηχανισμούς προσαρμογής των ορίων συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο της ζωής.
Παρόλα αυτά ακόμη και σήμερα οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της Ε.Ε. δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει «δωρεάν γεύμα» και ότι η κρατικοποιημένη, υπερσυγκεντρωτική και γραφειοκρατική κοινωνική πρόνοια είναι ήδη «νεκρή». Δεν αντιλαμβάνονται επίσης ότι με το να επιδοτούν χωρίς μέτρο την κοινωνική πολιτική δημιουργούν απεριόριστη «ζήτηση κοινωνικής πολιτικής», η οποία σε συνδυασμό με τους περιορισμένους πόρους οδηγεί κάθε σύστημα σε αδιέξοδο.
Είναι σαφές πλέον από τα επίσημα στοιχεία ότι το σημερινό ευρωπαϊκό μοντέλο πρόνοιας δεν είναι διατηρήσιμο. Στην εποχή που έρχεται οι φιλελεύθεροι πρέπει να πρωτοστατήσουν όχι στην κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής αλλά στην αποκρατικοποίησή της. Το αποκρατικοποιημένο κοινωνικό σύστημα θα έπρεπε να προσομοιάζει με την οικονομία της αγοράς και να βασίζεται στις αρχές του ανταγωνισμού και της ελεύθερης επιλογής, όπου το κράτος δεν επιδοτεί τον παραγωγό αλλά τον καταναλωτή των υπηρεσιών πρόνοιας.
Η φιλελεύθερη προσέγγιση για τις συντάξεις, την υγεία, την περίθαλψη δεν είναι μονοσήμαντη αλλά είναι μονόδρομος, ώστε να υπάρξει αλληλεγγύη για όσους έχουν ανάγκη χωρίς διαγενεαλογικές συγκρούσεις και γραφειοκρατίες-μεσάζοντες, λογοδοσία για τα χρήματα των φορολογουμένων και αποτελεσματικότητα χωρίς υπονόμευση της οικονομίας.
Το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα κριθεί από την τόλμη να απαγκιστρωθεί από τον μοιραίο και αδιέξοδο κρατισμό δεκαετιών.