Όταν σπάει το κλίμα, ανοίγουν στόματα και απελευθερώνονται φωνές. Καταστάσεις καταχωνιασμένες στα βάθη της ψυχής γυναικών έρχονται στην επιφάνεια, παρασέρνοντας τους θύτες και αποκαλύπτοντας τις συμπεριφορές τους. Λίγο-πολύ όλοι υποψιαζόμασταν πως σε συγκεκριμένους χώρους η διαδικασία ανάδειξης εμπεριείχε και την σεξουαλική παρενόχληση σε όλες τις διαβαθμίσεις της, αλλά πολύ λίγοι φαντάζονταν το εύρος του προβλήματος. Και να σκεφτούμε πως ακόμα βρισκόμαστε στην αρχή αυτών των αποκαλύψεων.
Πριν από λίγες ημέρες ( 24.1.2021) έγραφα στην «Καθημερινή της Κυριακής»: «πόσο ζωώδης είναι η συμπεριφορά όταν εκμεταλλεύεται σεξουαλικά μια δεδομένη σχέση εξάρτησης;». Δηλαδή θεωρώ πως για να υπάρχει σεξουαλική παρενόχληση θα πρέπει να υπάρχει μια σχέση εξάρτησης. Μια εξουσιαστική σχέση που ορίζει την αήθη συμπεριφορά του θύτη και τα περιθώρια αντίστασης του θύματος.
Τι γίνεται όμως όταν δεν υπάρχει σεξουαλική παρενόχληση, αλλά συμπεριφορά που υπαγορεύεται από την άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος, σε μια έντονη φραστική μορφή; Δικαιολογείται μια παρατήρηση, μια έντονη υπόδειξη, μια κριτική που συνοδεύεται και από την ένταση της στιγμής-κάτι που πολύ συχνά συμβαίνει στους εργασιακούς χώρους-να στοιχειοθετήσει την κατηγορία της προσβολής της προσωπικότητας; Θα μου απαντήσει ο αναγνώστης πως αν αυτού του είδους η επιθετική κριτική είναι επαναλαμβανόμενη, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Το επισημαίνω αυτό γιατί τις τελευταίες ημέρες είδαν το φως της δημοσιότητας καταγγελίες που αφορούν τον τρόπο που ασκεί το διευθυντικό του δικαίωμα ο σκηνοθέτης, δίνοντας μια διάσταση υπερβολής στο #metoo. Νομίζω πως οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε πως διευθυντικό δικαίωμα χωρίς στιγμιαίες εκρήξεις, χωρίς έντονες υποδείξεις, δεν μπορεί να ασκηθεί όχι μόνον στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά παντού. Παραπέμπω τον αναγνώστη στην ταινία του Φ. Φελίνι «Πρόβα ορχήστρας», που είναι «μια αλληγορία για την εξουσία του δημιουργού», άνευ της οποίας το σύστημα καταρρέει. Συνεπώς, καλόν είναι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν μπαίνουμε στην γκρίζα περιοχή του διευθυντικού δικαιώματος σε σχέση με το # me too.
Η δεύτερη γκρίζα περιοχή αφορά αυτό που γενιές ολόκληρες αποκαλούν φλερτ. Να ξεκαθαρίσω, ευθύς εξ αρχής, πως το φλερτ δεν είναι συναινετικό. Εκδηλώνεται μονομερώς και είναι δηλωτικό της επιθυμίας σύναψης ερωτικής σχέσης. Πρόκειται περί πολιορκίας, που μπορεί να λάβει έντονα χαρακτηριστικά. Στο επόμενο όμως βήμα απαιτείται συναίνεση. Στην αποδοχή του φλερτ, δηλαδή στην σύναψη της σχέσης, που είναι η μια εκδοχή κατάληξης της πολιορκίας. Γιατί υπάρχει και η άλλη, που είναι η απόρριψη. Και ως γνωστόν οι τολμητίες θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα. Να κατανοήσουν πως και η αποτυχία στην σύναψη μιας σχέσης είναι μέρος του ερωτικού παιχνιδιού που θέλησαν να παίξουν. Μπορεί να προκαλεί απογοήτευση και πίκρα, μπορεί και θυμό, όμως η πολιορκία θεωρείται λήξασα. Και η/ο πολιορκούμενος/η, από την μεριά της/του, αν δεν δηλώσει ευθαρσώς την απόρριψη της, να γνωρίζει πως συμμετέχει με τον τρόπο της στο να καθίσταται η πολιορκία όλο και πιο ασφυκτική, αγγίζοντας μερικές φορές την περιοχή της παρενόχλησης.
Με απλά λόγια είναι κρίμα να ποινικοποιηθεί—κυριολεκτικά και μεταφορικά-- το ερωτικό παιχνίδι με μεταγενέστερες αποκαλύψεις—καταγγελίες που μοιάζουν πιο πολύ με γαργαλιστικό κουτσομπολιό. Θέλει και εδώ προσοχή, γιατί η υπερβολή μπορεί να κάνει ζημία στο # me too.