Του Τάσου Ι. Αβραντίνη
Ας επιχειρήσουμε σήμερα μια πρώτη εκτίμηση των αλλαγών στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, οι οποίες ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση. Η πρώτη αντικειμενική θετική επισήμανση είναι ότι η κυβέρνηση υλοποιεί τις προεκλογικές της εξαγγελίες, εξασφαλίζοντας μάλιστα τη σύμφωνη γνώμη της τρόικας, σε ένα αρκετά ασφυκτικό θεσμικό πλαίσιο περιορισμένης δημοσιονομικής αυτονομίας, που διαμορφώνεται από το άρθρο 14 του Κανονισμού 472/2013 αλλά και τους ειδικότερους και επαχθέστερους δημοσιονομικούς περιορισμούς της συμφωνίας της 23ης Μαΐου 2018.
Τι θα ισχύσει:
Μειώνεται ο εισαγωγικός συντελεστής στη φορολογική κλίμακα από 22% σε 9% για εισοδήματα μέχρι 10.000 €. Τα επόμενα 10.000 € εισοδήματος θα εξακολουθήσουν να φορολογούνται με συντελεστή 22%, ενώ οι υπόλοιποι συντελεστές θα μειωθούν κατά μία ποσοστιαία μονάδα.
Το ισχύον έμμεσο αφορολόγητο όριο για τον άγαμο διατηρείται στα 8.636 € και αυξάνεται ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων.
Πρακτικά το έμμεσο αφορολόγητο όριο δίνεται με τη μορφή έκπτωσης φόρου ως ακολούθως:
• 777 ευρώ για τους άγαμους μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες χωρίς εξαρτώμενα τέκνα (έμμεσο αφορολόγητο 8.636 € σε σχέση με 8.863 €).
• 810 ευρώ για τους μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες με ένα εξαρτώμενο τέκνο (έμμεσο αφορολόγητο 9.000 € σε σχέση με 9.090 €).
• 900 ευρώ για τους μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες με δύο εξαρτώμενα τέκνα (έμμεσο αφορολόγητο 10.000 € σε σχέση με 9.545 €).
• 1.120 ευρώ για τους μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ' επάγγελμα αγρότες με τρία εξαρτώμενα τέκνα (έμμεσο αφορολόγητο 11.000 €).
Η φορολογική μεταρρύθμιση φέρνει φορολογική ελάφρυνση σε όλα τα επίπεδα εισοδήματος.
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, για τους οποίους δεν ισχύει το αφορολόγητο όριο, είναι αυτοί που για πρώτη φορά μετά το 2011 θα ωφεληθούν από κάποιου είδους φορολογική αλλαγή, δεδομένου ότι εισόδημα έως 10.000 €, το οποίο φορολογείτο από το πρώτο ευρώ με συντελεστή 22%, με τη νέα κλίμακα θα φορολογείται με συντελεστή 9%.
Η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης αναμένεται να ενισχύσει τη θέση μας στον Δείκτη Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας αλλά και να βελτιώσει τη φορολογική συμμόρφωση, οδηγώντας σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα.
Στο σύνολό της η φορολογική μεταρρύθμιση είναι ευπρόσδεκτη, καθώς επιφέρει μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για το σύνολο των φορολογουμένων, αντιστρέφοντας τη φοροεπιδρομή των τελευταίων ετών.
Ωστόσο, αυτό που πρέπει να επισημανθεί ως μελανό σημείο είναι ότι η φορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων εξακολουθεί να είναι μεγάλη, γεγονός που επιδρά αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και οδηγεί σε συρρίκνωση της φορολογικής βάσης, καθώς δημιουργεί κίνητρα για μείωση της παραγωγής, απόκρυψη φορολογητέου εισοδήματος ή αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό.
Σ'' αυτό το τελευταίο εφιστώ την προσοχή. Στην Ελλάδα, παρά τις προωθούμενες αλλαγές, οι καθαρές αποδοχές ενός μισθωτού με μηνιαίο μικτό μισθό 2.000€ δεν ξεπερνούν το 53%. Στα 3.750 € οι καθαρές αποδοχές δεν ξεπερνούν το 48% και στα 4.800 το 43,5% (όταν λ.χ. στην Κύπρο είναι 80%, 72% και 70% και στην Ιρλανδία 77%, 69% και 66% αντίστοιχα). Τιμωρούμε με άλλα λόγια τους ικανούς και παραγωγικούς εργαζομένους.
Έτσι όμως, όποιος νέος εργαζόμενος διαθέτει αξιόλογο ανθρώπινο κεφάλαιο έχει ισχυρό κίνητρο να αναζητήσει μια άλλη χώρα για να εργαστεί, υπό λιγότερο τιμωρητικό φορολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 18 Οκτωβρίου