Oι φοβισμένοι απολογητές του Erdogan

Oι φοβισμένοι απολογητές του Erdogan

Του Ανδρέα Ζαμπούκα

Οι ατομικές δυνάμεις δεν μπορούν να ενωθούν, αν δεν ενωθούν προηγουμένως, όλες οι θελήσεις. Και η ένωση αυτών των θελήσεων είναι αυτό που ονομάζουμε «πολιτικό καθεστώς». Άλλο όμως είναι το σύνολο των θελήσεων και άλλο το θεσμοθετημένο πλαίσιο που έχει συνομολογηθεί μεταξύ των ατομικοτήτων για να εξυπηρετεί τη νομική απεικόνιση των συμφερόντων τους. Με πιο απλά λόγια, άλλο τα «λαϊκά δικαστήρια» και άλλο το Σύνταγμα, οι νόμοι και οι δικαστές.

Αυτή η παραπάνω διάκριση είναι απαραίτητη προκειμένου να διαθέτει κανείς την απαραίτητη επιχειρηματολογία για να απαντήσει στο ντελίριο αμετροέπειας των Τούρκων. Είναι επίσης απαραίτητη η αίσθηση αστικού δικαίου και η προσήλωση στα ανθρώπινα δικαιώματα για να δικαιολογήσει πολιτικά, τη χορήγηση ασύλου στον έναν από τους 8 Τούρκους αντικαθεστωτικούς.

Η ακόλουθη ανακοίνωση που εξέδωσε η ελληνική κυβέρνηση φανερώνει ξεκάθαρα ότι η αντίληψή της περί δικαίου, περί δημοκρατίας και περί συνταγματικής δέσμευσης είναι εντελώς ασύμβατη με νομικό πολιτισμό δυτικής χώρας: «Ακολουθώντας την πάγια θέση σε σχέση με τους 8 Τούρκους στρατιωτικούς, όπως έχει επανειλημμένως και δημοσίως εκφραστεί, υποβλήθηκε σήμερα εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης αίτηση ακύρωσης κατά της χθεσινής απόφασης παροχής ασύλου της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Προσφύγων».

Είναι σαφέστατη η ταπεινωτική φοβία που διακατέχει τους κυβερνώντες, εφόσον χρησιμοποιούν καταχρηστικά, τη φράση «πάγια θέση» εις βάρος των αποφάσεων της Δικαιοσύνης.

Αντί λοιπόν, να αδράξουν την ευκαιρία και να διατρανώσουν την ποιότητα της δημοκρατίας στην Ελλάδα, δια μέσου του σεβασμού στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, αυτοί σπεύδουν να την υπονομεύσουν.

Το δίκαιο διαθέτει την αυτόνομη θετική του μηχανική. Στηρίζεται σε μια ιεραρχία πηγών όπου κάθε κανόνας έλκει την ισχύ του από έναν ιεραρχικό ανώτερο κανόνα. Η δε ερμηνεία μιας διάταξης, χωρίς βεβαίως να καθίσταται μηχανιστική, διέπεται από αρχές και μέθοδο που μπορεί να δοκιμαστεί με βάση τις επιταγές του ορθού λόγου και μόνο αυτού. Η απομάκρυνση από τη βασική λογική ενός σχετικά στεγανού συστήματος κανόνων μπορεί να φέρει μια διπλή παθολογία: Είτε εισάγει στο νομικό συλλογισμό ένα άυλο λαϊκό περί δικαίου αίσθημα – ούτε καν ελληνικού στην περίπτωσή μας- ή ανάγει την ερμηνεία του δικαίου σε ίδιες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές ανθρωπολογικές ή άλλες προεπιλογές- αυθαίρετες δεσμεύσεις της κυβέρνησης στον Erdogan. Η κρίση του δικαστή εξ ορισμού ασκεί επίδραση στο πολιτικό γίγνεσθαι, δεν μπορεί, εντούτοις, να είναι αυθαίρετη ή έστω στηριζόμενη σε ιδεολογικές καταβολές, προσωπικές απόψεις και κοσμοθεωρίες αλλά θα πρέπει να είναι μεθοδολογικά άρτια και δογματικά συνεπής.

Η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα, μέλος του ΝΑΤΟ και φυσικός θεματοφύλακας της αστικής δημοκρατίας. Οι κυβερνήσεις της δεν πρέπει να φοβούνται αλλά να προασπίζουν το κράτος δικαίου. Να είναι επομένως έτοιμες να εξηγούν – πολιτικά και διπλωματικά- στον οιονδήποτε για τη διάκριση των εξουσιών, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το νομικό πολιτισμό της Δύσης.

Αυτό όμως, προϋποθέτει προσωπική πίστη στις αξίες που υπηρετείς και στη θεσμική ισχύ των νόμων. Από τη στιγμή, που δεν χάνεις ευκαιρία να διαφημίζεις τις φαντασιώσεις σου για «λαϊκές δημοκρατίες», για «δίκιο του εργάτη» και για «επιβολή της πλειοψηφίας» είναι πολύ δύσκολο να τα επικαλεστείς σε κάθε αυταρχικό καθεστώς που σε απειλεί.

Υποθέτω ότι η Δικαιοσύνη θα συνεχίσει να κάνει σωστά τη δουλειά της, απερίσπαστη από τις λαϊκιστικές και ασυνάρτητες φοβίες της εκτελεστικής εξουσίας. Όσο για την κυβέρνηση, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα επιμείνει στην αναξιοπρεπή της πολιτική τακτική, μέσα και έξω από τη χώρα. Εις βάρος βεβαίως, ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας...