Του Σάκη Μουμτζή
Οι σχέσεις μας με το Ισραήλ πέρασαν από μύρια κύματα. Οι μεταπολεμικές πολιτικές ηγεσίες της πατρίδος μας, δεν αναγνώρισαν το Κράτος του Ισραήλ, σε αντίθεση με την διεθνή κοινότητα. Προφανώς, δεν ήθελαν να εμπλακούν σε μια διένεξη στην οποίαν οι Άραβες, επειδή ήταν περισσότεροι, διέθεταν φαινομενικά μεγαλύτερη διπλωματική ισχύ.
Το να κατηγορήσουμε όλες τις πολιτικές ηγεσίες συλλήβδην για έλλειψη διορατικότητος, δηλαδή να κρίνουν από τότε ποιος ήταν ισχυρός παίκτης σε αυτήν την σύρραξη, θα ήταν άδικο.
Το 1948 ή στην δεκαετία του 50 αυτό δεν ήταν ορατό, παρ΄όλο που η νίκη των Εβραίων επί των ενωμένων αραβικών δυνάμεων το 1948 φανέρωνε έναν λαό που θα αγωνιζόταν με όλες τους τις δυνάμεις για την επιβίωση του. Ήταν φανερό πως οι Εβραίοι, μόλις λίγα χρόνια μετά την εξόντωση τους στα ναζιστικά κρεματόρια, δεν θα επέτρεπαν μιαν ακόμη γενοκτονία.
Αν όλα αυτά δεν μπορούσαν να τα δουν οι πολιτικές ηγεσίες της Ελλάδος και μέχρι τον Μάιο του 1990 δεν είχαν συνάψει διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, θα έπρεπε να θυμηθούν τους 55.000 Εβραίους της Θεσσαλονίκης που ποτέ δεν επέστρεψαν στην γενέθλια πόλη τους από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ήταν Έλληνες πολίτες, ήταν το νήμα της Ιστορίας που συνέδεε τους δύο λαούς, στην μνήμη των οποίων θα έπρεπε οι πολιτικές μας ηγεσίες να οικοδομήσουν σχέσεις φιλίας και στενής συνεργασίας με το Ισραήλ, από τότε, από το 1948.
Η Θεσσαλονίκη ήταν «η δεύτερη Ιερουσαλήμ» με τους 60.000 περίπου Εβραίους κατοίκους της. Η ιστορία της πόλης τους τελευταίους πέντε αιώνες ήταν και ιστορία της Εβραϊκής κοινότητος.
Θα ήθελα να δω όλοι αυτοί οι πολιτικοί ηγέτες πως θα εκστόμιζαν φιλοαραβικές κορώνες, τι θα έλεγαν αν στην Θεσσαλονίκη υπήρχαν π.χ. το 1980 300.000 Εβραίοι, όσοι περίπου θα ήταν αν δεν μεσολαβούσε το Ολοκαύτωμα.
«Μα μπορεί να ασκηθεί εξωτερική πολιτική με μνήμες του παρελθόντος;», θα ρωτήσει ο αναγνώστης.
Αλίμονο στους πολιτικούς ηγέτες που είναι ανιστόρητοι. Αλίμονο στους πολιτικούς ηγέτες που χαράσσουν την πολιτική τους με βάση μόνον συσχετισμούς δυνάμεων, που και αυτούς τους ερμηνεύουν λάθος.
Η Ιστορία έχει αποδείξει πως στις συρράξεις των Ισραηλινών με τους Άραβες ο ισχυρός πόλος ήταν το, μικρό σε γεωγραφική έκταση Ισραήλ, γιατί διαχρονικά είχε στιβαρή και αποφασιστική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, με ενσυναίσθηση του χρέους απέναντι στην Ιστορία των Εβραίων.
Το Ισραήλ κινητοποίησε την παγκόσμια ομογένεια του και απέκτησε ισχυρούς συμμάχους μόνον όταν απέδειξε πως μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Ένα κράτος που δεν διαθέτει τον αυτοσεβασμό και δεν αγωνίζεται για την εθνική του υπόσταση, είναι ένα κράτος-παρίας. Είναι ένα ανυπόληπτο κράτος.
Σήμερα, οι σχέσεις μας με το Ισραήλ βρίσκονται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο, όπως υπογραμμίζει και ο νέος πρέσβης του Ισραήλ, κ. Yossi Amrani. Είναι βέβαιο, πως περιθώρια περαιτέρω συσφίγξεως των διμερών σχέσεων υπάρχουν σε όλους τους τομείς και κυρίως στον στρατιωτικό-επιχειρησιακό.
Όμως θα πρέπει η Ελλάδα να αποδείξει πως μπορεί να κάνει αυτό που έκανε και κάνει το Ισραήλ διαρκώς από το 1948 ως τις μέρες μας.
Πως μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Πάντως η Ελληνο-Ισραηλινή φιλία έχει ένα στέρεο ιστορικό υπόβαθρο. Την πάλαι ποτέ ακμάζουσα Ισραηλιτική κοινότητα της Θεσσαλονίκης, που η παρουσία της χρονολογείται από το 1492. Η Θεσσαλονίκη ήταν και θα παραμείνει η «δεύτερη Ιερουσαλήμ», με ό,τι αυτό σημαίνει για τις σχέσεις των δύο λαών, για τις σχέσεις των δύο κρατών.