Γεμάτος ο Τύπος την Κυριακή που μας πέρασε από αναλύσεις και σενάρια για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών αν και οι συντάκτες τους, έμπειροι οι περισσότεροι, γνωρίζουν πολύ καλά ότι την απόφαση για τις πρόωρες εκλογές ο εκάστοτε πρωθυπουργός την παίρνει το πρωί της ημέρας που θα τις ανακοινώσει.
Είναι όμως το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών αυτό που πρέπει να συζητάμε στην παρούσα φάση;
Μας φαίνεται χρησιμότερο να γίνει μια αξιολόγηση του ιδιότυπου πολιτικού πειράματος μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης του συντηρητικού κόμματος με προοδευτικούς-κεντροαριστερούς υπουργούς σε θέσεις-κλειδιά.
Εξίσου ενδιαφέρον μας φαίνεται το να αποτιμηθεί αν και πως προχωρά η ενσωμάτωση στη Νέα Δημοκρατία των ψηφοφόρων που αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι και κεντρώοι, κάτι που θα κρίνει τις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν.
Στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, ως γνωστόν, συνυπάρχουν υπουργοί που εν μέσω πανδημίας στριμώχθηκαν στις πλατείες για να μην χάσουν την ευκαιρία να φωτογραφηθούν αγκαλιά με την ιεραρχία, με αυτούς που στελέχωσαν τα γραφεία τους με τη διαδικασία της ανοιχτής διακυβέρνησης.
Εμβληματικά στελέχη κυβερνησεων ΠΑΣΟΚ, όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, κάθονται στο υπουργικό συμβούλιο δίπλα σε πρώην στελέχη της ακροδεξιάς, όπως ο Μάκης Βορίδης.
Αρκετοί εξωκοινοβουλευτικοί προοδευτικοί τεχνοκράτες έχουν επιστρατευθεί από τον πρωθυπουργό μαζί με παράγοντες των σκληρών πελατειακών δικτύων, όπως ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος που δεν έχουμε ακούσει το όνομά του από τότε που ανακοινώθηκε ο ανασχηματισμός, ευτυχώς ίσως.
Για την ώρα, αυτή η κυβέρνηση των “αταίριαστων” πείθει ότι αντανακλά τη λαϊκή εντολή για μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, πάνω από τις πολιτικές παραδόσεις και τις ιδεολογικές αρχές. Η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε για να κάνει μια συγκεκριμένη δουλειά: να τα αλλάξει όλα. Το αν θα το έχει πετύχει θα κριθεί από τις επιδόσεις της στη διαχείριση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού που περιλαμβάνει και την επί της ουσίας ενοποίηση των ασφαλιστών φορέων υπό τον ΕΦΚΑ και βέβαια και πάνω απ’όλα την Παιδεία οι επιδόσεις της κυβέρνησης στην οποία, για την ώρα, είναι επιεικώς απογοητευτικές
Αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στη συνύπαρξη προοδευτικών και συντηρητικών στην σταθερή και ανθεκτική Νέα Δημοκρατία, αυτό είναι η έκφραση του προοδευτικού χώρου στο καθημερινό επίπεδο της πολιτικής. Οι “εκπρόσωποι του Κέντρου” δεν είναι αιρετοί και αποφεύγουν να μιλούν σκληρά πολιτικά.
Οι μετριοπαθείς βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, με εξαίρεση τη Φωτεινή Πιπιλή και τη Μαριέττα Γιαννάκου που έτσι κι αλλιώς είναι ιδιαίτερες περιπτώσεις, έχουν κυριολεκτικά “λουφάξει” και δεν είναι μηντιακά ορατοί.
Οπότε τι μένει; Κάποιοι λαϊκοδεξιοί της κακιάς ώρας και τα τηλεοπτικά παρατράγουδα που διατηρούν και προνομιακές σχέσεις με τα πάνελ να έχουν καταφέρει να καταλαμβάνουν τη δημόσια σφαίρα και να προκαλούν απελπισία στον κεντρώο και προοδευτικό χώρο που αισθάνεται διαρκώς αποξενωμένος.
Ο πρωθυπουργός και η Νέα Δημοκρατία δεν έχουν εμφανίσει νέα στελέχη από τον κεντρώο χώρο για να δραστηριοποιηθούν στα κομματικά πράγματα. Οι φιλελεύθεροι και οι κεντρώοι είναι απολύτως αποξενωμένοι από τον κομματικό μηχανισμό και λειτουργούν ως ένα παράλληλο σύμπαν που δεν έχει καμία πολιτική έκφραση.
Αντί λοιπόν να γράφουμε σενάρια για την πιθανή ημερομηνία των εκλογών, να αναρωτηθούμε αν ο κόσμος που έδωσε την αυτοδυναμία στη Νέα Δημοκρατία θα το επαναλάβει ή θα θελήσει να στηρίξει το ΚΙΝΑΛ ώστε να αισθάνεται ότι εκπροσωπείται πολιτικά.
Ιδανικά βέβαια θα θέλαμε ένα κεντρώο κόμμα που θα μπορούσε να προσελκύσει και τους μετριοπαθείς κεντροαριστεράς, μέχρι τις παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ αλλά ας είμαστε πραγματιστές.
Όποτε λοιπόν και να γίνουν αυτές οι περίφημες εκλογές, η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να ξανακερδίσει από την αρχή το Κέντρο. Δηλαδή, ένα κόσμο που αν κάτι απεχθάνεται είναι να τον θεωρούν δεδομένο. Κι αυτό είναι που πρέπει να απασχολεί την ηγεσία και τους κύκλους της Νέας Δημοκρατίας.